Εφιάλτης στο δρόμο με την .. ‘τρόικα’
του Πάνος Παναγιώτου
Αν η τέχνη αναζητεί την ομορφιά και η επιστήμη την αλήθεια τότε η πολιτική, ιδιαίτερα στις μέρες μας, φαίνεται να αναζητεί, κυρίως, τον τρόπο της ωραιοποίησης του μη αληθούς. Και αν η τέχνη χρειάζεται την ψυχή και η επιστήμη τη λογική για να λειτουργήσουν, τότε η πολιτική χρειάζεται οτιδήποτε μπορεί να τη βοηθήσει στην επίτευξη του στόχου της, ακόμη και αν αυτό πηγάζει από μία επιστήμη, όπως είναι η ψυχολογία, ή μία τέχνη, όπως είναι ο κινηματογράφος.
Γιατί ακόμη και ο Χίτσκοκ θα ζήλευε το σκηνικό τρόμου που έχει στηθεί στην Ελλάδα, με πρωταγωνιστές από τη μία την ‘τρόικα’ στο ρόλο του κακού και ενίοτε, σχεδόν, ψυχασθενούς ‘δολοφόνου’ των συντάξεων, των μισθών, των επιδομάτων και άλλων περιουσιακών δικαιωμάτων των Ελλήνων και από την άλλη των πολιτικών κομμάτων (άλλων περισσότερο και άλλων λιγότερο), στο ρόλο του καλού, του ήρωα που με αυτοθυσία αντιστέκεται στο ‘τέρας’ της φύσης, προκειμένου να σώσει τον ελληνικό λαό ( και γιατί όχι και τον κόσμο ολόκληρο, όπως ειπώθηκε από τα έδρανα της Βουλής) και να αποκαταστήσει τη δικαιοσύνη, την τάξη και την ασφάλεια.
Όπως σε κάθε προσεγμένη, εμπορική, ταινία, έτσι και στη δική μας περίπτωση, στην αρχή όλα φαίνονταν καλά αλλά μόνο για λίγο, όταν ξαφνικά άρχισε να πλανάται στον αέρα η οσμή ‘κακού’, την ενδεχόμενη έλευση του οποίου όλοι απεύχονταν αλλά και όλοι φοβούνταν. Όπως σε κάθε σωστό θρίλερ, στην αρχή ο ‘κακός’ έκρυβε αυτήν του την ιδιότητα και παρουσιάζονταν ως καλός, μόνο για να αποκαλυφθεί αργότερα η πραγματική εγκληματική του υπόσταση. Αρκεί μία φωτογραφία των μελών της τρόικας ή ένα τηλεοπτικό στιγμιότυπο από αυτά που τα κανάλια προβάλλουν όταν μας προετοιμάζουν για την επόμενη επίσκεψη της στη χώρα, για να προταθεί η Ελλάδα για το Όσκαρ καλύτερης ταινίας τρόμου (αν δεν υπάρχει μπορεί να δημιουργηθεί μέσα στα πλαίσια της συνολικής αναδιοργάνωσης της κοινωνίας). Η πιο δραματική στιγμή του έργου, όμως, έρχεται όταν ο ήρωας προτάσσει τα στήθια του για να πολεμήσει τον κακό, σε μία μάχη άνιση και ως εκ τούτου ηρωική και η οποία, φυσικά, συνοδεύεται από τις απαραίτητες εμπορικές, ηρωικές, ατάκες: ‘δε με νοιάζει η ζωή μου, μόνο η σωτηρία της πατρίδας μου’ -- ‘μπορεί να μη νίκησα το θηρίο αλλά το τραυμάτισα’.
Όμως ακόμη και ο Φρόυντ θα θαύμαζε τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούνται οι τεχνικές ψυχολογικής χειραγώγησης του κόσμου, με το ‘ψυχολογικό οπλοστάσιο’ να περιλαμβάνει την τεχνική του αιφνιδιασμού, της έντεχνης παρουσίασης διλημμάτων με την παράλληλη υπόδειξη της ‘υποχρεωτικής’ λύσης τους, της δημιουργίας φόβου, τρόμου και πανικού ώστε να χαθεί κάθε δυνατότητα λογικής σκέψης και κριτικής, του εκφοβισμού και της απειλής της προσκόλλησης της ‘ρετσινιάς’ του λαϊκιστή και του κερδοσκόπου σε όποιον διαφωνεί με την ‘υπέρτατη αλήθεια’, που μόνο η πολιτική εξουσία έχει το προνόμιο να κατέχει και να αποκαλύπτει και της κατεύθυνσης της οργής του κόσμου στην ‘τρόικα’, την οποία όλοι θα πρέπει να μισούμε αλλά και να θεωρούμε μοναδική υπεύθυνη για κάθε δεινό που μας βρήκε, παρόλο που ήμασταν εμείς που την παρακαλούσαμε για μήνες να γίνει ο ‘αφέντης’ του ‘χωριού’ μας.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό ο μόνος ρόλος που δε φαίνεται να έχει θέση είναι αυτός του λογικά σκεπτόμενου πολίτη, που με απλή συλλογιστική διαδικασία προσπαθεί να συνθέσει ένα παζλ που να προσεγγίζει όσο το δυνατόν περισσότερο την αλήθεια. Όποιος δε μπορεί να αντιληφθεί το ‘αυτονόητο’ της ορθότητας των πράξεων, των συμπερασμάτων και των προβλέψεων του ‘ήρωα πολιτικού’, καλά θα κάνει να σωπάσει και να αποτραβηχτεί στην ερημιά της άγνοιας του. Το μέλλον θα δείξει πόσο άδικο είχε να τον αμφισβητήσει έστω και στο ελάχιστο, και να τολμήσει να ζητήσει μία ώριμη και βασισμένη σε αληθινά στοιχεία επανεξέταση των επιλογών του.
Υπάρχουν δύο ειδών θρίλερ, αυτά που έχουν κακό και αυτά που έχουν καλό τέλος. Και στις δύο κατηγορίες, ωστόσο, υπάρχουν πολλά αθώα θύματα στην πορεία, ασχέτως της τελικής έκβασης της ταινίας, που στην περίπτωση της Ελλάδας, όλοι ευχόμαστε να είναι αίσια. Όλοι, όμως, ευχόμαστε και κάτι ακόμη: το θρίλερ που ζούμε, να μην εξελιχτεί, απρόσμενα, σε ταινία οικονομικού εγκλήματος, του μεγαλύτερου, ίσως, που θα έχει βιώσει ποτέ η χώρα. Μα κάτι τέτοιο είναι, σχεδόν, απίθανο.. δεν είναι;
http://www.sofokleous10.gr/
Αν η τέχνη αναζητεί την ομορφιά και η επιστήμη την αλήθεια τότε η πολιτική, ιδιαίτερα στις μέρες μας, φαίνεται να αναζητεί, κυρίως, τον τρόπο της ωραιοποίησης του μη αληθούς. Και αν η τέχνη χρειάζεται την ψυχή και η επιστήμη τη λογική για να λειτουργήσουν, τότε η πολιτική χρειάζεται οτιδήποτε μπορεί να τη βοηθήσει στην επίτευξη του στόχου της, ακόμη και αν αυτό πηγάζει από μία επιστήμη, όπως είναι η ψυχολογία, ή μία τέχνη, όπως είναι ο κινηματογράφος.
Γιατί ακόμη και ο Χίτσκοκ θα ζήλευε το σκηνικό τρόμου που έχει στηθεί στην Ελλάδα, με πρωταγωνιστές από τη μία την ‘τρόικα’ στο ρόλο του κακού και ενίοτε, σχεδόν, ψυχασθενούς ‘δολοφόνου’ των συντάξεων, των μισθών, των επιδομάτων και άλλων περιουσιακών δικαιωμάτων των Ελλήνων και από την άλλη των πολιτικών κομμάτων (άλλων περισσότερο και άλλων λιγότερο), στο ρόλο του καλού, του ήρωα που με αυτοθυσία αντιστέκεται στο ‘τέρας’ της φύσης, προκειμένου να σώσει τον ελληνικό λαό ( και γιατί όχι και τον κόσμο ολόκληρο, όπως ειπώθηκε από τα έδρανα της Βουλής) και να αποκαταστήσει τη δικαιοσύνη, την τάξη και την ασφάλεια.
Όπως σε κάθε προσεγμένη, εμπορική, ταινία, έτσι και στη δική μας περίπτωση, στην αρχή όλα φαίνονταν καλά αλλά μόνο για λίγο, όταν ξαφνικά άρχισε να πλανάται στον αέρα η οσμή ‘κακού’, την ενδεχόμενη έλευση του οποίου όλοι απεύχονταν αλλά και όλοι φοβούνταν. Όπως σε κάθε σωστό θρίλερ, στην αρχή ο ‘κακός’ έκρυβε αυτήν του την ιδιότητα και παρουσιάζονταν ως καλός, μόνο για να αποκαλυφθεί αργότερα η πραγματική εγκληματική του υπόσταση. Αρκεί μία φωτογραφία των μελών της τρόικας ή ένα τηλεοπτικό στιγμιότυπο από αυτά που τα κανάλια προβάλλουν όταν μας προετοιμάζουν για την επόμενη επίσκεψη της στη χώρα, για να προταθεί η Ελλάδα για το Όσκαρ καλύτερης ταινίας τρόμου (αν δεν υπάρχει μπορεί να δημιουργηθεί μέσα στα πλαίσια της συνολικής αναδιοργάνωσης της κοινωνίας). Η πιο δραματική στιγμή του έργου, όμως, έρχεται όταν ο ήρωας προτάσσει τα στήθια του για να πολεμήσει τον κακό, σε μία μάχη άνιση και ως εκ τούτου ηρωική και η οποία, φυσικά, συνοδεύεται από τις απαραίτητες εμπορικές, ηρωικές, ατάκες: ‘δε με νοιάζει η ζωή μου, μόνο η σωτηρία της πατρίδας μου’ -- ‘μπορεί να μη νίκησα το θηρίο αλλά το τραυμάτισα’.
Όμως ακόμη και ο Φρόυντ θα θαύμαζε τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούνται οι τεχνικές ψυχολογικής χειραγώγησης του κόσμου, με το ‘ψυχολογικό οπλοστάσιο’ να περιλαμβάνει την τεχνική του αιφνιδιασμού, της έντεχνης παρουσίασης διλημμάτων με την παράλληλη υπόδειξη της ‘υποχρεωτικής’ λύσης τους, της δημιουργίας φόβου, τρόμου και πανικού ώστε να χαθεί κάθε δυνατότητα λογικής σκέψης και κριτικής, του εκφοβισμού και της απειλής της προσκόλλησης της ‘ρετσινιάς’ του λαϊκιστή και του κερδοσκόπου σε όποιον διαφωνεί με την ‘υπέρτατη αλήθεια’, που μόνο η πολιτική εξουσία έχει το προνόμιο να κατέχει και να αποκαλύπτει και της κατεύθυνσης της οργής του κόσμου στην ‘τρόικα’, την οποία όλοι θα πρέπει να μισούμε αλλά και να θεωρούμε μοναδική υπεύθυνη για κάθε δεινό που μας βρήκε, παρόλο που ήμασταν εμείς που την παρακαλούσαμε για μήνες να γίνει ο ‘αφέντης’ του ‘χωριού’ μας.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό ο μόνος ρόλος που δε φαίνεται να έχει θέση είναι αυτός του λογικά σκεπτόμενου πολίτη, που με απλή συλλογιστική διαδικασία προσπαθεί να συνθέσει ένα παζλ που να προσεγγίζει όσο το δυνατόν περισσότερο την αλήθεια. Όποιος δε μπορεί να αντιληφθεί το ‘αυτονόητο’ της ορθότητας των πράξεων, των συμπερασμάτων και των προβλέψεων του ‘ήρωα πολιτικού’, καλά θα κάνει να σωπάσει και να αποτραβηχτεί στην ερημιά της άγνοιας του. Το μέλλον θα δείξει πόσο άδικο είχε να τον αμφισβητήσει έστω και στο ελάχιστο, και να τολμήσει να ζητήσει μία ώριμη και βασισμένη σε αληθινά στοιχεία επανεξέταση των επιλογών του.
Υπάρχουν δύο ειδών θρίλερ, αυτά που έχουν κακό και αυτά που έχουν καλό τέλος. Και στις δύο κατηγορίες, ωστόσο, υπάρχουν πολλά αθώα θύματα στην πορεία, ασχέτως της τελικής έκβασης της ταινίας, που στην περίπτωση της Ελλάδας, όλοι ευχόμαστε να είναι αίσια. Όλοι, όμως, ευχόμαστε και κάτι ακόμη: το θρίλερ που ζούμε, να μην εξελιχτεί, απρόσμενα, σε ταινία οικονομικού εγκλήματος, του μεγαλύτερου, ίσως, που θα έχει βιώσει ποτέ η χώρα. Μα κάτι τέτοιο είναι, σχεδόν, απίθανο.. δεν είναι;
http://www.sofokleous10.gr/