Από την κριτική στην κυβερνητική πρόταση
Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου
Διαπιστώνω ότι μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα και παρά την πρωτοφανή προπαγάνδα στήριξης των επιμέρους πολιτικών επιλογών – και όχι της ανύπαρκτης πολιτικής - της κυβέρνησης από τα ΜΜΕ, η πλειονότητα των Ελλήνων αντιλαμβάνεται αυτό που η γερμανική έκδοση των Financial Times τονίζει: ο Γιώργος Παπανδρέου είναι ο άνθρωπος τους στην Αθήνα.
Οι άνθρωποι δεν λένε τίποτε περισσότερο από αυτό που εξέφρασε μέσω του «θαλασσινού διαγγέλματός» του ο πρωθυπουργός, όταν εξήγγειλε την ενεργοποίηση του Μηχανισμού, τον οποίο είχε ζητήσει από την ΕΕ για πολιτικούς λόγους, όπως ίσως ενθυμίστε και όχι για οικονομική υποστήριξη! Το μήνυμα του Γιώργου Παπανδρέου τότε ήταν σαφές: προσφεύγουμε στον Μηχανισμό για να σώσουμε το ευρώ. Ε, η γερμανική εφημερίδα, μετά από τον πρώτο καιρό εφαρμογής του Μνημονίου διαπιστώνει ότι ο κ. Παπανδρέου υπήρξε ειλικρινής: δεν ήταν η Ευρώπη που έσωσε την Ελλάδα με το πακέτο οικονομικής στήριξης, αλλά ήταν η Αθήνα που έσωσε την Ευρώπη με την απόφασή της να πάρει το πακέτο και να μην κηρύξει πτώχευση, αν και «η πτώχευση θα ήταν βολικότερη για την Ελλάδα», όπως εκτιμά η εφημερίδα.
Βεβαίως η εφημερίδα, για τους δικούς της λόγους, οι οποίοι φαντάζομαι είναι κατανοητοί, δεν πιάνει το κουβάρι της ελληνικής κρίσης από την αρχή. Δεν αναφέρει ποιες ήταν οι κινήσεις του «ανθρώπου τους» στην Αθήνα πριν να φτάσουμε στο δίλημμα: πτώχευση ή Μηχανισμός για την διάσωση του ευρώ. Δεν είναι το θέμα τους αυτό. Η ελληνική κυβέρνηση μέσω του Μηχανισμού πέτυχε δύο πράγματα: να φέρει το ΔΝΤ στην Ελλάδα, αντικαθιστώντας τις δικές της κυβερνητικές εξαγγελίες με την πολιτική του και να δώσει χρόνο στο Βερολίνο και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να ασφαλίσουν το ευρώ από μια πιθανή οικονομική κατάρρευση της Ελλάδας που θα επέφερε ισχυρό χτύπημα στην ευρωζώνη και στο κοινό νόμισμα. Το σχέδιο της Αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας να στριμώξει το Βερολίνο πέτυχε, όπως πέτυχε και η έστω και αμφιλεγόμενη αντίδραση Γερμανών και Γάλλων. Μέχρι τώρα διαπιστώνουμε ένα «win-win game» μεταξύ της κυβέρνησης Ομπάμα και του Διευθυντηρίου της ΕΕ. Σε αυτό το επίπεδο κινούνται και τα συμπεράσματα της γερμανικής εφημερίδας, που εκφράζει τα χρηματοπιστωτικά συμφέροντα στην γηραιά ήπειρο.
Ασφαλώς σε αυτό το«win-win game» υπήρξαν και ηττημένοι. Ήταν οι παράπλευρες απώλειες αυτού του κρίσιμου deal για τα ευρωατλαντικά συμφέροντα. Θύματα υπήρξαν οι Έλληνες με την έννοια της πληγείσας εθνικής ταυτότητάς τους και την φτωχοποίηση της κοινωνίας τους. Ήταν μια θυσία καθοδόν προς τον «τέταρτο δρόμο» που επαγγέλλεται ο Γιώργος Παπανδρέου, κατά τον οποίο, όπως ισχυρίζεται, τα εθνικά συμφέροντα υποχωρούν ενώπιον του γενικού (παγκόσμιου) καλού!
Πριν η εφημερίδα καταλήξει ότι ο Γιώργος Παπανδρέου είναι ο άνθρωπός τους στην Αθήνα, ήταν ο ίδιος ο Έλληνας πρωθυπουργός που προσπάθησε να τους πείσει γι’ αυτό. Φαίνεται ότι τα κατάφερε! Πράγματι, μετά από σκληρό αγώνα και με την αρωγή της αδελφότητας των συμβούλων του, η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται να κερδίζει την εμπιστοσύνη των αγορών. Μα, τότε γιατί δεν μας δανείζουν, θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς. Διότι απλούστατα το ζήτημα δεν ήταν ποτέ αυτό. Το θέμα ήταν η αποσταθεροποίηση της ευρωζώνης, η παρέμβαση του ΔΝΤ στο εσωτερικό της και η δημιουργία ενός άλλου μηχανισμού – όχι του Μηχανισμού που γνωρίζουμε – που μεσο-μακροπρόθεσμα θα ήταν ικανός να συγκροτήσει μία μορφή οικονομικής διακυβέρνησης στην Ευρώπη, στην οποία θα συμμετείχε και η αμερικανική πλευρά. Μέσω αυτού του νέου μηχανισμού διαμορφώνονται (σχεδιάζονται) νέοι θεσμοί συνεργασίας μεταξύ της Αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, με το ΔΝΤ να αναλαμβάνει ρυθμιστικό ρόλο. Στο πλαίσιο αυτών των διευθετήσεων μπορεί κανείς να δει και τον ρόλο του οικονομικού συμβούλου του «ανθρώπου τους στην Αθήνα», Tommaso Padoa-Schioppa. Ο απώτερος στόχος αυτής της θεσμικής μεταβολής είναι ασφαλώς η επίτευξη μιας συγκεκριμένης μορφής παγκόσμιας διακυβέρνησης, στο concept της οποίας είναι ολόψυχα ενταγμένη η πολιτεία του πρωθυπουργού μας, όπως ο ίδιος δηλώνει το τελευταίο τετράμηνο κάθε φορά που του δίνεται λόγος σε ξένους διαύλους επικοινωνίας.
Αυτό είναι το γενικό πλαίσιο κριτικής εντός του οποίου αναπτύσσεται σήμερα ο αντικαθεστωτικός λόγος στην Ελλάδα, βρίσκοντας το μεγαλύτερο μέρος των πολιτών να συμφωνούν λίγο-πολύ σε αυτές τις διαπιστώσεις. Το ερώτημα πλέον που βασανίζει πολλούς, είναι πώς θα ξεγλιστρήσει η ελληνική κοινωνία από το δόκανο που την οδήγησε η «υπεύθυνη» κυβέρνησή της. Εδώ βρισκόμαστε σήμερα.
Ρίχνοντας μια ματιά στα σχόλια μιας ανάρτησης στην ηλεκτρονική έκδοση της «Ελευθεροτυπίας», που αναφέρεται στην «Κριτική Λαφαζάνη σε Παπανδρέου για το δημοσίευμα των Financial Times», εντόπισα ένα σχόλιο που κινείται ακριβώς προς αυτήν την κατεύθυνση. «Ο/Η βουρλιώτης» γράφει: «Όσα ισχυρίζεται παραπάνω ο βουλευτής Λαφαζάνης είναι απολύτως σωστά, σχεδόν αυτονόητα. Η αριστερά όμως, αν δεν κάνω λάθος, ως ιστορικό ρεύμα δεν χαρακτηρίζεται μόνο από την ικανότητά της να κάνει διαπιστώσεις, αλλά ,κυρίως, από την σταθερή κατεύθυνσή της προς την ανατροπή αυτού του κοινωνικού και πολιτικού συστήματος, που παράγει το "άδικο" και διαιωνίζεται εξ αιτίας του. Είναι η αριστερά διατεθειμένη να θυσιάσει στο βωμό της ανατροπής την εκ θεού αυθεντία της; Είναι ο καθένας μας έτοιμος να θυσιάσει το μικρό τιμάριο της εξαγοράς του απ' το σύστημα; Είμαστε διατεθειμένοι, τελικά, να θυσιάσουμε το φόβο μας, που μας κρατάει αλυσοδεμένους στο σύστημα που καταγγέλλουμε; Είναι οι πολιτικοί εκπρόσωποι της αριστεράς έτοιμοι να συνεγείρουν το λαό, παραιτούμενοι από τους δεσμούς, αίματος ή αγχιστείας, που τους καθηλώνουν σε ρόλο αριστερού ψάλτη του συστήματος; Αυτά είναι τα ερωτήματα που πρέπει ν' απαντηθούν για να μη μένουμε σε διαπιστώσεις διυλίζοντας το αυτονόητο. Η εποχή απαιτεί πράξεις μπολιασμένες από την αυτοθυσία των πραττόντων.»
Αν εστιάσουμε στο πνεύμα αυτού του σχολίου, νομίζω ότι θα εντοπίσουμε το ουσιαστικό κοινωνικό ζητούμενο αυτή την στιγμή στην χώρα. Είναι η προτροπή από την κριτική να περάσουμε ταχύτατα στην πρόταση για μια νέα μορφή ηγεσίας στην Ελλάδα, η οποία απαιτεί από όλες τις πολιτικές δυνάμεις μια διαφορετική προσέγγιση από αυτή που είχε κατά την μεταπολίτευση. Η κατακερματισμένη κομματικά αριστερά, δεν μπορεί από μόνη της να δομήσει πρόταση εξουσίας. Προτάσεις ναι, αλλά όχι κυβερνητική πρόταση.
Απαιτείται άλλου είδους προβληματισμός, που θα εστιάζει στην συγκυριακή ανάγκη να επιβιώσει ο ελληνικός λαός, ξαναβρίσκοντας η ελληνική κοινωνία την δυναμική της και η χώρα την εθνική της ταυτότητα. Είναι ανάγκη οι ηγεσίες της αριστεράς, αλλά και όλοι οι δημοκράτες, από την ανοιχτόμυαλη δεξιά μέχρι τον αντιεξουσιαστικό χώρο, να αντιληφθούν ότι ο λαός ζητεί εναλλακτική πρόταση εξουσίας και άφθαρτους κυβερνήτες για να κινήσουν τον τροχό της ιστορίας στη χώρα. Απαιτεί σοβαρότητα από όλα τα κόμματα και τους φορείς που αυτοπροσδιορίζονται ως εν δυνάμει αντικαθεστωτικές δυνάμεις.
Για πρώτη φορά μετά το 1974, η συναίνεση δομείται στη βάση και αυτό είναι κάτι που υπερβαίνει τα σημερινά κομματικά μορφώματα και τις ηγεσίες τους. Δεν είναι δυνατόν οι πολιτικές ηγεσίες και οι ομάδες που κινούνται στον χώρο που αυτοπροσδιορίζεται ως προοδευτικός, να συνεχίσουν να αγνοούν αυτήν την πραγματικότητα. Ήρθε η στιγμή η συναίνεση από την βάση να δομήσει μία νέα ηγετική μορφή, την οποία θα πρέπει να υποστηρίξουν όλα τα κόμματα και οι ομάδες που μέχρι τώρα στηρίζουν την κοινοβουλευτική ή εξωκοινοβουλευτική παρουσία τους σχεδόν αποκλειστικά στην κριτική. Ήρθε η στιγμή που η λαϊκή συναίνεση θα καταλήξει σε κυβερνητική πρόταση. Είναι τώρα η ώρα που από την κριτική πρέπει να περάσουμε οργανωμένα σε μία διαφορετική κυβερνητική πρόταση για τις επόμενες δεκαετίες.
activistis