Οι ‘ακάλυπτοι’ της διαπλοκής
του Δημητρη Καμαρα
Η κρίση αξιοπιστίας που χαρακτηρίζει την ελληνική δημοσιογραφία ανέκαθεν ήταν αποτέλεσμα διαπλοκής των Μέσων με τρίτους. Πολιτικούς, επιχειρηματίες, επενδυτές, ακόμη και κοινωνικές οργανώσεις ή think tanks. Κυρίαρχο σύμπτωμα του φαινομένου είναι η σταδιακή αποδυνάμωση του ανθρώπινου δυναμικού στις αγορές της ενημέρωσης και επικοινωνίας και η απορρόφηση της λεγόμενης ‘Τέταρτης Εξουσίας’ από τις υπόλοιπες. Αυτό σημαίνει ότι ο δημοσιογράφος πλέον παύει να προσεγγίζει τα γεγονότα με ουδετερότητα (πολλοί βέβαια δεν το έχουν πράξει ποτέ) και υιοθετεί δικά του κριτήρια (ή των αφεντικών του) με τα οποία ‘φιλτράρει’ τα γεγονότα, προτού τα μετατρέψει σε είδηση ή επίκαιρο σχόλιο.
Η στάση αυτή, πέρα από την παραπλάνηση του κοινού, το οποίο, βέβαια, συχνά – ιδιαίτερα σε χώρες που αυτοκυριεύονται από το θυμικό τους, όπως οι Ελλάδα – επιθυμεί να καθοδηγείται στα επιμέρους, αρκεί να συμφωνεί με τη γενική ‘γραμμή’, έχει ως συνέπεια τη μετατροπή των δημοσιογράφων από – εξ ορισμού – υπερασπιστές του δημόσιου συμφέροντος σε απλούς εκφραστές συμφερόντων των ισχυρών πολιτικοοικονομικών και επιχειρηματικών ομάδων.
Στη χώρα μας το δημοσιογραφικό επάγγελμα διέρχεται κρίση αξιοπιστίας διαχρονικά. Απλώς η πλατφόρμα αλλάζει με το πέρασμα του χρόνου. Από τις εφημερίδες ιδεολογίας του παρελθόντος στην τηλεόραση και από τους ιστότοπους γνώμης και τα blogs, έως αυτό που ακολουθεί τη νέα δεκαετία που έρχεται, η διαιώνιση της διαπλοκής του επαγγέλματος με το πολιτικό παιχνίδι και τα προσωπικά συμφέροντα της τάξης των επιχειρηματιών που αναδύονται την εκάστοτε περίοδο, θα έχει ως συνέπεια τη διατήρηση της απόστασης των δημοσιογράφων από το συλλογικό συμφέρον.
Οι πρακτικές αυτές κράτησαν πάντα τον μέσο Έλληνα δημοσιογράφο σε ρόλο ακόλουθου της εξουσίας. Ακόμη και η – λεγόμενη – ‘αποκαλυπτική δημοσιογραφία’, στις υπηρεσίες κάποιου ανήκει, εξυπηρετώντας (συχνά έναντι αντιτίμου) τις στρατηγικές των ιθυνόντων.
Η λιγότερο προφανής όμως επίπτωση από τη στενή σχέση των διαφόρων ελίτ με τους δημοσιογράφους είναι αρκετά σοβαρότερη και αφορά το μέλλον του επαγγέλματος, το οποίο ήδη πιέζεται από την τεχνολογία. Η αποδιαμεσολάβηση που προκαλεί η αμεσότητα του διαδικτύου, μεταξύ πηγών και ‘δημοσιοποιητών’ είναι μεγαλύτερος κίνδυνος, ακόμη και από την αναξιοπιστία που υπονοεί η λέξη ‘παπαγαλάκια’. Άλλωστε, οι περισσότεροι δημοσιογράφοι σήμερα επιδιώκουν να δρουν στην ασφάλεια του κλουβιού, παρά να δρουν βασισμένοι στις δικές τους δυνάμεις.
Βέβαια, η τεχνολογία παραμένει με το μέρος τους. Όσο απειλητικός φαντάζει ο κίνδυνος της αποδιαμεσολάβησης λόγω της άμεσης επαφής των πηγών με το κοινό τους, άλλο τόσο το ψηφιακό περιβάλλον αποτελεί μοναδική ευκαιρία εξερεύνησης νέων ιδεών και νέων τύπων περιεχομένου.
Και βέβαια, όσο προχωρεί η ψηφιοποίηση της ζωής των πολιτών, η ανάπτυξη της νέας δημοσιογραφίας θα δημιουργεί νέα δεδομένα, αλλά και νέους ‘διαμεσολαβητές’. Η ισχυροποίηση της ‘δημοσιογραφίας των πολιτών’, τα ανεξάρτητα εγχειρήματα διαχείρισης περιεχομένου συμβάλλουν στη ραγδαία απαξίωση των παλαιών Μέσων. Σε αξία αλλά και κοινωνική απήχηση. Η τηλεόραση επιζεί γιατί είναι δωρεάν, οι εφημερίδες διότι είναι γεμάτες δώρα.
Από το άλλο μέρος, στο υπο-διαμόρφωση, ψηφιακό πεδίο, τα προσόντα πάνε μαζί με τα ελαττώματα: το αδόμητο περιεχόμενο, η ελευθεριότητα, η αδυναμία εξακρίβωσης της πληροφορίας, η δύναμη του ψιθύρου, αλλά και η διακινδύνευση της αναλήθειας.
Γεγονός είναι ότι ο ανθρώπινο κεφάλαιο παραμένει στο επίκεντρο των εξελίξεων. Βέβαια, στο ψηφιακό περιβάλλον, οι απαιτήσεις είναι αυξημένες. Τα παραδοσιακά προβλήματα και οι στρεβλώσεις μεγεθύνονται, οι ατέλειες αναδεικνύονται και το τελικό προϊόν υπόκειται στη διαρκή κρίση του κοινού.
Οι συνθήκες δράσης, το πεδίο ανταγωνισμού, τα κριτήρια αξιοσύνης και επιτυχίας αλλάζουν ραγδαία σε ένα επάγγελμα που ήδη βρίσκεται πολλά χρόνια σε κρίση. Πλέον, όμως, η πτώση από την αποσταθεροποίηση δεν απέχει πολύ, και η εκκαθάριση έχει ήδη ξεκινήσει…
Ο Δημήτρης Καμάρας είναι διδάκτωρ Δημοσιογραφίας (City University, London) και Αρχισυντάκτης του Statesmen.
http://www.statesmen.gr/
Η κρίση αξιοπιστίας που χαρακτηρίζει την ελληνική δημοσιογραφία ανέκαθεν ήταν αποτέλεσμα διαπλοκής των Μέσων με τρίτους. Πολιτικούς, επιχειρηματίες, επενδυτές, ακόμη και κοινωνικές οργανώσεις ή think tanks. Κυρίαρχο σύμπτωμα του φαινομένου είναι η σταδιακή αποδυνάμωση του ανθρώπινου δυναμικού στις αγορές της ενημέρωσης και επικοινωνίας και η απορρόφηση της λεγόμενης ‘Τέταρτης Εξουσίας’ από τις υπόλοιπες. Αυτό σημαίνει ότι ο δημοσιογράφος πλέον παύει να προσεγγίζει τα γεγονότα με ουδετερότητα (πολλοί βέβαια δεν το έχουν πράξει ποτέ) και υιοθετεί δικά του κριτήρια (ή των αφεντικών του) με τα οποία ‘φιλτράρει’ τα γεγονότα, προτού τα μετατρέψει σε είδηση ή επίκαιρο σχόλιο.
Η στάση αυτή, πέρα από την παραπλάνηση του κοινού, το οποίο, βέβαια, συχνά – ιδιαίτερα σε χώρες που αυτοκυριεύονται από το θυμικό τους, όπως οι Ελλάδα – επιθυμεί να καθοδηγείται στα επιμέρους, αρκεί να συμφωνεί με τη γενική ‘γραμμή’, έχει ως συνέπεια τη μετατροπή των δημοσιογράφων από – εξ ορισμού – υπερασπιστές του δημόσιου συμφέροντος σε απλούς εκφραστές συμφερόντων των ισχυρών πολιτικοοικονομικών και επιχειρηματικών ομάδων.
Στη χώρα μας το δημοσιογραφικό επάγγελμα διέρχεται κρίση αξιοπιστίας διαχρονικά. Απλώς η πλατφόρμα αλλάζει με το πέρασμα του χρόνου. Από τις εφημερίδες ιδεολογίας του παρελθόντος στην τηλεόραση και από τους ιστότοπους γνώμης και τα blogs, έως αυτό που ακολουθεί τη νέα δεκαετία που έρχεται, η διαιώνιση της διαπλοκής του επαγγέλματος με το πολιτικό παιχνίδι και τα προσωπικά συμφέροντα της τάξης των επιχειρηματιών που αναδύονται την εκάστοτε περίοδο, θα έχει ως συνέπεια τη διατήρηση της απόστασης των δημοσιογράφων από το συλλογικό συμφέρον.
Οι πρακτικές αυτές κράτησαν πάντα τον μέσο Έλληνα δημοσιογράφο σε ρόλο ακόλουθου της εξουσίας. Ακόμη και η – λεγόμενη – ‘αποκαλυπτική δημοσιογραφία’, στις υπηρεσίες κάποιου ανήκει, εξυπηρετώντας (συχνά έναντι αντιτίμου) τις στρατηγικές των ιθυνόντων.
Η λιγότερο προφανής όμως επίπτωση από τη στενή σχέση των διαφόρων ελίτ με τους δημοσιογράφους είναι αρκετά σοβαρότερη και αφορά το μέλλον του επαγγέλματος, το οποίο ήδη πιέζεται από την τεχνολογία. Η αποδιαμεσολάβηση που προκαλεί η αμεσότητα του διαδικτύου, μεταξύ πηγών και ‘δημοσιοποιητών’ είναι μεγαλύτερος κίνδυνος, ακόμη και από την αναξιοπιστία που υπονοεί η λέξη ‘παπαγαλάκια’. Άλλωστε, οι περισσότεροι δημοσιογράφοι σήμερα επιδιώκουν να δρουν στην ασφάλεια του κλουβιού, παρά να δρουν βασισμένοι στις δικές τους δυνάμεις.
Βέβαια, η τεχνολογία παραμένει με το μέρος τους. Όσο απειλητικός φαντάζει ο κίνδυνος της αποδιαμεσολάβησης λόγω της άμεσης επαφής των πηγών με το κοινό τους, άλλο τόσο το ψηφιακό περιβάλλον αποτελεί μοναδική ευκαιρία εξερεύνησης νέων ιδεών και νέων τύπων περιεχομένου.
Και βέβαια, όσο προχωρεί η ψηφιοποίηση της ζωής των πολιτών, η ανάπτυξη της νέας δημοσιογραφίας θα δημιουργεί νέα δεδομένα, αλλά και νέους ‘διαμεσολαβητές’. Η ισχυροποίηση της ‘δημοσιογραφίας των πολιτών’, τα ανεξάρτητα εγχειρήματα διαχείρισης περιεχομένου συμβάλλουν στη ραγδαία απαξίωση των παλαιών Μέσων. Σε αξία αλλά και κοινωνική απήχηση. Η τηλεόραση επιζεί γιατί είναι δωρεάν, οι εφημερίδες διότι είναι γεμάτες δώρα.
Από το άλλο μέρος, στο υπο-διαμόρφωση, ψηφιακό πεδίο, τα προσόντα πάνε μαζί με τα ελαττώματα: το αδόμητο περιεχόμενο, η ελευθεριότητα, η αδυναμία εξακρίβωσης της πληροφορίας, η δύναμη του ψιθύρου, αλλά και η διακινδύνευση της αναλήθειας.
Γεγονός είναι ότι ο ανθρώπινο κεφάλαιο παραμένει στο επίκεντρο των εξελίξεων. Βέβαια, στο ψηφιακό περιβάλλον, οι απαιτήσεις είναι αυξημένες. Τα παραδοσιακά προβλήματα και οι στρεβλώσεις μεγεθύνονται, οι ατέλειες αναδεικνύονται και το τελικό προϊόν υπόκειται στη διαρκή κρίση του κοινού.
Οι συνθήκες δράσης, το πεδίο ανταγωνισμού, τα κριτήρια αξιοσύνης και επιτυχίας αλλάζουν ραγδαία σε ένα επάγγελμα που ήδη βρίσκεται πολλά χρόνια σε κρίση. Πλέον, όμως, η πτώση από την αποσταθεροποίηση δεν απέχει πολύ, και η εκκαθάριση έχει ήδη ξεκινήσει…
Ο Δημήτρης Καμάρας είναι διδάκτωρ Δημοσιογραφίας (City University, London) και Αρχισυντάκτης του Statesmen.
http://www.statesmen.gr/