Η Ελλάς ποτέ δεν πεθαίνει...
Γράφει ο Αλέξανδρος Πιστοφίδης
Τους είπαν μηδίζοντες, αρνησιπάτριδες, γενίτσαρους, δωσίλογους, γλύφτες, οσφυοκάμπτες, ξενόδουλους και προσκυνημένους. Παρότι ανήκουν σε διαφορετικές κοινωνικές ομάδες, έχουν ένα κοινό στοιχείο, τον καιροσκοπισμό.
Η πρόσδεσή τους στο άρμα του εκάστοτε ισχυρού είναι το μοναδικό τους «όραμα» και ο μοναδικός τους τρόπος ζωής. Τους βρίσκεις σε όλες τις εποχές, σε όλες τις χώρες και σε όλες τις κουλτούρες. Εκφράζουν την ανάγκη που έχουν όλοι οι άνθρωποι να ξεχωρίσουν από τους άλλους, από τις «μάζες» των ομοίων τους. Μόνο που αυτοί το κάνουν επιδεικτικά και σε βάρος των ομοίων τους.
Σε σχέση με ξένους ισχυρούς, έχουν το σύνδρομο του αρχοντοχωριάτη «bourgeois gentilhomme», που προσπαθεί να μοιάσει τον ισχυρό και «ευγενή» ξένο κατακτητή. Όταν, σε εθνικό επίπεδο γίνουν πολλοί και...
κάμψουν τις αντιστάσεις μεγάλης μερίδας ενός λαού, τότε οι λαοί αυτοί εξαφανίζονται από τον χάρτη όπως εξαφανίστηκαν εκατοντάδες λαοί από την Ινδία μέχρι τη Δυτική Ευρώπη μετά την κυριαρχία των Μακεδόνων και των Ρωμαίων.
Δεν ήταν τυχαίο, ότι ένας από τους ελάχιστους λαούς που όχι μόνο άντεξε την πίεση της παγκοσμιοποίησης των Αλεξανδρινών-Ελληνιστικών χρόνων αλλά κατάφερε να επιβάλει τον δικό του τρόπο σκέψης και ζωής στους Ελληνες και Ρωμαίους κατακτητές, μέσα από την θρησκεία του, ήταν ο «εκλεκτός» και περιούσιος λαός «των μαχητών του Θεού», του Ισραήλ. Ενας, φαινομενικά, αδύναμος λαός νομάδων, που με θυσίες και επιμονή στάθηκε πιστός στις αρχέγονες αξίες του κηρύσσοντας τον πόλεμο σε αυτού του είδους καιροσκόπους, στους Φαρισαίους, κατορθώνοντας όχι μόνο να επιβιώσει αλλά και να κυριαρχήσει, όταν άλλοι ισχυρότεροι και πολιτισμικά ανώτεροι γειτονικοί λαοί εξαφανίστηκαν. Εξαφανίστηκαν γιατί αγνόησαν την αρχή που λέει πως όταν λαοί αποκοπούν από τις ρίζες τους, είναι στείροι σαν κόκκοι άμμου στην έρημο. Αν έρθει μια θύελλα, αυτοί οι ανθρώπινοι κόκκοι, δίχως πνευματική ουσία που θα τους δώσει ζωή και δίχως κανένα κοινό δεσμό μεταξύ τους, θα παρασυρθούν σε έναν θανατηφόρο ανεμοστρόβιλο. Η πίστη σε αρχέγονες παραδοσιακές αξίες δεν σημαίνει απόρριψη του ξένου ούτε άρνηση του καινοτόμου.
Το θαύμα των Ελλήνων της κλασικής περιόδου συνοψίζεται στη ρήση του Πλάτωνα «ότι περ’ αν έλληνες βαρβάρων παραλάβωσι κάλλιον τούτο εις τέλος απεργάζονται»(Επινομίς 928), που σημαίνει, να παίρνεις από τους ξένους ότι νομίζεις χρήσιμο και να το μεταταμορφώνεις σε κάτι καλύτερο δικό σου. Για να μετατρέψεις κάτι ξένο σε δικό σου και καλύτερο, θα πρέπει να έχεις στέρεες δικές σου πολιτισμικές βάσεις και βαθιές ρίζες. Το μυστικό των λαών που κυριαρχούν σήμερα σε όλα τα επίπεδα οικονομίας και πολιτισμού, στηρίζεται στον άριστο συνδυασμό διατήρησης της συλλογικής ιστορικής μνήμης και ταυτότητας και αποδοχής του νέου από οπουδήποτε κι αν προέρχεται, δίχως τον κίνδυνο αλλοίωσης της συλλογικής ταυτότητάς τους.
Εσωτερικές συγκρούσεις ανάμεσα σε φανατικούς οπαδούς της άκριτης υιοθεσίας του ξένου και της παράδοσης είχαμε πάντοτε και στη χώρα μας και αυτό ήταν υγιές. Μόνο που τα τελευταία χρόνια οι ξενομανείς που αυτοβαπτίσθηκαν εκσυγχρονιστές έχουν πλέον τον απόλυτο έλεγχο. Η άγονη ξενομανία έχει πάρει τη μορφή της πλήρους απόρριψης κάθε τι ελληνικού με την παράλληλη και άκριτη υιοθεσία κάθε τι ξένου.
Χιλιάδες Ελληνες, με κόμπλεξ κατωτερότητας και σύνδρομο του αρχοντοχωριάτη, σπουδαγμένοι στο εξωτερικό, με συγγενικούς ιδεολογικούς και φυσικούς δεσμούς με τις «ανώτερες» άριες φυλές, έχουν επιστρέψει με μοναδικό όνειρο να ανέβουν την κλίμακα της κοινωνικής και οικονομικής ιεραρχίας μεταμφιεσμένοι σε σωτήρες αγγέλους.
Για να πετύχουν την πολιτική και οικονομική κυριαρχία τους, σαν σύγχρονοι Φαναριώτες, χρησιμοποιούν τους δεσμούς τους με τους οικονομικά ισχυρούς ξένους κατηγορώντας οτιδήποτε παραδοσιακό σαν οπισθοδρομικό και αναχρονιστικό. Οι γόνοι εκείνων, που 170 χρόνια νεοελληνικού κράτους δημιούργησαν και καλλιέργησαν το πελατειακό καθεστώς για να εδραιώσουν την κυριαρχία τους, «σπουδαγμένοι» τώρα στις μητροπόλεις της νέας τάξης πραγμάτων, επιστρέφουν σαν ξένοι κατακτητές.
Εικοσιδύο χρόνια στο εξωτερικό, έχω γνωρίσει πολλούς αυτού του είδους των καιροσκόπων-αριβιστών, που όταν βρεθούν ανάμεσα σε ξένους των «ανώτερων» φυλών μιλούν με τον πλέον περιφρονητικό τρόπο για τον λαό τους για να δείξουν ότι εκείνοι αποτελούν εξαίρεση το νόμου του Gauss, σύμφωνα με τον οποίο, «οι γενετικές ιδιότητες υπακούουν σε μια φυσιολογική κατανομή και είναι εντελώς απίθανο, ένας πληθυσμός Χ, στη συγκεκριμένη περίπτωση οι καιροσκόποι-αριβίστες, να είναι εκ γενετής απαλλαγμένοι από ελαττώματα τα οποία διακρίνουν τον υπόλοιπο πληθυσμό με τις ίδιες πολιτισμικές καταβολές».
Από άγνοια της ουσίας της ιστορίας και του πολιτισμού του λαού τους, νιώθοντας ένα έντονο κόμπλεξ κατωτερότητας, με την βαθιά όμως επιθυμία να ανήκουν σε μια ανώτερη κοινωνική τάξη, αρνούνται την ταυτότητά τους. Απόγονοι πέμπτης γενιάς κατσικοκλεφτών και κατσαπλιάδων, οπαδοί των Μαυροκορδάτων και Κωλέτηδων, νομίζουν πως μιμούμενοι τους ξένους σαν μαϊμούδες και αρνούμενοι την ταυτότητά τους μπαίνουν θριαμβευτικά στην τάξη των ευγενών. Αγνοούν, πως μαϊμουδίζοντας και βγάζοντας τα άπλυτα της φυλής σου στο σεργιάνι δεν κερδίζεις τίποτα παραπάνω από την σιωπηρή και κρυφή περιφρόνηση των άλλων, γιατί όσο κι αν μακιγιαρίζεσαι πασχίζοντας να γίνεις ένας από αυτούς που θαυμάζεις, κατά βάθος παραμένεις ένας μασκαρεμένος ξένος.
Εχω ακούσει από γερμανούς υπαλλήλους των Βρυξελλών που είναι λάτρεις της χώρας μας να μου λένε πως γνώρισαν έλληνες, ανώτερα στελέχη στις Βρυξέλλες, οι οποίοι μιλούν με τα χειρότερα λόγια για τους συμπατριώτες τους, νομίζοντας έτσι πως ανεβαίνει το προσωπικό τους πρεστίζ.
Είναι σαν τους νεόγυφτους, που από τα Ανω Λιόσια μετοίκησαν στα Κάτω Λιόσια που έγιναν Ιλιο, κατηγορώντας τους αυθεντικούς συμπαθέστατους γύφτους των Ανω Λιοσίων, ότι είναι γύφτοι.
Με όλα αυτά τα ταπεινωτικά και εξευτελιστικά σχόλια των ξένων με αφορμή την οικονομική μας αθλιότητα, βλέποντας πολλούς ξενομανείς «εκσυγχρονιστές» ηγέτες μας να συνομιλούν με ξένους συναδέλφους τους χασκογελώντας και με μια ασυνήθιστη άνεση λες και είναι παλιόφιλοι, έχω την εντύπωση (είμαι σίγουρος), πως λένε περίπου«αχ Frau Merkel, τι να κάνουμε, αυτός είναι δυστυχώς ο λαός, τον οποίο είχαμε την ατυχία να κυβερνούμε. Καταλάβετε τη θέση μας και δείξτε λίγη κατανόηση. Βοηθήστε μας να τον τιθασεύσουμε και να τον πειθαρχήσουμε να γίνει σαν τον δικό σας υπέροχο λαό.»
Διαφορετικά δεν εξηγείται αυτή η άνεση με τα αμοιβαία χαζοχαμόγελα και τις αμοιβαίες «φιλοφρονήσεις», όταν ο υπουργός οικονομικών της Γερμανίας, μια ημέρα πριν την ανακοίνωση του πακέτου «βοήθειας», σαν νέος Αδόλφος δήλωνε: «πρώτα θα τιμωρήσουμε τους έλληνες και μετά θα τους βοηθήσουμε», δίχως να βρεθεί κάποιος έλληνας πολιτικός (ούτε ο κατά τα άλλα λαλίστατος Πάγκαλος) να του πει πως «τιμωρούμε ατίθασα παιδιά αλλά όχι λαούς».
Όταν ο διάσημος γάλλος σκηνοθέτης Ζαν Λυκ Γκοντάρ, διαμαρτυρόμενος για τον διεθνή διασυρμό των απογόνων εκείνων που θαύμαζε, αρνήθηκε επιδεικτικά να παρευρεθεί σε πρεμιέρα ενός έργου του εκφράζοντας έτσι την οργή του προς τους «αχάριστους και ακαλλιέργητους ευρωπαίους πολιτικούς», την ίδια ώρα οι εκπρόσωποί του λαού μας εκλιπαρούσαν για βοήθεια προσποιούμενοι πως βρέχει όταν τους έφτυναν, αποδεικνύοντας πως είναι ξένοι. Ξένοι προς τις αρχέγονες αξίες «τοις κείνων ρήμασι».
Όταν κάποιοι νιώθουν τον ίδιο το λαό από τον οποίο προέρχονται σαν ένα ξένο προς αυτούς σώμα, είναι φυσιολογικό να τον μεταχειρίζονται σαν κατακτητές. Όταν μάλιστα κατά βάθος γνωρίζουν, πως ότι κι αν γίνει είναι κι εκείνοι μέρος αυτού του λαού, τότε, όχι απλώς τον σιχαίνονται αλλά τον μισούν γιατί γνωρίζουν, ότι οι ξένοι που πασχίζουν να τους μοιάσουν, τους ταυτίζουν μ’ αυτόν τον άθλιο λαό υπανθρώπων.
H βαθιά επιθυμία τους να μοιάσουν τους ξένους υπερανθρώπους, ο φόβος της αποτυχίας τους και η δυστυχία τους που γεννήθηκαν έλληνες, μεταμορφώνονται σε προβαλλόμενο μίσος προς αυτά τα άθλια κατώτερα όντα της φυλής τους, που πληγώνουν τον ναρκισσισμό τους να ανήκουν σε ένα ανώτερο ευγενές είδος. Το ότι αυτά τα απαίσια αναχρονιστικά πλάσματα αντιστέκονται και αποτελούν τροχοπέδη στην προσωπική τους καριέρα που την ταυτίζουν με τον δήθεν εκσυγχρονισμό της χώρας, τους προκαλεί ακόμη περισσότερο μίσος αλλά παράλληλα τους δίνει και τη δυνατότητα να τους καταλογίσουν την ευθύνη της προβλεπόμενης αποτυχίας τους και θα αποτύχουν γιατί αγνοούν πως οι αληθινοί ηγέτες είναι εκείνοι που έχουν συνείδηση της απόλυτης και βαθιάς ευθύνης για την ανεξαρτησία, την ελευθερία και την ευημερία του λαού τους. Σαν σύγχρονοι ελιτιστές, οπαδοί (μόνο σ’ αυτό) του Πλάτωνος, πιστεύουν, πως η ελευθερία του λαού, που για εκείνους όταν δεν πειθαρχεί γίνεται όχλος, είναι απλά ένα άχρηστο και πολλές φορές επιβλαβές προνόμιο.
Η πολιτική ιστορία όλων των λαών μας είχε διδάξει, ότι το πολιτικό παιχνίδι εξουσίας, ουδέποτε είχε παιχτεί δίχως απάτη, δόλο, ψέμα, προδοσία, ακόμα και έγκλημα. Γι αυτούς τους «δημοκράτες»-ελιτιστές, ο λαός, δηλαδή ο όχλος, δεν έχει κανένα δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού στο να κάνει τα δικά του σφάλματα.
Οσοι είναι αποκλεισμένοι από το «πανηγύρι της μοιρασιάς της πίτας», εξαπατήθηκαν από τις υποσχέσεις και δεν υπομένουν με καρτερικότητα το «πεπρωμένο τους», με αρκετά μεγάλη ευκολία και επιπολαιότητα, θα χαρακτηριστούν αντιδραστικοί, αναχρονιστές, ανίκανοι, τεμπέληδες, ηλίθιοι και υπεύθυνοι για την προγραμματισμένη αποτυχία τους.
Οντας σίγουροι πως οι ίδιοι θα μοιράζονται για πάντα την εξουσία και πως στη δημοκρατία ισχύει ο κανόνας πως η “πλειοψηφία έχει πάντα το ρεαλισμό και το δίκαιο με το μέρος της”, παραβλέπουν πως αυτό ισχύει μόνο στην Κοινοβουλευτική Δημοκρατία, για την οποία δεν υπάρχει καμία εγγύηση για το απώτερο μέλλον. Εντωμεταξύ, σύμφωνα με τη διευθύντρια του ελληνικού παραρτήματος της Manpower, «η τάση φυγής νέων με υψηλό επίπεδο μόρφωσης προς το εξωτερικό, έχει πάρει εκρηκτικές διαστάσεις. Εάν συνεχιστεί το κύμα της μετανάστευσης, Η Ελλάδα θα χάσει τους νέους και μορφωμένους ανθρώπους της, αυτούς από τους οποίους περιμέναμε να την αναπτύξουν. Θα γίνουμε μια χώρα με ανθρώπους με χαμηλό επίπεδο μόρφωσης και ηλικιωμένους».
Με τέτοιους ηγέτες- αφέντες μεσάζοντες ξένων, που αντί να ενθουσιάσουν το λαό τους ώστε να βγάλει από μέσα του αυτό που ξέρει, που μπορεί και έμαθε μέσα από την ιστορία του, τον περιφρονούν και τον εξευτελίζουν, οι λαοί, όχι μόνο χρεοκοπούν αλλά και εξαφανίζονται αργοπεθαίνοντας μέσα στην περιφρόνηση και ανυποληψία.
Εχουμε δεκάδες, εκατοντάδες, χιλιάδες τέτοιων τραγικών παραδειγμάτων προσκυνημένων λαών και φυλών, που προδόθηκαν από τις πολιτικές και πνευματικές ηγεσίες τους, παραιτήθηκαν και αυτοκτόνησαν. Και οι ένδοξοι Χετταίοι, Χαλδαίοι, Ασσύριοι, Αιγύπτιοι, Αζτέκοι, κ.λ.π. κ.λ.π. δεν πέθαναν ποτέ, απλώς έχασαν την ανεξαρτησία και την αυτοεκτίμησή τους, στέρεψαν και αφομοιώθηκαν γιατί δεν έμεινε τίποτα για το οποίο θα μπορούσε να είναι υπερήφανος ο λαός και για το οποίο θα άξιζε να αγωνιστεί.
Τους είπαν μηδίζοντες, αρνησιπάτριδες, γενίτσαρους, δωσίλογους, γλύφτες, οσφυοκάμπτες, ξενόδουλους και προσκυνημένους. Παρότι ανήκουν σε διαφορετικές κοινωνικές ομάδες, έχουν ένα κοινό στοιχείο, τον καιροσκοπισμό.
Η πρόσδεσή τους στο άρμα του εκάστοτε ισχυρού είναι το μοναδικό τους «όραμα» και ο μοναδικός τους τρόπος ζωής. Τους βρίσκεις σε όλες τις εποχές, σε όλες τις χώρες και σε όλες τις κουλτούρες. Εκφράζουν την ανάγκη που έχουν όλοι οι άνθρωποι να ξεχωρίσουν από τους άλλους, από τις «μάζες» των ομοίων τους. Μόνο που αυτοί το κάνουν επιδεικτικά και σε βάρος των ομοίων τους.
Σε σχέση με ξένους ισχυρούς, έχουν το σύνδρομο του αρχοντοχωριάτη «bourgeois gentilhomme», που προσπαθεί να μοιάσει τον ισχυρό και «ευγενή» ξένο κατακτητή. Όταν, σε εθνικό επίπεδο γίνουν πολλοί και...
κάμψουν τις αντιστάσεις μεγάλης μερίδας ενός λαού, τότε οι λαοί αυτοί εξαφανίζονται από τον χάρτη όπως εξαφανίστηκαν εκατοντάδες λαοί από την Ινδία μέχρι τη Δυτική Ευρώπη μετά την κυριαρχία των Μακεδόνων και των Ρωμαίων.
Δεν ήταν τυχαίο, ότι ένας από τους ελάχιστους λαούς που όχι μόνο άντεξε την πίεση της παγκοσμιοποίησης των Αλεξανδρινών-Ελληνιστικών χρόνων αλλά κατάφερε να επιβάλει τον δικό του τρόπο σκέψης και ζωής στους Ελληνες και Ρωμαίους κατακτητές, μέσα από την θρησκεία του, ήταν ο «εκλεκτός» και περιούσιος λαός «των μαχητών του Θεού», του Ισραήλ. Ενας, φαινομενικά, αδύναμος λαός νομάδων, που με θυσίες και επιμονή στάθηκε πιστός στις αρχέγονες αξίες του κηρύσσοντας τον πόλεμο σε αυτού του είδους καιροσκόπους, στους Φαρισαίους, κατορθώνοντας όχι μόνο να επιβιώσει αλλά και να κυριαρχήσει, όταν άλλοι ισχυρότεροι και πολιτισμικά ανώτεροι γειτονικοί λαοί εξαφανίστηκαν. Εξαφανίστηκαν γιατί αγνόησαν την αρχή που λέει πως όταν λαοί αποκοπούν από τις ρίζες τους, είναι στείροι σαν κόκκοι άμμου στην έρημο. Αν έρθει μια θύελλα, αυτοί οι ανθρώπινοι κόκκοι, δίχως πνευματική ουσία που θα τους δώσει ζωή και δίχως κανένα κοινό δεσμό μεταξύ τους, θα παρασυρθούν σε έναν θανατηφόρο ανεμοστρόβιλο. Η πίστη σε αρχέγονες παραδοσιακές αξίες δεν σημαίνει απόρριψη του ξένου ούτε άρνηση του καινοτόμου.
Το θαύμα των Ελλήνων της κλασικής περιόδου συνοψίζεται στη ρήση του Πλάτωνα «ότι περ’ αν έλληνες βαρβάρων παραλάβωσι κάλλιον τούτο εις τέλος απεργάζονται»(Επινομίς 928), που σημαίνει, να παίρνεις από τους ξένους ότι νομίζεις χρήσιμο και να το μεταταμορφώνεις σε κάτι καλύτερο δικό σου. Για να μετατρέψεις κάτι ξένο σε δικό σου και καλύτερο, θα πρέπει να έχεις στέρεες δικές σου πολιτισμικές βάσεις και βαθιές ρίζες. Το μυστικό των λαών που κυριαρχούν σήμερα σε όλα τα επίπεδα οικονομίας και πολιτισμού, στηρίζεται στον άριστο συνδυασμό διατήρησης της συλλογικής ιστορικής μνήμης και ταυτότητας και αποδοχής του νέου από οπουδήποτε κι αν προέρχεται, δίχως τον κίνδυνο αλλοίωσης της συλλογικής ταυτότητάς τους.
Εσωτερικές συγκρούσεις ανάμεσα σε φανατικούς οπαδούς της άκριτης υιοθεσίας του ξένου και της παράδοσης είχαμε πάντοτε και στη χώρα μας και αυτό ήταν υγιές. Μόνο που τα τελευταία χρόνια οι ξενομανείς που αυτοβαπτίσθηκαν εκσυγχρονιστές έχουν πλέον τον απόλυτο έλεγχο. Η άγονη ξενομανία έχει πάρει τη μορφή της πλήρους απόρριψης κάθε τι ελληνικού με την παράλληλη και άκριτη υιοθεσία κάθε τι ξένου.
Χιλιάδες Ελληνες, με κόμπλεξ κατωτερότητας και σύνδρομο του αρχοντοχωριάτη, σπουδαγμένοι στο εξωτερικό, με συγγενικούς ιδεολογικούς και φυσικούς δεσμούς με τις «ανώτερες» άριες φυλές, έχουν επιστρέψει με μοναδικό όνειρο να ανέβουν την κλίμακα της κοινωνικής και οικονομικής ιεραρχίας μεταμφιεσμένοι σε σωτήρες αγγέλους.
Για να πετύχουν την πολιτική και οικονομική κυριαρχία τους, σαν σύγχρονοι Φαναριώτες, χρησιμοποιούν τους δεσμούς τους με τους οικονομικά ισχυρούς ξένους κατηγορώντας οτιδήποτε παραδοσιακό σαν οπισθοδρομικό και αναχρονιστικό. Οι γόνοι εκείνων, που 170 χρόνια νεοελληνικού κράτους δημιούργησαν και καλλιέργησαν το πελατειακό καθεστώς για να εδραιώσουν την κυριαρχία τους, «σπουδαγμένοι» τώρα στις μητροπόλεις της νέας τάξης πραγμάτων, επιστρέφουν σαν ξένοι κατακτητές.
Εικοσιδύο χρόνια στο εξωτερικό, έχω γνωρίσει πολλούς αυτού του είδους των καιροσκόπων-αριβιστών, που όταν βρεθούν ανάμεσα σε ξένους των «ανώτερων» φυλών μιλούν με τον πλέον περιφρονητικό τρόπο για τον λαό τους για να δείξουν ότι εκείνοι αποτελούν εξαίρεση το νόμου του Gauss, σύμφωνα με τον οποίο, «οι γενετικές ιδιότητες υπακούουν σε μια φυσιολογική κατανομή και είναι εντελώς απίθανο, ένας πληθυσμός Χ, στη συγκεκριμένη περίπτωση οι καιροσκόποι-αριβίστες, να είναι εκ γενετής απαλλαγμένοι από ελαττώματα τα οποία διακρίνουν τον υπόλοιπο πληθυσμό με τις ίδιες πολιτισμικές καταβολές».
Από άγνοια της ουσίας της ιστορίας και του πολιτισμού του λαού τους, νιώθοντας ένα έντονο κόμπλεξ κατωτερότητας, με την βαθιά όμως επιθυμία να ανήκουν σε μια ανώτερη κοινωνική τάξη, αρνούνται την ταυτότητά τους. Απόγονοι πέμπτης γενιάς κατσικοκλεφτών και κατσαπλιάδων, οπαδοί των Μαυροκορδάτων και Κωλέτηδων, νομίζουν πως μιμούμενοι τους ξένους σαν μαϊμούδες και αρνούμενοι την ταυτότητά τους μπαίνουν θριαμβευτικά στην τάξη των ευγενών. Αγνοούν, πως μαϊμουδίζοντας και βγάζοντας τα άπλυτα της φυλής σου στο σεργιάνι δεν κερδίζεις τίποτα παραπάνω από την σιωπηρή και κρυφή περιφρόνηση των άλλων, γιατί όσο κι αν μακιγιαρίζεσαι πασχίζοντας να γίνεις ένας από αυτούς που θαυμάζεις, κατά βάθος παραμένεις ένας μασκαρεμένος ξένος.
Εχω ακούσει από γερμανούς υπαλλήλους των Βρυξελλών που είναι λάτρεις της χώρας μας να μου λένε πως γνώρισαν έλληνες, ανώτερα στελέχη στις Βρυξέλλες, οι οποίοι μιλούν με τα χειρότερα λόγια για τους συμπατριώτες τους, νομίζοντας έτσι πως ανεβαίνει το προσωπικό τους πρεστίζ.
Είναι σαν τους νεόγυφτους, που από τα Ανω Λιόσια μετοίκησαν στα Κάτω Λιόσια που έγιναν Ιλιο, κατηγορώντας τους αυθεντικούς συμπαθέστατους γύφτους των Ανω Λιοσίων, ότι είναι γύφτοι.
Με όλα αυτά τα ταπεινωτικά και εξευτελιστικά σχόλια των ξένων με αφορμή την οικονομική μας αθλιότητα, βλέποντας πολλούς ξενομανείς «εκσυγχρονιστές» ηγέτες μας να συνομιλούν με ξένους συναδέλφους τους χασκογελώντας και με μια ασυνήθιστη άνεση λες και είναι παλιόφιλοι, έχω την εντύπωση (είμαι σίγουρος), πως λένε περίπου«αχ Frau Merkel, τι να κάνουμε, αυτός είναι δυστυχώς ο λαός, τον οποίο είχαμε την ατυχία να κυβερνούμε. Καταλάβετε τη θέση μας και δείξτε λίγη κατανόηση. Βοηθήστε μας να τον τιθασεύσουμε και να τον πειθαρχήσουμε να γίνει σαν τον δικό σας υπέροχο λαό.»
Διαφορετικά δεν εξηγείται αυτή η άνεση με τα αμοιβαία χαζοχαμόγελα και τις αμοιβαίες «φιλοφρονήσεις», όταν ο υπουργός οικονομικών της Γερμανίας, μια ημέρα πριν την ανακοίνωση του πακέτου «βοήθειας», σαν νέος Αδόλφος δήλωνε: «πρώτα θα τιμωρήσουμε τους έλληνες και μετά θα τους βοηθήσουμε», δίχως να βρεθεί κάποιος έλληνας πολιτικός (ούτε ο κατά τα άλλα λαλίστατος Πάγκαλος) να του πει πως «τιμωρούμε ατίθασα παιδιά αλλά όχι λαούς».
Όταν ο διάσημος γάλλος σκηνοθέτης Ζαν Λυκ Γκοντάρ, διαμαρτυρόμενος για τον διεθνή διασυρμό των απογόνων εκείνων που θαύμαζε, αρνήθηκε επιδεικτικά να παρευρεθεί σε πρεμιέρα ενός έργου του εκφράζοντας έτσι την οργή του προς τους «αχάριστους και ακαλλιέργητους ευρωπαίους πολιτικούς», την ίδια ώρα οι εκπρόσωποί του λαού μας εκλιπαρούσαν για βοήθεια προσποιούμενοι πως βρέχει όταν τους έφτυναν, αποδεικνύοντας πως είναι ξένοι. Ξένοι προς τις αρχέγονες αξίες «τοις κείνων ρήμασι».
Όταν κάποιοι νιώθουν τον ίδιο το λαό από τον οποίο προέρχονται σαν ένα ξένο προς αυτούς σώμα, είναι φυσιολογικό να τον μεταχειρίζονται σαν κατακτητές. Όταν μάλιστα κατά βάθος γνωρίζουν, πως ότι κι αν γίνει είναι κι εκείνοι μέρος αυτού του λαού, τότε, όχι απλώς τον σιχαίνονται αλλά τον μισούν γιατί γνωρίζουν, ότι οι ξένοι που πασχίζουν να τους μοιάσουν, τους ταυτίζουν μ’ αυτόν τον άθλιο λαό υπανθρώπων.
H βαθιά επιθυμία τους να μοιάσουν τους ξένους υπερανθρώπους, ο φόβος της αποτυχίας τους και η δυστυχία τους που γεννήθηκαν έλληνες, μεταμορφώνονται σε προβαλλόμενο μίσος προς αυτά τα άθλια κατώτερα όντα της φυλής τους, που πληγώνουν τον ναρκισσισμό τους να ανήκουν σε ένα ανώτερο ευγενές είδος. Το ότι αυτά τα απαίσια αναχρονιστικά πλάσματα αντιστέκονται και αποτελούν τροχοπέδη στην προσωπική τους καριέρα που την ταυτίζουν με τον δήθεν εκσυγχρονισμό της χώρας, τους προκαλεί ακόμη περισσότερο μίσος αλλά παράλληλα τους δίνει και τη δυνατότητα να τους καταλογίσουν την ευθύνη της προβλεπόμενης αποτυχίας τους και θα αποτύχουν γιατί αγνοούν πως οι αληθινοί ηγέτες είναι εκείνοι που έχουν συνείδηση της απόλυτης και βαθιάς ευθύνης για την ανεξαρτησία, την ελευθερία και την ευημερία του λαού τους. Σαν σύγχρονοι ελιτιστές, οπαδοί (μόνο σ’ αυτό) του Πλάτωνος, πιστεύουν, πως η ελευθερία του λαού, που για εκείνους όταν δεν πειθαρχεί γίνεται όχλος, είναι απλά ένα άχρηστο και πολλές φορές επιβλαβές προνόμιο.
Η πολιτική ιστορία όλων των λαών μας είχε διδάξει, ότι το πολιτικό παιχνίδι εξουσίας, ουδέποτε είχε παιχτεί δίχως απάτη, δόλο, ψέμα, προδοσία, ακόμα και έγκλημα. Γι αυτούς τους «δημοκράτες»-ελιτιστές, ο λαός, δηλαδή ο όχλος, δεν έχει κανένα δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού στο να κάνει τα δικά του σφάλματα.
Οσοι είναι αποκλεισμένοι από το «πανηγύρι της μοιρασιάς της πίτας», εξαπατήθηκαν από τις υποσχέσεις και δεν υπομένουν με καρτερικότητα το «πεπρωμένο τους», με αρκετά μεγάλη ευκολία και επιπολαιότητα, θα χαρακτηριστούν αντιδραστικοί, αναχρονιστές, ανίκανοι, τεμπέληδες, ηλίθιοι και υπεύθυνοι για την προγραμματισμένη αποτυχία τους.
Οντας σίγουροι πως οι ίδιοι θα μοιράζονται για πάντα την εξουσία και πως στη δημοκρατία ισχύει ο κανόνας πως η “πλειοψηφία έχει πάντα το ρεαλισμό και το δίκαιο με το μέρος της”, παραβλέπουν πως αυτό ισχύει μόνο στην Κοινοβουλευτική Δημοκρατία, για την οποία δεν υπάρχει καμία εγγύηση για το απώτερο μέλλον. Εντωμεταξύ, σύμφωνα με τη διευθύντρια του ελληνικού παραρτήματος της Manpower, «η τάση φυγής νέων με υψηλό επίπεδο μόρφωσης προς το εξωτερικό, έχει πάρει εκρηκτικές διαστάσεις. Εάν συνεχιστεί το κύμα της μετανάστευσης, Η Ελλάδα θα χάσει τους νέους και μορφωμένους ανθρώπους της, αυτούς από τους οποίους περιμέναμε να την αναπτύξουν. Θα γίνουμε μια χώρα με ανθρώπους με χαμηλό επίπεδο μόρφωσης και ηλικιωμένους».
Με τέτοιους ηγέτες- αφέντες μεσάζοντες ξένων, που αντί να ενθουσιάσουν το λαό τους ώστε να βγάλει από μέσα του αυτό που ξέρει, που μπορεί και έμαθε μέσα από την ιστορία του, τον περιφρονούν και τον εξευτελίζουν, οι λαοί, όχι μόνο χρεοκοπούν αλλά και εξαφανίζονται αργοπεθαίνοντας μέσα στην περιφρόνηση και ανυποληψία.
Εχουμε δεκάδες, εκατοντάδες, χιλιάδες τέτοιων τραγικών παραδειγμάτων προσκυνημένων λαών και φυλών, που προδόθηκαν από τις πολιτικές και πνευματικές ηγεσίες τους, παραιτήθηκαν και αυτοκτόνησαν. Και οι ένδοξοι Χετταίοι, Χαλδαίοι, Ασσύριοι, Αιγύπτιοι, Αζτέκοι, κ.λ.π. κ.λ.π. δεν πέθαναν ποτέ, απλώς έχασαν την ανεξαρτησία και την αυτοεκτίμησή τους, στέρεψαν και αφομοιώθηκαν γιατί δεν έμεινε τίποτα για το οποίο θα μπορούσε να είναι υπερήφανος ο λαός και για το οποίο θα άξιζε να αγωνιστεί.