Από το CREDO του πολιτικώς «κοινωνείν», στο FREDO του πολιτικώς «αδιαφορείν»
Στα πρόθυρα της επίκαιρης αναμέτρησης αναπόφευκτα ο νους του ενεργού πολίτη ανατρέχει σε εικόνες και ερεθίσματα άλλων εποχών, προσφεύγει σε συγκρίσεις , αναπολεί δυναμικές ατμόσφαιρες, μαζικές κινητοποιήσεις, προσδοκίες, απογοητεύσεις, θριάμβους, όλο αυτό το σκηνικό που σηματοδοτεί το ενδιαφέρον για τα «κοινά» της Πόλης, τον αντίποδα της πολιτικής «ιδιωτείας».
Μα πάνω από όλα, η διαυγής πολιτική σκέψη ανατρέχει στις γενιές εκείνες που είχαν ή αναδείχτηκαν μέσα από το πολιτικό τους credo, το πιστεύω τους για την αναγκαιότητα αλλαγών και μεταρρυθμίσεων, για ανατροπές παλαιών σχημάτων και βραδυκίνητων θεσμών, για την εξυγίανση των κρατικών δομών, για την επαναφορά του ήθους στην πολιτική ζωή.
Ο υπογράφων ανήκει στη γενιά του Πολυτεχνείου. Δεν γνώρισε τη βία του πολέμου, αλλά συχνά το μαρτύριο μιας πνευματικά ανεκμετάλλευτης ειρήνης. Μύρισε τον ανθισμένο Μάη του ‘ 68, αλλά και την υγρασία των χουντικών κελιών. Βίωσε την επανάσταση της νέας γενιάς ενάντια στον καθωσπρεπισμό της ηθικοποιημένης συντηρητικής ευπρέπειας, μέσα από τα γυναικεία καπελάκια των γυναικών τις Κυριακές και τα κοντοκουρεμένα πρόσωπα των φραγκοφορεμένων ανδρεικέλων της «εθνοσωτήριας 21ης» με το πένθιμο μουστακάκι του άνω χείλους.
Αλλά απόκτησε, δημιούργησε, δόμησε ένα πολιτικό CREDO. Είχε όραμα. Έβλεπε την πολιτική με την αξία και την απαξία της. Στράφηκε με πνεύμα αγωνιστικό στον κοινό – ναι, τον κοινό- αγώνα να βγει η Ελλάδα από το τέλμα και τη λάσπη και την κακομοιριά της μοιρολατρίας. Απόκτησε πίστη στην αναγκαιότητα της αλλαγής, μιας αλλαγής που δεν είχε χρώμα αλλά αποτελούσε το κοινόν ζητούμενο. Ήταν μια γενιά πολιτικοποιημένη, δηλ. με ενδιαφέρον για το «κοινωνικό γίγνεσθαι». Και για όσους δεν είχαν credo, είχε φροντίσει ο σοσιαλιστικός άνεμος , άλλοτε ως «αύρα πραεία» , άλλοτε ως θύελλα που σάρωνε τα πάντα, να τους οδηγήσει σε ένα νεοδημιούργητο «πολιτικό καφενείο» , να τους αφυπνίσει, να τους ζωντανέψει. Ήταν κέρδος για τον τόπο μας το καφενείο αυτό, γιατί έγινε χώρος ζύμωσης, διαλογικής αντιπαράθεσης, αφύπνισης συνειδησιακής μετά από το λήθαργο που είχαμε υποστεί. Ήταν ο χώρος της παλιάς «Αγοράς», της άμεσης δημοκρατικής αντιπαράθεσης, ακόμα και με τις αρνητικές του συνέπειες, αυτές του άλογου πάθους, της συκοφαντίας και κατασπίλωσης. Αλλά ήταν ο χώρος, που πρόβαλε ζωντανό το ενδιαφέρον του πολίτη για τα κοινά.
Σε εκείνα τα «πολιτικά καφενεία» ταρακουνήθηκαν τα λιμνασμένα νερά της διανόησης και κοντά στον «μέτριο με ολίγη» και τον ήχο από τα ζάρια που στροβίλιζαν να βρουν από ποια πλευρά θα πέσουν άκουγες πολίτες – μορφωμένους και μη, διανοούμενους και εργάτες, πολίτες κάθε κοινωνικής και μορφωτικής τάξης και τάσης να αναλύουν την πολιτική, να αφουγκράζονται τα κοινωνικά προβλήματα, να αναζητούν λύσεις για την παιδεία, την υγεία, την κοινωνική ασφάλιση, την υγεία. Ήταν γεμάτα με ενεργούς πολίτες, χωλούς καμιά φορά και μονόφθαλμους, αλλά πολίτες.
Και σήμερα; Τα καφενεία έμειναν, αλλά χωρίς ψυχή. Απανεμιά χωρίς ελπίδα κάποιας αύρας. Το «credo» στέρεψε και αντικαταστάθηκε από το «fredo», η αναζήτηση για κοινωνική δικαιοσύνη έγινε τώρα αναζήτηση για το «πού θα πάμε το βράδυ, που θα κάνουμε “clubbing”, πού θα είμαστε “in”, που θα ακούσουμε techno και σε ποιο hardrock cafe θα διασκεδάσουμε την ανία μας, ρουφώντας ….fredo.
Για το σήμερα, χασμουρητό, για το αύριο, αδιαφορία και βαριεστιμάρα.
Και πού και πού , σαν τον παλιό ντελάλη της γειτονιάς να ακούγονται από το δρόμο τα μεγάφωνα «περιθωριακών» , «συνταξιούχων» , «ανέργων ναυπηγεργατών» ή οι εκρήξεις από τα μολότωφ των «εξοργισμένων αναρχικών» που όμως αφήνουν τους θαμώνες του σημερινού καφενείου «Η Ωραία Ελλάς» παντελώς αδιάφορους. Σαν να μη ζουν αυτοί εδώ, σαν να μην αναπνέουν το όζον της ανάπτυξης, την αιθάλη από τα καμένα δάση, την βρωμιά του λαδωμένου κέρδους. Σαν να μη βιώνουν τα προβλήματα να μην τα θεωρούν ουσιαστικά. Γιατί δεν τους «ενδιαφέρουν». Γιατί είναι ξένοι, αλλότριοι ήχοι που ενοχλούν τους «υποψιασμένους» , τους «μοντέρνους Yuppies» , όλους αυτούς τους διαπλεκόμενους στις πελατειακές συντεχνίες της συναλλαγής και του ξεπουλήματος. Γιατί δεν τους αφήνουν να απολαύσουν το νέο σουξέ του «famestory» , τις «Κατινιές» του μεσημεριανού τηλεβιασμού της μέσης ανθρώπινης νόησης, κοντολογίς, δεν τους αφήνουν να χαρούν το …fredo τους.
Από το credo του πολιτικώς «κοινωνείν» στο fredo του απολιτικώς «χασμάσθαι». Και στον αραχτό καναπέ με τα μαξιλαράκια και τον ναργιλέ.
Λες και η παιδεία μας δεν έχει φουντάρει. Λες και το σύστημα υγείας μας δεν είναι ακόμα «φακελωμένο». Λες και οι βραχονησίδες μας δεν εξαφανίζονται στο «γκρίζο» πια Αιγαίο. Λες και το ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό μας λύθηκε και δεν έχει εγκλωβίσει τα 2/3 του ελληνικού λαού στην αβεβαιότητα και το άγχος που φέρνει το αύριο. Λες και το άδειο καλαθάκι της νοικοκυράς που ψαχουλεύει να βρει στο βάθος του πορτοφολιού μερικά ακόμα σεντς για ένα ραδίκι παραπάνω δεν μας αγγίζει.
Αρκεί που τρέχει το «χαρτζιλίκι» του μάνατζερ-πατέρα , της καριερίστας μάνας, έτσι για νάχουμε το fredo και την κραιπάλη στα βαρελοτσιπουράδικα…
Οδηγημένη από ταγούς που φρόντισαν να την αποχαυνώσουν μέσα από τα «Μεδια» και τα «realityshows» αφέθηκε η νέα γενιά απροστάτευτη με μια ζωή γυάλινη, άρα εύθραυστη, πάνω στα τραπέζια των ηδονοβλεψιών λάγνων, που για 100 ευρωπούλια την λοιδορούν στα τηλεοπτικά παράθυρα. Έτσι , ανατέθηκε το «πολιτικώς» σκέπτεσθαι στους «άλλους», στους καπάτσους, στους ασύμμετρους αμετροεπείς, τους επαγγελματίες της πώλησης φρούδων ελπίδων. Και η εξουσία της πατρίδας σε “κηδεμόνες” σχολάζουσας κληρονομίας, σε εκείνους που ξέρουν πριν από μας, για μας, το καλό μας και πολύ περισσότερο, το δικό τους …συμφέρον. Στους δικολάβους της δημοκρατίας, που βόλεψαν την νεολαία σε μια πολυθρόνα με ένα τηλεκοντρόλ στο ένα χέρι και το …fredo στο άλλο, να επαναλαμβάνει την θλιβερή επωδό « και τι με νοιάζει εμένα η πολιτική, αυτή είναι για τους ηλίθιους».
Μόνο που αυτοί οι «ηλίθιοι», μόνο ηλίθιοι δεν είναι. Έκλεψαν το Credo των παιδιών, τους στέρησαν από το όραμα και αντάλλαξαν το «πολιτικό καφενείο» με την «πολιτική κουζίνα» , όπου μάγειροι είναι οι ίδιοι και δοκιμάζουν συνταγές ερήμην μας κατά το δοκούν. Κι έγινε το καφενεδάκι μας από χώρος κοινωνίας πολιτών σε χώρο καθοδήγησης από τους «απ΄ έξω». Μόνο που οι παλιοί ινστρούχτορες άλλαξαν όψη, μεταλλάχθηκαν και έβγαλαν την τραγιάσκα για να φορέσουν Armani.
Και οι νέοι μας έγιναν σύγχρονοι απολίτικοι μικροαστοί που κυκλοφορούν – όπως πριν 40 χρόνια- σαν θλιβεροί παλιάτσοι, «πελάτες» των οργανωμένων κυκλωμάτων που τους πουλάνε, πτυχία, τίτλους σπουδών, θεσούλες στο δημόσιο, που «επενδύουν» στον αρχοντοχωριατισμό τους, την «κουλτούρα του τσιφτετελιού» , τον ωχαδερφισμό τους και την έλλειψη στοιχειώδους πολιτικής και πολιτιστικής κρίσης. Και τους στέλνουν αδιάβαστους….με το fredo στο χέρι.
Καλό βόλι, λοιπόν.
Tertios
http://www.antinews.gr/
Μα πάνω από όλα, η διαυγής πολιτική σκέψη ανατρέχει στις γενιές εκείνες που είχαν ή αναδείχτηκαν μέσα από το πολιτικό τους credo, το πιστεύω τους για την αναγκαιότητα αλλαγών και μεταρρυθμίσεων, για ανατροπές παλαιών σχημάτων και βραδυκίνητων θεσμών, για την εξυγίανση των κρατικών δομών, για την επαναφορά του ήθους στην πολιτική ζωή.
Ο υπογράφων ανήκει στη γενιά του Πολυτεχνείου. Δεν γνώρισε τη βία του πολέμου, αλλά συχνά το μαρτύριο μιας πνευματικά ανεκμετάλλευτης ειρήνης. Μύρισε τον ανθισμένο Μάη του ‘ 68, αλλά και την υγρασία των χουντικών κελιών. Βίωσε την επανάσταση της νέας γενιάς ενάντια στον καθωσπρεπισμό της ηθικοποιημένης συντηρητικής ευπρέπειας, μέσα από τα γυναικεία καπελάκια των γυναικών τις Κυριακές και τα κοντοκουρεμένα πρόσωπα των φραγκοφορεμένων ανδρεικέλων της «εθνοσωτήριας 21ης» με το πένθιμο μουστακάκι του άνω χείλους.
Αλλά απόκτησε, δημιούργησε, δόμησε ένα πολιτικό CREDO. Είχε όραμα. Έβλεπε την πολιτική με την αξία και την απαξία της. Στράφηκε με πνεύμα αγωνιστικό στον κοινό – ναι, τον κοινό- αγώνα να βγει η Ελλάδα από το τέλμα και τη λάσπη και την κακομοιριά της μοιρολατρίας. Απόκτησε πίστη στην αναγκαιότητα της αλλαγής, μιας αλλαγής που δεν είχε χρώμα αλλά αποτελούσε το κοινόν ζητούμενο. Ήταν μια γενιά πολιτικοποιημένη, δηλ. με ενδιαφέρον για το «κοινωνικό γίγνεσθαι». Και για όσους δεν είχαν credo, είχε φροντίσει ο σοσιαλιστικός άνεμος , άλλοτε ως «αύρα πραεία» , άλλοτε ως θύελλα που σάρωνε τα πάντα, να τους οδηγήσει σε ένα νεοδημιούργητο «πολιτικό καφενείο» , να τους αφυπνίσει, να τους ζωντανέψει. Ήταν κέρδος για τον τόπο μας το καφενείο αυτό, γιατί έγινε χώρος ζύμωσης, διαλογικής αντιπαράθεσης, αφύπνισης συνειδησιακής μετά από το λήθαργο που είχαμε υποστεί. Ήταν ο χώρος της παλιάς «Αγοράς», της άμεσης δημοκρατικής αντιπαράθεσης, ακόμα και με τις αρνητικές του συνέπειες, αυτές του άλογου πάθους, της συκοφαντίας και κατασπίλωσης. Αλλά ήταν ο χώρος, που πρόβαλε ζωντανό το ενδιαφέρον του πολίτη για τα κοινά.
Σε εκείνα τα «πολιτικά καφενεία» ταρακουνήθηκαν τα λιμνασμένα νερά της διανόησης και κοντά στον «μέτριο με ολίγη» και τον ήχο από τα ζάρια που στροβίλιζαν να βρουν από ποια πλευρά θα πέσουν άκουγες πολίτες – μορφωμένους και μη, διανοούμενους και εργάτες, πολίτες κάθε κοινωνικής και μορφωτικής τάξης και τάσης να αναλύουν την πολιτική, να αφουγκράζονται τα κοινωνικά προβλήματα, να αναζητούν λύσεις για την παιδεία, την υγεία, την κοινωνική ασφάλιση, την υγεία. Ήταν γεμάτα με ενεργούς πολίτες, χωλούς καμιά φορά και μονόφθαλμους, αλλά πολίτες.
Και σήμερα; Τα καφενεία έμειναν, αλλά χωρίς ψυχή. Απανεμιά χωρίς ελπίδα κάποιας αύρας. Το «credo» στέρεψε και αντικαταστάθηκε από το «fredo», η αναζήτηση για κοινωνική δικαιοσύνη έγινε τώρα αναζήτηση για το «πού θα πάμε το βράδυ, που θα κάνουμε “clubbing”, πού θα είμαστε “in”, που θα ακούσουμε techno και σε ποιο hardrock cafe θα διασκεδάσουμε την ανία μας, ρουφώντας ….fredo.
Για το σήμερα, χασμουρητό, για το αύριο, αδιαφορία και βαριεστιμάρα.
Και πού και πού , σαν τον παλιό ντελάλη της γειτονιάς να ακούγονται από το δρόμο τα μεγάφωνα «περιθωριακών» , «συνταξιούχων» , «ανέργων ναυπηγεργατών» ή οι εκρήξεις από τα μολότωφ των «εξοργισμένων αναρχικών» που όμως αφήνουν τους θαμώνες του σημερινού καφενείου «Η Ωραία Ελλάς» παντελώς αδιάφορους. Σαν να μη ζουν αυτοί εδώ, σαν να μην αναπνέουν το όζον της ανάπτυξης, την αιθάλη από τα καμένα δάση, την βρωμιά του λαδωμένου κέρδους. Σαν να μη βιώνουν τα προβλήματα να μην τα θεωρούν ουσιαστικά. Γιατί δεν τους «ενδιαφέρουν». Γιατί είναι ξένοι, αλλότριοι ήχοι που ενοχλούν τους «υποψιασμένους» , τους «μοντέρνους Yuppies» , όλους αυτούς τους διαπλεκόμενους στις πελατειακές συντεχνίες της συναλλαγής και του ξεπουλήματος. Γιατί δεν τους αφήνουν να απολαύσουν το νέο σουξέ του «famestory» , τις «Κατινιές» του μεσημεριανού τηλεβιασμού της μέσης ανθρώπινης νόησης, κοντολογίς, δεν τους αφήνουν να χαρούν το …fredo τους.
Από το credo του πολιτικώς «κοινωνείν» στο fredo του απολιτικώς «χασμάσθαι». Και στον αραχτό καναπέ με τα μαξιλαράκια και τον ναργιλέ.
Λες και η παιδεία μας δεν έχει φουντάρει. Λες και το σύστημα υγείας μας δεν είναι ακόμα «φακελωμένο». Λες και οι βραχονησίδες μας δεν εξαφανίζονται στο «γκρίζο» πια Αιγαίο. Λες και το ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό μας λύθηκε και δεν έχει εγκλωβίσει τα 2/3 του ελληνικού λαού στην αβεβαιότητα και το άγχος που φέρνει το αύριο. Λες και το άδειο καλαθάκι της νοικοκυράς που ψαχουλεύει να βρει στο βάθος του πορτοφολιού μερικά ακόμα σεντς για ένα ραδίκι παραπάνω δεν μας αγγίζει.
Αρκεί που τρέχει το «χαρτζιλίκι» του μάνατζερ-πατέρα , της καριερίστας μάνας, έτσι για νάχουμε το fredo και την κραιπάλη στα βαρελοτσιπουράδικα…
Οδηγημένη από ταγούς που φρόντισαν να την αποχαυνώσουν μέσα από τα «Μεδια» και τα «realityshows» αφέθηκε η νέα γενιά απροστάτευτη με μια ζωή γυάλινη, άρα εύθραυστη, πάνω στα τραπέζια των ηδονοβλεψιών λάγνων, που για 100 ευρωπούλια την λοιδορούν στα τηλεοπτικά παράθυρα. Έτσι , ανατέθηκε το «πολιτικώς» σκέπτεσθαι στους «άλλους», στους καπάτσους, στους ασύμμετρους αμετροεπείς, τους επαγγελματίες της πώλησης φρούδων ελπίδων. Και η εξουσία της πατρίδας σε “κηδεμόνες” σχολάζουσας κληρονομίας, σε εκείνους που ξέρουν πριν από μας, για μας, το καλό μας και πολύ περισσότερο, το δικό τους …συμφέρον. Στους δικολάβους της δημοκρατίας, που βόλεψαν την νεολαία σε μια πολυθρόνα με ένα τηλεκοντρόλ στο ένα χέρι και το …fredo στο άλλο, να επαναλαμβάνει την θλιβερή επωδό « και τι με νοιάζει εμένα η πολιτική, αυτή είναι για τους ηλίθιους».
Μόνο που αυτοί οι «ηλίθιοι», μόνο ηλίθιοι δεν είναι. Έκλεψαν το Credo των παιδιών, τους στέρησαν από το όραμα και αντάλλαξαν το «πολιτικό καφενείο» με την «πολιτική κουζίνα» , όπου μάγειροι είναι οι ίδιοι και δοκιμάζουν συνταγές ερήμην μας κατά το δοκούν. Κι έγινε το καφενεδάκι μας από χώρος κοινωνίας πολιτών σε χώρο καθοδήγησης από τους «απ΄ έξω». Μόνο που οι παλιοί ινστρούχτορες άλλαξαν όψη, μεταλλάχθηκαν και έβγαλαν την τραγιάσκα για να φορέσουν Armani.
Και οι νέοι μας έγιναν σύγχρονοι απολίτικοι μικροαστοί που κυκλοφορούν – όπως πριν 40 χρόνια- σαν θλιβεροί παλιάτσοι, «πελάτες» των οργανωμένων κυκλωμάτων που τους πουλάνε, πτυχία, τίτλους σπουδών, θεσούλες στο δημόσιο, που «επενδύουν» στον αρχοντοχωριατισμό τους, την «κουλτούρα του τσιφτετελιού» , τον ωχαδερφισμό τους και την έλλειψη στοιχειώδους πολιτικής και πολιτιστικής κρίσης. Και τους στέλνουν αδιάβαστους….με το fredo στο χέρι.
Καλό βόλι, λοιπόν.
Tertios
http://www.antinews.gr/