War Lord
Αν ο Viktor Bout αρχίσει να μιλάει στις εισαγγελικές αρχές των ΗΠΑ, τότε πολλοί είναι αυτοί που θα χάσουν τον ύπνο τους, τόσο στη Ουάσιγκτον όσο και στη Μόσχα. Ο Bout, γνωστός και ως «έμπορος του θανάτου», κατηγορείται ότι κατά καιρούς προμήθευσε όπλα για εμφυλίους πολέμους σε τρεις τουλάχιστον ηπείρους. Τη περασμένη Παρασκευή, το εφετείο της Μπανγκόκ διέταξε την έκδοσή του στην Αμερική, όπου αντιμετωπίζει κατηγορίες ικανές να τον κλείσουν στη φυλακή για πάντα.
Ένας λαθρέμπορος όπλων που διαθέτει στόλο από ρωσικά μεταγωγικά αεροσκάφη, και που λειτουργεί ένα διηπειρωτικό δίκτυο για παραπάνω από μια δεκαετία, δύσκολα μπορεί να παραμένει ζωντανός, και μάλιστα να ευημερεί, αν δεν έχει την ευλογία και τη στήριξη σημαντικών Ρώσων αξιωματούχων.
Ο Bout έχει βγάλει χρήματα ακόμη και από αυτούς που τον κυνηγούν, τις ΗΠΑ, και τον ΟΗΕ. Έχει αγνοήσει τις κυρώσεις και των δυο, ενώ ο αμερικανικός στρατός και τα ανθρωπιστικά προγράμματα του ΟΗΕ αποτέλεσαν στο παρελθόν καλούς πελάτες του στο Ιράκ.
Οι Ρώσοι τον θέλουν πίσω διότι έχει διασυνδέσεις με τις μυστικές τους υπηρεσίες. Μάλιστα, ζούσε και κυκλοφορούσε ελεύθερα στη Ρωσία, ενώ υπήρχε ένταλμα σύλληψης εις βάρος του από την Ιντερπόλ. Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Sergey Lavrov χαρακτήρισε την απόφαση του εφετείου ως «πολιτική και παράνομη». Όπως λέει, ισχυρές εξωτερικές πιέσεις επηρέασαν την ετυμηγορία του. Σύμφωνα με τους Αμερικανούς, οι Ρώσοι είναι θυμωμένοι διότι «δεν μπορούν να χωνέψουν πως ένας δικός τους, και μάλιστα τόσο εξέχων, αντιμετωπίζει κατηγορίες στην Αμερική». Η πεποίθηση είναι πως πολλοί στη Ρωσία ανησυχούν για το τι θα πει στο δικαστήριο ο Bout αν αποφασίσει να μιλήσει. Όπως λένε, η σύλληψή του αποτελεί μεγάλη απώλεια για κάθε τρομοκρατική οργάνωση που τον χρησιμοποιούσε.
Ο Bout φημολογείται πως τροφοδότησε με όπλα εμφύλιους σπαραγμούς και συγκρούσεις στη Νότιο Αμερική, στη Μέση Ανατολή, και στην Αφρική, με πελάτες όπως ο Charles Taylor της Λιβερίας, ο Καντάφι, και αμφότερες οι αντίπαλες πλευρές του πολέμου στην Αγκόλα. Στη Ταϊλάνδη, όπου ήδη πέρασε δυο χρόνια στη φυλακή, συνελήφθη από μυστικούς αστυνομικούς, όταν υποσχέθηκε να προμηθεύσει με αντιαεροπορικά πυροβόλα τη κολομβιανή οργάνωση FARC, με σκοπό να καταρρίψουν αμερικανικά αεροσκάφη που χρησιμοποιούνται στο πόλεμο εναντίον των ναρκωτικών.
Το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης έχει κάνει την έκδοση του Bout, βασική του προτεραιότητα. Για αυτό και οι επαφές μεταξύ Αμερικανών και Ταϊλανδών αξιωματούχων ήταν πολλές και συχνές. Πριν από τρεις εβδομάδες, η αμερικανική κυβέρνηση ανακοίνωσε τη πρόθεση της να πουλήσει στη Ταϊλάνδη τρία ελικόπτερα τύπου Black Hawk, μαζί με υλικό αξίας $150 εκατομμυρίων. Αυτό όμως δεν έχει σχέση με την απόφαση του δικαστηρίου, λένε οι Αμερικανοί. Ο εκπρόσωπος του State Department δήλωσε πως : «Η Ταϊλάνδη έχει ανεξάρτητο δικαστικό σώμα, και είμαστε ικανοποιημένοι πως αφού εξέτασε τα αποδεικτικά στοιχεία, προχώρησε στη πιο σωστή απόφαση».
Υπενθυμίζεται πως τον Αύγουστο του 2009, δικαστήριο της Ταϊλάνδης είχε απορρίψει το αμερικανικό αίτημα για έκδοση του Bout, καθώς η χώρα θεωρεί την οργάνωση FARC ως πολιτικό κίνημα και όχι ως τρομοκράτες. Το εφετείο όμως αποφάσισε πως οι κατηγορίες εναντίον του λαθρέμπορου εκ μέρους των ΗΠΑ, είναι ποινικής και όχι πολιτικής φύσης. Οι Αμερικανοί κατηγορούν τον Ρώσο ότι σχεδίαζε να πουλήσει όπλα αξίας εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων στην οργάνωση FARC, συμπεριλαμβανομένων και πάνω από 700 αντιαεροπορικών πυραύλων, χιλιάδων τυφεκίων, σύγχρονα ελικόπτερα και αεροσκάφη κλπ. Το κατηγορητήριο μιλάει ακόμη για πρόθεση δολοφονίας Αμερικανών πολιτών και οργάνων του νόμου.
Ο Lee Wolosky, μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΠΑ επί προεδρίας Κλίντον και Μπους, δήλωσε πως η τελευταία απόφαση του εφετείου δίνει τέλος σε ένα κυνηγητό χρόνων. «Ο Viktor Bout έχει συνεισφέρει τα μέγιστα στη δυστυχία του κόσμου, και έχει πυροδοτήσει πολλές ένοπλες συγκρούσεις…».
Ένας λαθρέμπορος όπλων που διαθέτει στόλο από ρωσικά μεταγωγικά αεροσκάφη, και που λειτουργεί ένα διηπειρωτικό δίκτυο για παραπάνω από μια δεκαετία, δύσκολα μπορεί να παραμένει ζωντανός, και μάλιστα να ευημερεί, αν δεν έχει την ευλογία και τη στήριξη σημαντικών Ρώσων αξιωματούχων.
Ο Bout έχει βγάλει χρήματα ακόμη και από αυτούς που τον κυνηγούν, τις ΗΠΑ, και τον ΟΗΕ. Έχει αγνοήσει τις κυρώσεις και των δυο, ενώ ο αμερικανικός στρατός και τα ανθρωπιστικά προγράμματα του ΟΗΕ αποτέλεσαν στο παρελθόν καλούς πελάτες του στο Ιράκ.
Οι Ρώσοι τον θέλουν πίσω διότι έχει διασυνδέσεις με τις μυστικές τους υπηρεσίες. Μάλιστα, ζούσε και κυκλοφορούσε ελεύθερα στη Ρωσία, ενώ υπήρχε ένταλμα σύλληψης εις βάρος του από την Ιντερπόλ. Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Sergey Lavrov χαρακτήρισε την απόφαση του εφετείου ως «πολιτική και παράνομη». Όπως λέει, ισχυρές εξωτερικές πιέσεις επηρέασαν την ετυμηγορία του. Σύμφωνα με τους Αμερικανούς, οι Ρώσοι είναι θυμωμένοι διότι «δεν μπορούν να χωνέψουν πως ένας δικός τους, και μάλιστα τόσο εξέχων, αντιμετωπίζει κατηγορίες στην Αμερική». Η πεποίθηση είναι πως πολλοί στη Ρωσία ανησυχούν για το τι θα πει στο δικαστήριο ο Bout αν αποφασίσει να μιλήσει. Όπως λένε, η σύλληψή του αποτελεί μεγάλη απώλεια για κάθε τρομοκρατική οργάνωση που τον χρησιμοποιούσε.
Ο Bout φημολογείται πως τροφοδότησε με όπλα εμφύλιους σπαραγμούς και συγκρούσεις στη Νότιο Αμερική, στη Μέση Ανατολή, και στην Αφρική, με πελάτες όπως ο Charles Taylor της Λιβερίας, ο Καντάφι, και αμφότερες οι αντίπαλες πλευρές του πολέμου στην Αγκόλα. Στη Ταϊλάνδη, όπου ήδη πέρασε δυο χρόνια στη φυλακή, συνελήφθη από μυστικούς αστυνομικούς, όταν υποσχέθηκε να προμηθεύσει με αντιαεροπορικά πυροβόλα τη κολομβιανή οργάνωση FARC, με σκοπό να καταρρίψουν αμερικανικά αεροσκάφη που χρησιμοποιούνται στο πόλεμο εναντίον των ναρκωτικών.
Το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης έχει κάνει την έκδοση του Bout, βασική του προτεραιότητα. Για αυτό και οι επαφές μεταξύ Αμερικανών και Ταϊλανδών αξιωματούχων ήταν πολλές και συχνές. Πριν από τρεις εβδομάδες, η αμερικανική κυβέρνηση ανακοίνωσε τη πρόθεση της να πουλήσει στη Ταϊλάνδη τρία ελικόπτερα τύπου Black Hawk, μαζί με υλικό αξίας $150 εκατομμυρίων. Αυτό όμως δεν έχει σχέση με την απόφαση του δικαστηρίου, λένε οι Αμερικανοί. Ο εκπρόσωπος του State Department δήλωσε πως : «Η Ταϊλάνδη έχει ανεξάρτητο δικαστικό σώμα, και είμαστε ικανοποιημένοι πως αφού εξέτασε τα αποδεικτικά στοιχεία, προχώρησε στη πιο σωστή απόφαση».
Υπενθυμίζεται πως τον Αύγουστο του 2009, δικαστήριο της Ταϊλάνδης είχε απορρίψει το αμερικανικό αίτημα για έκδοση του Bout, καθώς η χώρα θεωρεί την οργάνωση FARC ως πολιτικό κίνημα και όχι ως τρομοκράτες. Το εφετείο όμως αποφάσισε πως οι κατηγορίες εναντίον του λαθρέμπορου εκ μέρους των ΗΠΑ, είναι ποινικής και όχι πολιτικής φύσης. Οι Αμερικανοί κατηγορούν τον Ρώσο ότι σχεδίαζε να πουλήσει όπλα αξίας εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων στην οργάνωση FARC, συμπεριλαμβανομένων και πάνω από 700 αντιαεροπορικών πυραύλων, χιλιάδων τυφεκίων, σύγχρονα ελικόπτερα και αεροσκάφη κλπ. Το κατηγορητήριο μιλάει ακόμη για πρόθεση δολοφονίας Αμερικανών πολιτών και οργάνων του νόμου.
Ο Lee Wolosky, μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΠΑ επί προεδρίας Κλίντον και Μπους, δήλωσε πως η τελευταία απόφαση του εφετείου δίνει τέλος σε ένα κυνηγητό χρόνων. «Ο Viktor Bout έχει συνεισφέρει τα μέγιστα στη δυστυχία του κόσμου, και έχει πυροδοτήσει πολλές ένοπλες συγκρούσεις…».