Η απάντηση στο ανοιχτό ερώτημα με το οποίο καταλήγει το προηγούμενο άρθρο μου: «προτεσταντικός φονταμενταλισμός αμερικανοποίηση του πλανήτη και παγκόσμια διακυβέρνηση», δηλαδή για ποιό λόγο επελέγη η Ελλάδα να παίξει ρόλο δούρειου ίππου για την προσαρμογή της κοινωνικής ευρώπης στα κελεύσματα της διεθνούς χρηματοπιστωτικής αριστοκρατίας, μπορεί να ανιχνευθεί σε δύο επίπεδα. Το πολιτικό και το κοινωνικό.
Το πολιτικό έχει να κάνει κατ’ αρχάς με την παρουσία ενός πρόθυμου πρωθυπουργού επικεφαλής μιάς πρόθυμης κυβέρνησης, που στηρίζεται σε πρόθυμους βουλευτές του ενός από τα δύο κόμματα εξουσίας στυλοβάτες του πολιτικού συστήματος. Ενός πολιτικού συστήματος σε μεγάλο βαθμό ΑΥΤΟΝΟΜΗΜΕΝΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΥΠΟΤΙΘΕΤΑΙ ΟΤΙ ΕΚΠΡΟΣΩΠΕΙ.
Και αυτό με ευθύνη της ίδιας της κοινωνίας η οποία επειδή «ευημέρευσε» σχετικά τις προηγούμενες δεκαετίες, μεταξύ των άλλων και από τα χρήματα της ΕΕ (επιδοτήσεις, προγράμματα κ.λ.π που χρησιμοποιήθηκαν εντελώς αεριτζίδικα), έπαψε να ασχολείται με τα κοινά. Το αποτέλεσμα; Η διακυβέρνηση της χώρας ανατέθηκε εργολαβικά σε ορισμένες οικογένειες και στις κομματικές γραφειοκρατίες των δύο κομμάτων του δικομματισμού. Θέλετε επιχείρημα γι αυτό;
Πάρτε τα ονόματα των σημερινών βουλευτών, αφαιρέστε τους πάσης φύσεως προβεβλημένους από τα ΜΜΕ (τραγουδιστές, ηθοποιούς, ποδοσφαιριστές, μπασκετμπωλίστες, αθλητές στίβου, τηλεοπτικούς αστέρες κ.λ.π) και συγκρίνετέ τα με τα ονόματα των βουλευτών πριν από 30 χρόνια π.χ. Τι θα διαπιστώσετε; Ότι είναι τα ίδια! Το σύστημα είναι κληρονομικό! Η εξουσία μεταβιβάζεται από πατέρα σε παιδί ή από θείο σε ανήψια αν δεν υπάρχουν παιδιά!
Μα θα μου πείτε ότι υπάρχουν και τα μικρότερα κόμματα. Τα κόμματα της αριστεράς. Τί γίνεται εκεί; Στην αριστερά υπάρχει ένας βασικός σχηματισμός ο οποίος προέρχεται από την αριστερή παράδοση του τόπου (εθνική αντίσταση, εμφύλιος κ.λ.π) και ο οποίος προσπαθεί να σταθεί πολιτικά χρησιμοποιώντας νοητικά εργαλεία του 19ου αιώνα. Παρ’ όλα αυτά οι αναλύσεις του οδηγούν ενίοτε σε σωστά συμπεράσματα όσον αφορά την καταγραφή της υπάρχουσας κατάστασης πλην όμως είναι προς το παρόν, εντελώς ανίκανος να μετουσιώσει αυτά τα συμπεράσματα σε πολιτική ικανή να παρέμβει στις εξελίξεις.
Η σχέση αυτού του κόμματος με τους οπαδούς του είναι κατά βάση συναισθηματική. Ο άλλος πόλος της αριστεράς που και αυτός προέρχεται από την αριστερή παράδοση του τόπου πλήν όμως έχει μετεξελιχθεί, χρησιμοποιεί πιό σύγχρονα εργαλεία ανάλυσης είναι όμως εγκλωβισμένος αφ’ ενός μεν στη διαμάχη του με τον προηγούμενο σχηματισμό αφ’ ετέρου δέ στις προσωπικές στρατηγικές των στελεχών του, που στο σημείο αυτό ελάχιστα διαφέρουν από τα στελέχη των δύο μεγάλων κομμάτων. Είναι λοιπόν η δυνατότητα παρέμβασής του εκ των πραγμάτων περιορισμένη άρα και η ικανότητά του να εκπροσωπήσει κάποια στρώματα της κοινωνίας, αναιμική.
Μήπως όμως υπάρχει μιά κοινωνία πολιτών που λειτουργεί ως αντίβαρο στα παραπάνω; Και βέβαια όχι καθώς τα πάντα σ’ αυτή τη χώρα έχουν κομματικοποιηθεί οπότε οι ηγεσίες των διαφόρων οργανώσεων (συνδικαλιστικών και άλλων με εξαίρεση ίσως τίς εργοδοτικές ενώσεις) δεν εκπροσωπούν παρά τα ίδια τα κόμματα!
Σε ένα τέτοιο πολιτικό περιβάλλον δεν θα πρέπει να εκπλήσσει το γεγονός των τόσο συχνών φαινομένων πολιτικών που αντιμετωπίζουν τις θέσεις που καταλαμβάνουν ως εφαλτήριο για την προώθηση προσωπικών συμφερόντων. Όπως επίσης δεν πρέπει να εκπλήσσει και το γεγονός, κόμματα να υφαρπάζουν την πλειοψηφία στις εκλογές εξαγγέλοντας συγκεκριμένα «φιλολαικά» προγράμματα, ενώ στη συνέχεια να πράττουν τα εντελώς αντίθετα.
Στο κοινωνικό πεδίο τώρα η κατάσταση εμφανίζεται ως εξής: Υπάρχει μιά ολιγάριθμη αριστοκρατία μεγαλοεπιχειρηματιών οι οποίοι είναι συνδεδεμένοι με τη διεθνή χρηματοπιστωτική ελίτ. Δίπλα σ’ αυτούς και σε στενή σύνδεση μαζί τους υπάρχει ένα ολιγάριθμο επίσης στρώμα μεγαλοεπιχειρηματιών συνδεδεμένων με το κράτος (διάφοροι προμηθευτές του δημοσίου, μεσάζοντες, εργολάβοι κ.λ.π). Όλοι οι παραπάνω απολαμβάνουν προνόμια πάσης φύσεως όπως ειδική χαμηλή φορολογία, ειδικό εργασιακό καθεστώς για τα στελέχη τους κ.α.
Στόν αντίποδα συναντάμε τούς εργαζόμενους η μεγάλη πλειοψηφία των οποίων ζεί δύσκολα με μισθούς των 600, 700 και 800 ευρώ. Για να τα βγάλουν πέρα αναγκάζονται να κάνουν και δεύτερη ή πολλές φορές και τρίτη δουλειά. Από τα μέσα της δεκαετίας του 90 δέχονται την επίθεση του νεοφιλελευθερισμού καί βρίσκονται σε συνεχή υποχώρηση. Τώρα δε με το καθεστώς της τρόικας, τα εναπομείναντα δικαιώματα τους αποτελειώνονται και παράλληλα καταστρέφεται και ότι έχει απομείνει από τον λεγόμενο «κοινωνικό μισθό».
Η παλιά κρατική πρόνοια αποδιαρθρώνεται και τη θέση της παίρνει η φιλανθρωπία. Με γοργά βήματα περνάμε στην εποχή της ελάχιστα εγγυημένης ζωής. Ελάχιστα εγγυημένη σύνταξη, φιλανθρωπικού χαρακτήρα μικροεπιδόματα προκειμένου αυτοί που βρίσκονται στη χειρότερη θέση να διατηρούνται στα όρια της επιβίωσης. Σε λίγο και καθώς η ανεργία θα αυξάνεται αλματωδώς, δεν αποκλείεται να δούμε και την οργάνωση συσσιτίων. Εικόνες δηλαδή, που οι εν ζωή γενιές τις ξέρουν από κινηματογραφικές ταινίες εποχής.
Υπάρχει βέβαια και μιά ομάδα εργαζομένων που βρίσκονται σε καλή οικονομική κατάσταση οι οποίοι όμως και αυτοί έχουν μπεί σε ένα δρόμο συνεχούς συρρίκνωσης των εισοδημάτων τους. Πρόκειται κυρίως γιά εργαζόμενους των ΔΕΚΟ ή του εναπομείναντος δημόσιου τραπεζικού τομέα ή και γιά ομάδες εργαζομένων του δημοσίου που βρίσκονται κυρίως σε οικονομικά υπουργεία που έχουν έσοδα και είχαν στο παρελθόν τη δυνατότητα να δίνουν επιδόματα από κοινωνικούς πόρους χωρίς να φαίνεται επιβάρυνση στον προυπολογισμό.
Ορισμένες από αυτές τις ομάδες είναι αλήθεια ότι είχαν πετύχει σκανδαλωδώς μεγαλύτερες αποδοχές σε σχέση με τις μέσες αποδοχές των υπολοίπων δημοσίων υπαλλήλων εκμεταλλευόμενες τη θέση τους δίπλα στους υπουργούς ή έναν «συνδικαλισμό» δημοσίων σχέσεων καί συναλλαγής. Το παράλογο αυτής της ιστορίας είναι ότι οι ίδιοι οι πολιτικοί οι οποίοι ενέδιδαν πολύ εύκολα σε σκανδαλώδεις παροχές προς αυτές τις ομάδες έβγαιναν κατόπιν στα ΜΜΕ και κατηγορούσαν συλληβδην όλους τους εργαζόμενους του δημοσίου για συντεχνιακή νοοτροπία!
Μεταξύ των δύο παραπάνω τάξεων παρεμβάλλεται ένα πολυάριθμο στρώμα μικροεπιχειρηματιών και ελεύθερων επαγγελματιών το πολυπληθέστερο, ως ποσοστό επί του πληθυσμού, σε ολόκληρη την ευρώπη. Αγγίζει το 35% όταν στις άλλες ευρωπαικές χώρες δεν ξεπερνά το 20%. Αυτή είναι και η βασική κοινωνική ιδιομορφία της Ελλάδας. Το στρώμα αυτό ουσιαστικά ενισχύεται συνεχώς από το κράτος μέσω της φοροδιαφυγής. Στην κυριολεξία στηρίζει την ευημερία του στα λεγόμενα «μαύρα χρήματα».
Η φοροαποφυγή εδώ δεν είναι νόμιμη όπως στις προηγούμενες ολιγάριθμες επιχειρηματικές ελίτ δεν είναι όμως και απολύτως καταδικαστέα. Φαίνεται σα να υπάρχει μιά συμφωνία «κάτω από το τραπέζι» μεταξύ κράτους και ελεύθερων, γιά τη μη αυστηρή εφαρμογή του νόμου. Ή να το πούμε αλλιώς, το κράτος «τους κλείνει πονηρά το μάτι» όταν πρόκειται να τους φορολογήσει. Το μικρομεσαίο κομμάτι της διαφθοράς, αφορά παράνομες συναλλαγές μεταξύ αυτού του τμήματος της κοινωνίας και μερίδας δημοσίων υπαλλήλων ή αυτού του τμήματος και του υπόλοιπου κόσμου (φακελάκια, μαύρες συναλλαγές χωρίς ΦΠΑ κ.λ.π). Και λέμε το μικρομεσαίο γιατί το μεγάλο αφορά παράνομες συναλλαγές μεταξύ της ελίτ των μεγαλοεπιχειρηματιών και της πολιτικής εξουσίας.
Καθώς το προηγούμενο στρώμα είναι πολυπληθές και το πιό δυναμικό της κοινωνίας, καθορίζει και την κυρίαρχη ιδεολογία της χώρας, που είναι ο μηδενισμός. «Σ’ αυτή τη χώρα τίποτε δεν πάει καλά, οι Έλληνες είναι απατεώνες, κλέφτες, δεν αξίζουν τίποτα, το κράτος είναι διαλυμένο, να έρθουν απ’ έξω να μας διοικήσουν, εμείς μόνοι μας δεν τα καταφέρνουμε, είμαστε τεμπέληδες, μόνο για το φραπέ είμαστε, κωλλοέλληνες, όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι τα παίρνουν, κ.λ.π, κ.λ.π».
Αυτές είναι οι εκφράσεις που κυριαρχούν όταν γίνονται πολιτικές συζητήσεις στις συναναστροφές. Καί βέβαια αν όλα είναι έτσι που περιγράφονται γιατί εγώ να μην φοροδιαφεύγω αν το μπορώ; Γιατί να μη λαδώνω γιά να έχω καλύτερη μεταχείριση; Γιατί να μη παίρνω φακελάκι; Εγώ θα σώσω τη χώρα; Η ιδεολογία του μηδενισμού λειτουργεί όπως η κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Μπαίνεις μέσα και εξαγνίζεσαι για όλα όσα κάνεις εναντίον της πατρίδας σου και του λαού της. Δε νομίζω να υπάρχει άλλη χώρα στον κόσμο, της οποίας ο λαός να κατηγορεί (κυριολεκτικά να φτύνει) τόσο πολύ τον εαυτό του. Και βέβαια όλα αυτά που οδηγούν; Στη ρήξη της κοινωνικής συνοχής, Η ΟΠΟΙΑ ΕΧΕΙ ΗΔΗ ΕΠΕΛΘΕΙ.
Έχουμε λοιπόν μία χώρα με ελαττωμένη κοινωνική συνοχή και με πολιτικό σύστημα που δεν εκπροσωπεί παρά τον εαυτό του. Άρα, η συγκυρία εδώ είναι η καλύτερη δυνατή για να χρησιμοποιηθούμε ως Δούρειος Ίππος για την καταστροφή του κοινωνικού κράτους και την οριστική καθιέρωση του ακραίου νεοφιλελευθερισμού στην ευρώπη. \
Και πάλι βέβαια, για να συμβούν όλα αυτά χρειάστηκε να μεσολαβήσει ένα μεγάλο χρονικό διάστημα απραξίας (σκόπιμης;) της νέας κυβέρνησης που εκλέχτηκε πέρσι τον Οκτώβριο (με κευνσιανού τύπου πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής!), μιά σειρά από ανόητες εως ύποπτες δηλώσεις πολιτικών και οικονομικών παραγόντων που έκαναν τον γύρο του κόσμου από τα διεθνή δίκτυα ενημέρωσης και τελικά μιά πρωτοφανής ενορχηστρωμένη ανθελληνική προπαγάνδα των διεθνών ΜΜΕ αναπαραγόμενη από τα εγχώρια ΜΜΕ, που οδήγησε τελικά αφ’ ενός μεν στην υπονόμευση της ικανότητας δανεισμού της χώρας αφ’ ετέρου δε στο να φορτωθεί με τύψεις ο «τεμπέλης» λαός (κυρίως οι εργαζόμενοι) και να παραλύσουν οι αντιδράσεις του.
Έτσι «χάσαμε μέρος της εθνικής μας κυριαρχίας» όπως δήλωσε ο κ πρωθυπουργός (πρωτοφανής δήλωση από τον κορυφαίο πολιτειακό παράγοντα ο οποίος οφείλει να διαφυλάττει την εθνική κυριαρχία!) και γίναμε ο μπαμπούλας, το παράδειγμα προς αποφυγήν. Οι λαοί της Ευρώπης πρέπει να υποταχτούν αλλιώς θα πάθουν ότι κι εμείς.
Και τώρα τι κάνουμε; Είμαστε καταδικασμένοι να γίνουμε διεθνές προτεκτοράτο με ότι αυτό συνεπάγεται; Κάτι σαν το Κόσσοβο δηλαδή, που σημειωτέον έχει και νόμισμα το .. ευρώ; Νομίζω όχι. Πρέπει να αντιδράσουμε και θα αντιδράσουμε γιατί δε γίνεται διαφορετικά.
http://dialogoi.enet.gr/