γράφει ο Γιώργος Δαμιανός
Δεν ξέρω τι θα μπορούσα να πω στο γιο μου για το νόημα του έπους του ’40...
Δυσκολεύεται να καταλάβει τη διαφορά ανάμεσα στο κορόιδο Μουσολίνι και το κορόιδο Μπερλουσκόνι, λέει ότι πάνω κάτω είναι τα ίδια.
Και ο κακός ο Χίτλερ; πόσο κακός ήταν; Αν ήταν κακός, γιατί τον μνημονεύουν, ακόμα, “Έλληνες πατριώτες”. “Πώς λέγεται αυτός που συμπαθεί τον εχθρό”, με ρωτάει;
Του μιλώ για τα μαρτυρικά χωριά των Ελλήνων: Δίστομο, Καλάβρυτα, Δομένικο, Καβαλλάρι, Λιδωρίκι, Σέρβια, Χορτιάτης κ.ά. Με κοιτάει και απορεί.
Ανήκει στη γενιά που οι απορίες μένουν απορίες, γιατί κανένας δεν έχει χρόνο να τις απαντήσει.
“ανήκει στη γενιά”, που εγώ του δημιούργησα και του κληροδότησα και τώρα του κουνώ το δάχτυλο όπως κάνουν όλοι οι ανεύθυνοι.
Η κόρη μου από την άλλη δεν μπορεί να καταλάβει, γιατί πείναγαν οι Έλληνες στην κατοχή. Το θεωρεί υπερβολικό ότι, άκουσον-άκουσον, πέθαιναν από την πείνα.
Ανήκει στη γενιά που τρώει με delivery και εκστασιάζεται στον καναπέ βλέποντας άλλους να μαγειρεύουν.
“ανήκει στη γενιά”, που εγώ της δημιούργησα και της κληροδότησα. Τι μου φταίνε τα παιδιά;
Θέλω να τους μιλήσω για τη σημαία, αυτή που είναι “απ τα κόκαλα βγαλμένη”. Θέλω να τους πως ότι μπορεί να είναι ένα πανί αλλά κρύβει από πίσω του σκιές ανθρώπων, που με χαιρετάνε από την Πίνδο, το Μόροβο, τον Καλαμά,την Τρεμπεζίνα, τη Χειμάρα, το Αργυρόκαστρο, το Μπομπεσι,το Καλπάκι κ.α.
Ο γιος μου έχει την ελληνική σημαία κάτω από τον Ζαγοράκη.
Ανήκει στη γενιά που θεωρεί τη σημαία ως εξάρτημα γηπέδου.
“ανήκει στη γενιά” που εγώ του δημιούργησα και του κληροδότησα. Τι μου φταίνε τα παιδιά;
Δε θέλω να τους μεταφέρω βλακωδέστατα διλήμματα για το ποιος είπε το Όχι: “Ο Μεταξάς ή ο Λαός”.
Και αν είπε το Όχι και ο Μεταξάς, μήπως θα γίνει λιγότερο μισητός ο δικτάτορας;
1924 εθελοντές Έλληνες Δωδεκανήσιοι, Ιταλοί, στα χαρτιά, πολίτες (τα Δωδεκάνησα ήταν ακόμα υπό Ιταλική κυριαρχία), έφυγαν εθελοντικά για την Πίνδο. Αυτοί δεν χρειάζονταν να ακούσουν ούτε ΟΧΙ, ούτε ΝΑΙ. Απλώς πήγαν εκεί που τους κάλεσε η καρδιά τους και όχι τα χαρτιά τους.
Γι΄ αυτούς τους Δωδεκανήσιους θέλω να της μιλήσω και η κόρη μου με ακούει με προσοχή, όταν μιλάω για τη Ρόδο, βλέπετε ετοιμάζετε να πάει πενθήμερη σχολική εκδρομή στη Ρόδο.
Ανήκει στη γενιά που γνώρισε τη Ρόδο ως τόπο αχαλίνωτου τουρισμού.
“ανήκει στη γενιά”, που εγώ της δημιούργησα και της κληροδότησα. Τι μου φταίνε τα παιδιά;
Θέλω να τους μιλήσω, με την ευκαιρία της εθνικής εορτής, για το νόημα της πατρίδας. Αλλά σωπαίνω, γιατί, κάπου, άκουσα ότι πατριώτης εν καιρώ ειρήνης σημαίνει να είσαι συνεπής στις φοροδοτικές υποχρεώσεις, να προστατεύεις το περιβάλλον και να ενεργείς εθελοντικά γι αυτό, να ακολουθείς τους νόμους, να συνεργάζεσαι με τις Αρχές, να καταγγέλλεις τον παραβάτη και να ενισχύεις την οικονομία αυτού του τόπου.
Ανήκω στη γενιά, που θεωρώ δικαίωμα μου να μην κάνω τίποτα από τα παραπάνω και δε δέχομαι να μου κουνήσει κανένας το δάχτυλο του.