Ένα ανοιξιάτικο απόγευμα ορισμένοι από τους πιο ισχυρούς οικονομικούς και πολιτικούς αξιωματούχους του κόσμου παρακάθισαν σε δείπνο στην Λεωφόρο Πενσυλβάνια 501. Το κτίριο βρίσκεται στην καρδιά του κυβερνητικού κτιριακού συγκροτήματος κι αποτελεί μείγμα μοντέρνου και νεοκλασικού ύφος. Το υπό συζήτηση αντικείμενο ήταν άκρως σοβαρό: πώς θα σωθεί η Ευρωπαϊκή Νομισματική Ένωση. Στο μυαλό των Υπουργών Οικονομικών και των κεντρικών τραπεζιτών των G7 που ήταν συγκεντρωμένοι εκεί, κυριαρχούσε ο κίνδυνος της μετατροπής της ελληνικής κρίσης δημόσιου χρέους σε ευρύτερη ευρωπαϊκή κρίση, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει εν τέλει στην αποσταθεροποίηση του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος.
«Δεν μπορεί να μην τονίσει κανείς το γεγονός ότι η Αμερική, με αυξανόμενη δυσπιστία και ανησυχία, παρακολουθούσε την ευρωπαϊκή αδράνεια», θυμάται ο Άλιστερ Ντάρλινγκ, πρώην Υπουργός Οικονομικών της Βρετανίας, που μετείχε στο δείπνο. «Το μήνυμα των Αμερικανών ήταν: Γιατί δεν αναλαμβάνετε δράση; Αφού το ξέρετε ότι πρέπει κάτι να κάνετε».
Έντεκα μέρες πιο πριν, οι Ευρωπαίοι ηγέτες και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο είχαν δεσμευτεί να χρηματοδοτήσουν την Ελλάδα με κεφάλαια διάσωσης ύψους 45 δις ευρώ. Αλλά στις συζητήσεις που έλαβαν χώρα στο δείπνο της καναδικής πρεσβείας, με οικοδεσπότη τον Τζιμ Φλάχερτι, Υπουργό Οικονομικών του Καναδά, η κυρίαρχη εκτίμηση ήταν ότι το ποσό αυτό θα αποδεικνύονταν πολύ μικρό.
«Εκφράστηκαν πολύ σοβαρές ανησυχίες για τον κίνδυνο μιας παγκόσμιας μόλυνσης. Η συζήτηση ήταν εξαιρετικά ειλικρινής», θυμάται ο Όλι Ρεν, επίτροπος νομισματικών υποθέσεων της ΕΕ. «Ήταν ξεκάθαρο ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θα παρείχαν υποστήριξη. Ήταν υποστηρικτικοί και έτοιμοι να βοηθήσουν με την εμπειρία τους στη διαχείριση κρίσεων».
Με το πέρας του δείπνου οι καλεσμένοι, μεταξύ αυτών οι επικεφαλής της αμερικανικής Ομοσπονδιακής Τράπεζας, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας καθώς και οι διευθυντές του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας είχαν συμφωνήσει στην ανάγκη για επείγουσα και συλλογική δράση.
Έξι μήνες έχουν περάσει από τότε και είναι πιο σαφές παρά ποτέ ότι οι Ευρωπαίοι ανέλαβαν δράση κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή. Οι πολυάριθμες και εκτεταμένες συνεντεύξεις με εκείνους που βρέθηκαν στη καρδιά των εκτάκτων γεγονότων του περασμένου Απριλίου - Μαϊου και που δημοσίευσε η εφημερίδα Financial Times μας αποκαλύπτουν πόσο κοντά στην κατάρρευση βρέθηκε το ενιαίο νόμισμα – αλλά και τον βαθμό στον οποίο η σωτηρία αυτής της τελικής έκφρασης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης εξαρτήθηκε και κρίθηκε και από εξωτερικούς παράγοντες, από διεθνείς οργανισμούς και την αμερικανική κυβέρνηση.
Και από τη στιγμή που οι αγορές ομολόγων επιδεικνύουν επιμόνως την ανησυχία τους σχετικά με τις οικονομικές και δημοσιονομικές προοπτικές των κρατών-μελών της Ευρωζώνης, όπως η Ιρλανδία και Πορτογαλία – για να μη μιλήσουμε για την Ελλάδα –, τα
διδάγματα του Απριλίου και του Μαΐου αποδεικνύονται σήμερα πιο επίκαιρα παρά ποτέ. Μας υποδεικνύουν ότι αν και οι ευρωπαϊκές διαδικασίες λήψης αποφάσεων μπορεί να είναι υπερβολικά αργόσυρτες, οι Ευρωπαίοι ηγέτες κάνουν ότι κι αν απαιτηθεί προκειμένου να κρατήσουν το ευρώ ζωντανό.
Γιατί το ευρώ, σε αντίθεση με τα άλλα νομίσματα, είναι κάτι περισσότερο από μέσο πληρωμής και παρακαταθήκη αξίας. Είναι το σύμβολο της φιλοδοξίας των Ευρωπαίων να αποτελέσει η Ευρώπη μια κοινότητα εθνικών κρατών στρατευμένων σε ένα μοναδικό πείραμα για ζωή με ειρήνη και ευημερία. Αλλά, όπως δείχνει η ανάλυση των γεγονότων αυτού του έτους, οι πολιτικοί και οικονομικοί αξιωματούχοι πρέπει να εργαστούν σκληρά για να αποκαταστήσουν τα ελαττώματα του σχεδιασμού και τα στοιχεία οικονομικής αδυναμίας που έβλαψαν το σχέδιο του κοινού νομίσματος από την έναρξή του.
Σάββατο 24 Απριλίου
Κεντρικά γραφεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου
Ουάσινγκτον
Στις 7 το απόγευμα, δύο μέρες μετά το δείπνο της καναδικής πρεσβείας, ο πρόεδρος της ΕΚΤ Ζαν Κλοντ Τρισέ, ο επίτροπος νομισματικών υποθέσεων της ΕΕ Όλι Ρεν και ο Έλληνας Υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου συναντήθηκαν στο μεγάλο και ηλιόλουστο γραφείο του διευθυντή του ΔΝΤ Ντομινίκ Στρος Καν. Εκεί κατέληξαν στη συμφωνία για τη διάσωση της Ελλάδας: το ΔΝΤ θα συνέβαλε με το ήμισυ του χρηματικού ποσού που θα κατέβαλε η Ευρωζώνη. Για πρώτη φορά από την εισαγωγή του ευρώ, το 1999, μια χώρα επρόκειτο να διασωθεί από το χείλος της καταστροφής στο όνομα της ευρωπαϊκής ενότητας και της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.
Την Κυριακή 2 Μαΐου, ο λογαριασμός για τη διάσωση της Ελλάδας είχε αυξηθεί σε 110 δις ευρώ, εκ των οποίων τα 80 δις προέρχονταν από την Ευρωζώνη και τα 30 δις από το ΔΝΤ. Αλλά τις πέντε μέρες που ακολούθησαν, ο πανικός διαχέονταν στις χρηματοπιστωτικές αγορές και απειλούσε να πνίξει την Ιρλανδία, την Πορτογαλία και την Ισπανία. Έτσι οι ηγέτες της ΕΕ αναγκάστηκαν να επεξεργαστούν ένα δεύτερο σχέδιο με διαστάσεις έως τότε απρόσβλητες στη φαντασία: ίδρυσαν έναν μηχανισμό υποστήριξης, με χρηματοδότηση 750 δις ευρώ, για το σύνολο των 16 κρατών-μελών της Ευρωζώνης, υποστηριζόμενο περαιτέρω από μια δίχως προηγούμενο πρωτοβουλία της ΕΚΤ για την αγορά κρατικών ομολόγων της Ευρωζώνης.
Παρασκευή 7 Μαΐου
Κεντρικά γραφεία της ΕΕ
Βρυξέλλες
Η ιστορία του δεύτερου αυτού σχεδίου ξεκινάει από ένα άλλο δείπνο: το δείπνο της συνάντησης κορυφής των προέδρων και πρωθυπουργών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι περισσότεροι εκ των συμμετεχόντων είχαν συνηθίσει να ακούν τις επικρίσεις των ευρωπαϊκών αρχών για την κακή διαχείριση των δημοσίων οικονομικών τους. Αλλά η ρητορική εκείνης της νύχτας ήταν πιο αποκαλυπτική παρά ποτέ. Όταν ο κ. Τρισέ ολοκλήρωσε την εκφώνηση του αδήριτου μηνύματός του, κανένας Ευρωπαίος ηγέτης δεν αμφισβητούσε ότι η μοίρα του ευρώ κρεμόταν από μία κλωστή.
Με τη χρήση ενός χάρτη που περιέγραφε πως οι χρηματοπιστωτικές αγορές οδηγούσαν τα επιτόκια των κρατικών ομολόγων των ασθενέστερων κρατών της Ευρωζώνης σε μη βιώσιμα υψηλά επίπεδα, ο κ. Τρισέ ανακοίνωσε ότι η κρίση δεν περιοριζόταν πια στην Ελλάδα. Ένας από τους συμμετέχοντες θυμάται: «Ο Τρισέ είπε: Δεν πρόκειται πια για πρόβλημα μιας χώρας. Αφορά πολλές χώρες. Αφορά την Ευρώπη. Είναι παγκόσμιο. Πρόκειται για μια κατάσταση που επιδεινώνεται με ακραία ταχύτητα και ένταση».
Οι επισημάνσεις Τρισέ είχαν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Οι ηγέτες των μικρότερων χωρών της Ευρωζώνης που δεν είχαν πλήρη γνώση του τρόπου λειτουργίας των παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών αγορών δεν είχαν αντιληφθεί ως εκείνη την ώρα τη σοβαρότητα της κρίσης. Αλλά ακόμη και οι πιο έμπειροι ηγέτες έμοιαζαν κατάπληκτοι. Ένας πρεσβευτής της ΕΕ θυμάται πώς άλλαξε η όψη του Γάλλου προέδρου μετά την ανάλυση των κινδύνων. «Ο Νικολά Σαρκοζί είχε γίνει κάτασπρος από την έκπληξη. Πρώτη φορά τον έβλεπα τόσο χλωμό», είπε.
Ο κ. Τρισέ είπε στους Ευρωπαίους ηγέτες ότι η κρίση οφείλονταν εν μέρει σε δικά τους σφάλματα γιατί μετά την εισαγωγή του ευρώ είχαν κατ’ επανάληψη αγνοήσει τις συστάσεις της ΕΚΤ για δημοσιονομική πειθαρχία. Η ΕΚΤ, πρόσθεσε, είχε πολλές φορές προειδοποιήσει για την ανάγκη αυστηρού ελέγχου του δημόσιου δανεισμού και των δημοσίων δαπανών. Επρόκειτο για το μοναδικό τρόπο διασφάλισης της συνοχής μιας ομάδας χωρών οι οποίες μοιράζονταν ένα νόμισμα χωρίς να έχουν προσχωρήσει σε πολιτική ή δημοσιονομική ένωση στα πρότυπα των ΗΠΑ. Οι κυβερνήσεις, ωστόσο, δεν είχαν ανταποκριθεί στα καθήκοντά τους και τώρα θα κατέβαλαν το κόστος. Ήταν καιρός να αναλάβουν τις ευθύνες τους, κατέληξε ο κ. Τρισέ με επισημότητα.
Η συζήτηση που ακολούθησε ήταν άκρως τεταμένη. Ο κ. Σαρκοζί ζήτησε από την ΕΚΤ να ακολουθήσει το παράδειγμα της αμερικανικής Ομοσπονδιακής Τράπεζας και της Τράπεζας της Αγγλίας, οι οποίες είχαν λάβει δραστικά μέτρα για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης και προκειμένου να ξεπαγώσουν τις χρηματοπιστωτικές αγορές, είχαν προχωρήσει σε προγράμματα αγοράς κρατικών ομολόγων. «Ο Σαρκοζί φώναζε: Ελάτε, προχωρήστε, μη διστάζετε άλλο», θυμάται ένας αξιωματούχος. Τη θέση του Γάλλου ηγέτη υποστήριξαν επίσης ο Ιταλός πρωθυπουργός Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ο Πορτογάλος Ζοσέ Σόκρατες και άλλοι πρωθυπουργοί από τον ευρωπαϊκό νότο.
Παρά ταύτα, η Γερμανίδα καγκελάριος Αγγέλα Μέρκελ έσπευσε σε υποστήριξη της ΕΚΤ, επιμένοντας ότι δεν είναι δυνατόν οι Ευρωπαίοι ηγέτες να υπαγορεύουν πολιτική στην κεντρική τράπεζα, από τη στιγμή που η ανεξαρτησία της διασφαλίζεται από τις ευρωπαϊκές συνθήκες. Όλοι οι παρόντες απέδωσαν προσοχή. Όχι μόνο γιατί η Γερμανία αποτελεί την πιο ισχυρή ευρωπαϊκή οικονομία αλλά και γιατί την ίδια εκείνη μέρα το γερμανικό Κοινοβούλιο είχε εγκρίνει τα κονδύλια του μεριδίου της γερμανικής συμμετοχής ύψους 22,4 δις ευρώ για τη διάσωση της Ελλάδας – επρόκειτο δε για την υψηλότερη χρηματοδότηση εντός της Ευρωζώνης. Τη θέση της Μέρκελ υποστήριξαν θερμά και οι πρωθυπουργοί της Ολλανδίας και της Φιλανδίας, Γιαν Πέτερ Μπαλκένεντε και Μάτι Βανχάνεν
Σε ό,τι αφορούσε τον ίδιο τον κ. Τρισέ, γνώριζε πολύ καλά πως η αγορά κρατικών ομολόγων της Ευρωζώνης εκ μέρους της ΕΚΤ αντιπροσώπευε μια πολιτική επιλογή – άκρως αμφισβητούμενη εξαιτίας των πιθανών πληθωριστικών της κινδύνων, αλλά απαραίτητη σε ακραίες καταστάσεις. Την προηγούμενη μέρα ωστόσο είχε πραγματοποιηθεί συνάντηση του ΔΣ της ΕΚΤ στη Λισαβόνα και μετά τη λήξη του, στη συνέντευξη Τύπου, ο κ. Τρισέ είχε δηλώσει ότι ο ίδιος και οι συνάδελφοί του δεν είχαν συζητήσει το σχετικό θέμα – πράγμα που ήταν τεχνικά αληθές επειδή δεν περιλαμβάνονταν στην ατζέντα της συνεδρίασης. Τώρα στη συνάντηση της Παρασκευής, ο προέδρος της ΕΚΤ δεν μπορούσε να κάνει πίσω, γιατί θα ήταν σαν να υπέκυπτε στις πιέσεις του Νικολά Σαρκοζί και των συμμάχων του. Κάθε πλήγμα στην ανεξαρτησία της ΕΚΤ θα μπορούσε να προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημιά.
Επομένως, εκείνο το βράδυ ο κ. Τρισέ πέρασε στην αντεπίθεση απέναντι σε όσους του ασκούσαν κριτική. Τους θύμισε ότι από τον Αύγουστο του 2007 η ΕΚΤ είχε ρίξει ρευστότητα εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων για την ενίσχυση του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος διασφαλίζοντας την προστασία του από κάθε ενδεχόμενο κατάρρευσης, αλλά ποτέ δε είχε ζητήσει από τους Ευρωπαίους ηγέτες να αναλάβουν συγκεκριμένα μέτρα ως όρο για να το κάνει. «Ο Τρισέ μίλησε πολύ σκληρά ως προς αυτό το ζήτημα», θυμάται ένας συμμετέχων. «Τους είπε: μη μου ζητάτε να κάνω κάτι. Θα κάνουμε ότι εμείς οι ίδιοι κρίνουμε κατάλληλο».
Η συνάντηση κινδύνευε να μετατραπεί σε μια αντιπαραγωγική αντιπαράθεση ανάμεσα στις δύο διαφορετικές φιλοσοφίες περί νομισματικής ένωσης που απέκλιναν και πριν ακόμη τη δημιουργία του ευρώ: το γερμανικό όραμα της δημοσιονομικής σωφροσύνης και της ανεξαρτησίας της κεντρικής τράπεζας και το γαλλικό όραμα μιας οικονομικής διακυβέρνησης για την Ευρώπη, με οδηγό τους εκλεγμένους πολιτικούς.
Σε πρακτικούς όρους ωστόσο, ήταν ανάγκη να βρεθεί μια λύση πριν το άνοιγμα των ασιατικών αγορών τη Δευτέρα. Οι 16 ηγέτες ζήτησαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το σχεδιασμό ενός ‘μηχανισμού σταθεροποίησης’ για την προστασία της Ευρωζώνης και έδωσαν εντολή στους Υπουργούς Οικονομικών της ΕΕ να προχωρήσουν σε έκτακτη σύνοδο την Κυριακή 1 Μαΐου με σκοπό την έγκριση του σχεδίου.
sofokleous10