AΠΟ ΤΟΝ ΣΤΑΘΗ ΤΣΑΓΚΑΡΟΥΣΙΑΝΟ
Πάντα αναρωτιόμουνα τι φταίει και οι Έλληνες φθονούν τόσο την επιτυχία των άλλων.Γιατί δεν λένε καλό λόγο για κανέναν και μόλις λίγο σηκώσει κεφάλι τον ξυρίζουν τόσο άπονα. Απάντηση δεν έβρισκα - ακόμα κι αν το πήγαινα στην οθωμανική δουλεία ή στις πόλεις-κράτη της αρχαιότητας (όπου ο καθένας ήταν αφέντης του χωριού του και εχθρευόταν πάντα μη βάρβαρο). Τίποτα δεν με κάλυπτε.
Το απαντά το «Vanity Fair» στο τελευταίο του τεύχος - που το διάβασε όλη η Αθήνα, εξαιτίας του κομματιού για το Βατοπέδι.
Φταίει το Κράτος, που δεν είναι μόνο διεφθαρμένο - διαφθείρει κιόλας. Από μικροί, οι Έλληνες μαθαίνουν ότι για να πετύχουν πρέπει να λαδώσουν, να βρουν παραθυράκια, να γλύψουν πολιτικούς, να εξαπατήσουν, να παρανομήσουν. Με αποτέλεσμα, κάθε επιτυχία να θεωρείται εννιά στις δέκα φορές προϊόν δολιότητας και απάτης. Οι ελάχιστοι επιχειρηματίες που πετυχαίνουν με νόμιμα μέσα αντιμετωπίζονται περίπου ως κορόιδα. Η έκφραση «με τον σταυρό στο χέρι» φέρνει στον κοινό νου την εικόνα κάποιου που αυτοκτονεί. «Αν δεν λαδώσεις, δεν γίνεται τίποτα!» - η επωδός.
Έτσι, σε ολόκληρη τη δημόσια ζωή, σαν δίχτυ (ή σαν ζουρλομανδύας), πέφτει η καχυποψία για όλους και για όλα. Όλοι ξέρουν για όλους ότι κλέβουν τους φόρους, κρύβουν τα περιουσιακά τους στοιχεία, δωροδοκούν και δωροδοκούνται, βρίσκουν παράθυρα να γλιστρούν από κάθε νόμο. Αυτή η καχυποψία καταπολεμά κάθε έννοια κοινής συνείδησης, ομοθυμίας και κράτους. Δεν υπάρχει κοινότητα των Ελλήνων - εκτός κι αν νικήσουμε κανένα μουντιάλ. Καθένας για τον εαυτό του και ο Θεός εναντίον όλων.
Το γεγονός ότι δεν υπάρχει συγγένεια και συνάφεια με τον πλησίον, δεν υπάρχει δηλαδή η συνείδηση του έθνους (μιας κοινότητας ανθρώπων που έχουν κοινό συμφέρον, κοινούς φόβους και κοινούς εχθρούς), δημιουργεί στον κάθε Έλληνα την ψυχολογία του loner, του μοναχικού λύκου που προσπαθεί να επιβιώσει με κάθε τίμημα. Το Κράτος είναι μια αλάνα του Mad Μax: επιβιώνει ο πιο σκληρός, ο πιο αδίστακτος. Κι όχι Κράτος δεν υπάρχει, αλλά ούτε πόλεις, ούτε χωριά. Μόνο οικογένειες-κράτη, που πάνε κι αυτές σαν σαράβαλα στις ανηφόρες. Εξού και η καχυποψία για τον διπλανό. Ο φθόνος για την επιτυχία του.
Φοβάμαι που θα το πω, αλλά μόνο μια μεγάλη καταστροφή (που θα μηδενίσει αυτό το κράτος και όλα θα τα ξαναπιάσει από το άλφα) μπορεί να διορθώσει την παλιοκατάσταση. Δεν έχω και ιδιαίτερη πίστη στα νέα παιδιά. Στην πλειονότητά τους τα βλέπω να επαναλαμβάνουν με ολόδροσο κυνισμό τα εγκλήματα του μπαμπά τους.
Κι αν δεν είναι καταστροφή, θα είναι μια εθνική κατάθλιψη δεκαετίας - που πάλι καταστροφή τη λες...
LIFO