Στην 6η αίσθηση εκείνος ο απίθανος μικρός γυρίζει στο Μπρους Γούλις και του λέει
Οι πεθαμένοι βλέπουν αυτό που θέλουν. Και μερικές φορές δεν ξέρουν καν πως είναι πεθαμένοι.
Από την άλλη κάποιο χαρισματικό άτομο τους βλέπει πως κυκλοφορούν πως είναι πεθαμένοι, αλλά επειδή οι άλλοι δεν τους βλέπουν δεν γίνεται πιστευτό από κανέναν.
Σκεφτείτε το σε πνευματικό επίπεδο. Κάποιος αρνείται πεισματικά να κατανοήσει αυτό που συμβαίνει γύρω του. Είναι ήδη χαμένος, είναι πλανεμένος, είναι εγκεφαλικά κολλημένος αλλά αδυνατεί να το κατανοήσει γιατί σχηματίζει τη πραγματικότητα στα μέτρα του. Δεν υπάρχει περίπτωση να τον πείσεις γι΄αυτό που στ΄αλήθεια του συμβαίνει εκτός κι αν τον υποβάλλεις σε ένα πολύ δυνατό σοκ.
Οι άνθρωποι έχουν φτάσει εδώ και πολύ καιρό στο σημείο μηδέν. Γεννιούνται, μεγαλώνουν, πεθαίνουν πάνω σε συγκεκριμένα κλισέ. Κάθε βήμα που κάνουμε είναι θλιβερά προκαθορισμένο. Ακόμα κι εκείνοι που μοιάζουν διαφορετικοί, απλά έχουν λιγότερα κλισέ ή περισσότερη φαντασία για να τα χρωματίζουν κατά βούληση. Να πείθονται για πολλά περισσότερα από ότι οι άλλοι.
Η ουσία όμως είναι το σημείο μηδέν. Το μυαλό απορροφά σαν σφουγγάρι ότι κυκλοφορεί γύρω του. Δεν υπάρχει σαν αυτόνομο. Δεν υπάρχει σαν καινοτόμη σκέψη γιατί όποια σκέψη και να κάνει είναι απόρροια μιας προηγούμενης κι η επόμενη θα είναι απόρροια τούτης εδώ που μόλις σχηματίστηκε.
Χρειάζεται ένα δυνατό σοκ στην ανθρωπότητα. Ένα τέτοιο ταρακούνημα που ο άνθρωπος να βρεθεί αντιμέτωπος χωρίς αναισθητικό με τους πιο μεγάλους του φόβους. Τις μεγάλες ανασφάλειες. Να τις βγάλει έξω, να τον πνίξουν, για να μπορέσει αν σωθεί, να σκάψει μέσα στα ερείπιά του και να βρει χαμένα κομμάτια γνώσης που ήταν αδύνατον να ανακαλύψει στον αυστηρά περιορισμένο πολιτισμό των χιλιάδων αναμφισβήτητων κανόνων του.
Παλεύουμε να βρούμε μια λύση. Ξεκινώντας από πολύ χαμηλά , το τρόπο να επιβιώνουμε μέχρι τις πιο μεγάλες μας απαιτήσεις υπάρχει ένας κόσμος που καταρρέει. Τώρα πια μπορεί κανείς να δει μια μεγαλειώδη επανάσταση και να του φανεί τιποτένια ή να δει έναν τιποτένιο ανθρωπάκο και να τον ονομάσει θεό. Έχει πέσει μια συνεχής επανάληψη, ένα αναμάσημα του ίδιου τραγουδιού που παίζει συνέχεια, εκνευριστικά στο παγκόσμιο ραδιόφωνο και που έχει παρασύρει μέσα τα πάντα. Τα ευτελή με τα σημαντικά. Τα άοσμα με τ΄αρώματα. Τα άνοστα με τις λιχουδιές. Τη ζωή με το θάνατο. Ένα ομοιόμορφο μείγμα που ο καθένας προσπαθεί να βρει μια μικρή ακρούλα να βγάλει έξω το κεφάλι και ν΄ανασάνει.
Πόσο μπορεί ακόμα μια ολόκληρη ανθρωπότητα να βαδίσει πάνω σε αποτυχημένες συνταγές? Πόσες εφεδρείες έχει ακόμα ο άνθρωπος για να δικαιολογήσει την αληθινή του άγνοια? Την αδυναμία του να κάνει έστω και ένα βήμα μεγαλύτερο από αυτό που έκανε εκατομμύρια χρόνια πριν? Βήμα δικό του. Δεν είναι τα αεροπλάνα φτερά του, δεν είναι τα πλοία κουπιά του, δεν είναι τα μικρά σκουπιδάκια που αγοράζει με κόπο και βάσανα κομμάτια του.
Δικό του, τι έχει τελικά? Δικό του είναι το καρδιοχτύπι του έρωτα, το δάκρυ, ο πόνος, ο κρύος ιδρώτας από το φόβο, ο πανικός του μπροστά σε κάτι μοιραίο, η αγάπη και το μίσος .
Αυτά είναι τα μπαγκάζια του. Αυτά είναι ο άνθρωπος και πάνω σ΄αυτά υπάρχει ένα περιτύλιγμα που λέγεται σάρκα κι η σάρκες μαζί κατασκευάζουν πολιτισμούς για να αντέξουν το παράλογο της ύπαρξή τους στο σύμπαν . Και σ΄αυτή τη μάχη λάθεψε. Λάθεψε πολύ.
Ξέφυγε. Είναι πιο τυφλός πλέον ακόμα κι από εκείνο το πρωτόγονο πρόγονό του που ζούσε φοβισμένος μέσα σε στη σκοτεινή σπηλιά. Είναι πιο γυμνός παρά ποτέ. Πιο αγράμματος παρά ποτέ. Γιατί ξέχασε. Ξέχασε να αφουγκράζεται τι στ΄αλήθεια θέλει. Τι ονειρεύεται. Τι είναι πολύτιμο να φυλάξει και τι πρέπει να πετάξει. Ξέχασε ΤΟΝ ΑΡΧΙΚΟ ΤΟΥ ΣΤΟΧΟ. Από φοβισμένο θηρίο, μετατράπηκε σε ακούραστο εξερευνητή, έφτασε να νοιώσει θεόσταλτος, για να καταλήξει στο τέλος, να γίνει ένας θλιβερός σκουπιδοφάγος.....
Πιστεύω στη σοφία της φύσης. Και νομίζω πως σύντομα θα πάρει το νόμο στα χέρια της. Αυτή η αρρώστια που συνεχίζει να μολύνει όλο το πλανήτη αυτές οι ψυχές που αιωρούνται σε μια συνεχή αγωνία χωρίς απάντηση, χωρίς νόημα, δεν μπορεί να συνεχίσει να εξαπλώνεται. Η φύση δεν θέλει να σκοτώσει, δεν θέλει να εξαφανίσει, θέλει να βάλει τα πράγματα πάλι στη σωστή τους θέση, για να θυμηθούν ποια είναι αυτή...
Υπάρχει ο μικρός μας κόσμος κι η μικρή ιστορία που καλούμαστε να γράψουμε. Ζωντανοί. Παρόντες. Κι υπάρχει ένας κόσμος πιο αχανής , που περιβάλλει όλους τους μικρούς μας κόσμους κι εκεί γίνεται ανυπόφορα φανερό πως έχουμε υποβάλει τη γνώση μας σ΄ενα συνεχές σκασιαρχείο.
Χρειάζεται ένα σοκ για να γεννηθεί ο άνθρωπος από την αρχή.
Ισως θα έπρεπε να σταματώ κάθε σκέψη στο μικρό αυτό κόσμο. Να μπορώ να περιορίζω το βλέμμα δυο τετράγωνα πιο κάτω. Να νοιώθω ικανοποιημένη με τρία συμπεράσματα και δυο ανακαλύψεις.
Όμως
I see dead people. Πολλούς. Χαμός γίνεται στα γύρω..
Και δεν είναι καθόλου απλό.
Φταίω?
vasiliskos2