Του Δημήτρη Μυ
Το πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση συνοψίζεται ως εξής: Είναι σε θέση να εκπληρώσει τις συμβατικές δεσμεύσεις που έχει αναλάβει με τη Δανειακή Σύμβαση και το μνημόνιο έναντι των πιστωτών, κινούμενη εντός των πλαισίων της συνταγματικής νομιμότητας;
Το γεγονός ότι σήμερα ο πρωθυπουργός αναζητά συναίνεση στις συναντήσεις του με τους αρχηγούς των κομμάτων της αντιπολίτευσης υποδηλώνει την αμφιβολία του για αυτήν τη δυνατότητα. Υποδηλώνει επίσης και το αδιέξοδό του, καθώς η μη εξασφάλιση συναίνεσης, τον οδηγεί είτε σε αντιδημοκρατικές επιλογές -- δια τη πυγμής επιβολής των πολιτικών του ΔΝΤ-- είτε στην παραίτηση...
Ηδη στο νομικό κόσμο της χώρας διαμορφώνεται η άποψη ότι τόσο η Δανειακή Σύμβαση όσο και το μνημόνιο καθώς και η νομοθεσία για την εφαρμογή τους, κινούνται εκτός (νομιμότητας) των πλαισίων του Συντάγματος.
Σύμφωνα με την διακήρυξη του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών «η δανειακή σύμβαση, που υπέγραψε η χώρα μας -ιδρύοντας νομικό προηγούμενο και για μελλοντικούς δανεισμούς μας-, αναγνώρισε μεταξύ άλλων το δικαίωμα στους συγκεκριμένους δανειστές μας σε περίπτωση που δεν ικανοποιηθούν, να προβούν σε αναγκαστική εκτέλεση εις βάρος της δημόσιας περιουσίας, αδιακρίτως αν πρόκειται για στοιχεία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς (όπως η Ακρόπολη), μέσα αναγκαία για την εθνική μας άμυνα (όπως τα οπλικά μας συστήματα), δημόσια κτήρια (όπως η Βουλή), κοινόχρηστοι χώροι (πλατείες, δρόμοι), σε αντίθεση δηλαδή με ό,τι συμβαίνει με τους λοιπούς δανειστές και τους ίδιους τους Έλληνες πολίτες. Με άλλα λόγια όσα ίσχυαν ως προς το ακατάσχετο της δημόσιας περιουσίας, ανατρέπονται και δη υπέρ των αλλοδαπών δανειστών, χωρίς κανέναν περιορισμό».
Επιπροσθέτως, οι προωθούμενες διαρθρωτικές αλλαγές, που στόχο έχουν την απορύθμιση της ελληνικής οικονομίας για να εξασφαλιστεί η «ευεργετική» λειτουργία του νόμου της (ζούγκλας) αγοράς, είναι προφανές ότι δεν μπορούν να εξασφαλίσουν την συναίνεση της κοινωνίας, αφού οι εν λόγω ρυθμίσεις εκθεμελιώνουν (τινάζουν στον αέρα για την ακρίβεια) δικαιώματα των εργαζομένων. Είναι, λοιπόν, αναμενόμενο πως κάποια στιγμή η υπομονή και η αντοχή των εργαζομένων θα εξαντληθούν.
Αυτή η κρίσιμη στιγμή, όλα δείχνουν ότι έχει πλησιάσει. Είναι λοιπόν απαραίτητο για την κυβέρνηση η αναζήτηση ενός νέου συναινετικού μανδύα με τον οποίο θα μασκαρευτεί για να απευθυνθεί και να «παραμυθιάσει» για μια ακόμη φορά την κοινωνία. Αυτόν τον μανδύα, εκτός από την κυβέρνηση των υφαίνουν και οι πιστωτές μας, καθώς κι αυτοί προφανώς αντιλαμβάνονται την κρισιμότητα της στιγμής: Αν δεν υπάρξει πολιτικός μανδύας (μηχανισμός) ικανός να εξασφαλίσει την κοινωνική συναίνεση υπάρχει κίνδυνος να τιναχτεί στον αέρα όλο το κόλπο της «ιδιωτικοποίησης» του ελληνικού κράτους. Καθώς είναι πολλά τα λεφτά που παίζονται σ αυτό το κόλπο, δεν τηρούνται ούτε τα προσχήματα, όπως φάνηκε από τις παραινέσεις- εντολές των αρχιερέων της «διάσωσης» Στρος Καν και Ολι Ρεν προς τα κόμματα της αντιπολίτευσης, και τους κοινωνικούς εταίρους για «να στηρίξουν το δύσκολο έργο της κυβέρνησης».
Το γεγονός ότι θα υπάρξουν σίγουρα αμοραλιστές, καιροσκόποι ή απλώς καραγκιόζηδες της πολιτικής ζωής που θα προθυμοποιηθούν να βάλουν ένα χεράκι για τελειώσει η κυβέρνηση τη δουλειά που της έχει αναθέσει το ΔΝΤ δε σημαίνει κατ ανάγκη ότι η επιδιωκόμενη συναίνεση μπορεί να επιτευχθεί. Η κοινωνία, η οποία δοκιμάζεται άγρια, είναι πλέον έμπειρη για να «μασήσει» κάποιες συμφωνίες κορυφής που στόχο έχουν την εξαπάτησή της για μια ακόμη φορά και τη διάσωση κάποιων ...«επιδέξιων πολιτικών κώλων» οι οποίοι για δεκαετίες τώρα αναπαύονται στο σβέρκο μας.
Υπό αυτήν την έννοια, οι έχοντες στοιχειώδες πολιτικό μυαλό αντιλαμβάνονται ότι στην προκειμένη περίπτωση, συναίνεση, σημαίνει συνενοχή, σε ένα έγκλημα για το οποίο κάποια στιγμή θα αποφανθούν τα δικαστήρια...
topontiki