του Μελέτη Μελετόπουλου
Η χρεωκοπία της Ελλάδας και η έλευση του μηχανισμού της Τρόϊκας οδήγησαν αναγκαστικά σε αποκάλυψη πληθώρας στατιστικών στοιχείων σχετικά με το εύρος, την δομή και την ποιότητα του δημόσιου τομέα. Σήμερα διαθέτουμε πληρέστερη εικόνα, και επομένως μπορούμε να εξαγάγουμε ασφαλέστερα συμπεράσματα.
Ένα βασικό συμπέρασμα είναι ότι η δομή της πολιτικής, της οικονομίας, της κοινωνίας και συνολικά του κράτους της Μεταπολίτευσης παρουσιάζει τεράστιες ομοιότητες με το σοβιετικό μοντέλο, και μάλιστα αυτό της ύστερης περιόδου του «υπαρκτού σοσιαλισμού».
Ποιά είναι τα στοιχεία σοβιετικού χαρακτήρα του κράτους της Μεταπολίτευσης;
1.Ο πρωτοφανής αριθμός δημοσίων υπαλλήλων του στενού και του ευρύτερου δημοσίου τομέα. Η πρόσφατη απογραφή κατέγραψε 768.000 υπαλλήλους της γενικής διακυβέρνησης και άγνωστον ακόμα αριθμό υπαλλήλων των ΔΕΚΟ (προφανώς η μη καταγραφή τους έχει σημασία).Συνολικά ο αριθμός, σύμφωνα με τις πιο έγκυρες εκτιμήσεις, πρέπει να υπερβαίνει το 1.000.000.Ο αριθμός αυτός αντιστοιχεί στο ένα πέμπτο του εργατικού δυναμικού της χώρας(περίπου 5.ΟΟΟ.ΟΟΟ),αναλογία τεράστια σε σχέση με τις σύγχρονες ευρωπαϊκές οικονομίες.
Το εύρος αυτό δεν εξυπηρετεί απολύτως καμμία λειτουργική ανάγκη και στην ουσία αποτελεί έναν σοβιετικού τύπου κρατικό τομέα. Σ’αυτόν κυριαρχεί ο ανθρωπολογικός τύπος του αυταρχικού έναντι του πολίτη, προστατευόμενου από κάποιον κομματικό μηχανισμό, ανεύθυνου, αντιπαραγωγικού, αναποτελεσματικού και εν πολλοίς διεφθαρμένου, αλλά και μη λογοδοτούντος και μη απολύσιμου δημοσίου υπαλλήλου. Η κυριαρχία της γραφειοκρατίας επισημάνθηκε από όλους τους αναλυτές του σοβιετικού φαινομένου ως κύριο συστατικό του, που τελικώς κατίσχυσε των σοβιέτ, του «κόκκινου στρατού» και των άλλων μηχανισμών της πρωτογενούς σοβιετικής εξουσίας.
Στην Ελλάδα,ο τεράστιος κρατικός τομέας ναι μεν προέκυψε από την πελατειακή και λαϊκιστική δομή των κομμάτων της Μεταπολίτευσης, αλλά δεν συνάντησε κάποια σοβαρή πολιτική ή ιδεολογική αντίσταση, κάτι που έχει ιδιαίτερη σημασία. Και πάντως το αποτέλεσμα ήταν μία δομή προσεγγίζουσα το σοβιετικό μοντέλο κράτους.
2.Η ύπαρξη σοβιετικού τύπου νομενκλατούρας, δηλαδή στρατιάς προνομιούχων κομματικών στελεχών(στις ΔΕΚΟ, αλλά και άλλων διεσπαρμένων σε όλον τον δημόσιο τομέα),με μισθούς διπλάσιους ή τριπλάσιους από αυτούς των υπολοίπων δημοσίων υπαλλήλων και πολλαπλάσιων αυτών του ιδιωτικού τομέα (βλ. ακριβή μεγέθη στην εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 10-12-2010). Η μισθολογική συντριβή του ιδιωτικού τομέα μπροστά στις μυθώδεις αμοιβές της νομενκλατούρας αποτελεί στοιχείο σοβιετικής αντίληψης και δομής.
3.Ο κρατικοδίαιτος συνδικαλισμός, που δεν αντιπροσωπεύει στην πραγματικότητα την πλειοψηφία των εργαζομένων, και διευθύνεται από κρατικοδίαιτα κομματικά στελέχη, τα οποία ελέγχονται πλήρως από τους κομματικούς μηχανισμούς και μετά από πολυετή πορεία κομματικής αφοσίωσης αμείβονται με βουλευτικά και υπουργικά αξιώματα. Δεν υπάρχει καμμία ουσιώδης διαφορά από το σοβιετικό συνδικαλιστικό σύστημα, ελεγχόμενο από το κράτος και το κόμμα.
4.Η ολιγαρχική δομή διακυβέρνησης και η ύπαρξη στην πραγματικότητα ενός ενιαίου κομματικού οργανισμού, με αυτοαναφορικότητα, ελεγχόμενη κλειστή αναπαραγωγή με νεποτιστικά και ευνοιοκρατικά κριτήρια,υψηλό βαθμό διαφθοράς και ταυτόχρονα διοικητική αναποτελεσματικότητα.
Η ύπαρξη διαφορετικών κομμάτων και οι ρητορικού επιπέδου διαφωνίες μεταξύ τους στην Μεταπολίτευση δημιουργούν επίφαση δημοκρατικού ανταγωνισμού και πολιτικού πλουραλισμού, ενώ στην πραγματικότητα τα στελέχη των κομμάτων αυτών συνεργάζονται στενά σε πελατειακό και επαγγελματικό επίπεδο (π.χ. ψηφίζουν πάντοτε από κοινού τις μισθολογικές τους αυξήσεις και όλα τα προνόμιά τους, καθώς και την ποινική τους ασυλία). Επίσης μοιράζονται τις ίδιες ακριβώς πελατειακές και διαχειριστικές πρακτικές, και ακολουθούν κοινά ήθη στην σχέση τους με τα ιδιωτικά συμφέροντα.
Αλλά και τα μικρά κόμματα παίζουν ρόλο απολύτως παραπληρωματικό στον δικομματικό άξονα εξουσίας, συμμετέχουν στα προνόμια και λειτουργούν ως άλλοθι. Υπάρχει δε και «καταμερισμός εργασίας», π.χ. μικρά κόμματα που λειτουργούν ως ψηφοδόχοι των δυσαρεστημένων από τα κόμματα εξουσίας, άλλα που επωμίζονται τον ιδεολογικό έλεγχο των πανεπιστημίων ή των αντιεξουσιαστικών-αναρχικών ομάδων κλπ. Αυτή η δομή δεν διαφέρει παρά μόνον επιφανειακά από το σοβιετικό πολιτικό σύστημα, το οποίο είχε ενσωματώσει σε μία μονολιθική δομή εξουσίας όλες τις τάσεις και τις αντίθετές τους.
Την διαφύλαξη του μονοπωλίου της εκπροσώπησης του εκλογικού σώματος το κράτος της Μεταπολίτευσης εμπιστεύθηκε σε εκλογικούς νόμους και εκλογικούς μηχανισμούς που αλλοιώνουν την λαϊκή προτίμηση και αποκλείουν κάθε περίπτωση ανάδειξης αντισυστημικών πολιτικών κινήσεων και προσωπικοτήτων.
5.Η απουσία διαχωρισμού των εξουσιών, κεντρικό χαρακτηριστικό του σοβιετικού συστήματος και βασική διαφορά του από τα δυτικά κράτη. Το κομματικό σύστημα επηρεάζει όλους τους επίσημους θεσμούς, την δικαιοσύνη μέσω του διορισμού της ηγεσίας των ανωτάτων δικαστηρίων, την βουλή μέσω της κομματικής πειθαρχίας, αλλά και τους ανεπίσημους, όπως τα ΜΜΕ, ιδίως τα πιο ευπαθή, τα οποία επηρεάζει με κρατικές διαφημίσεις ή με άλλους αθέμιτους τρόπους.
6.Τα πανεπιστήμια της Μεταπολίτευσης δεν είναι ανεξάρτητοι οργανισμοί, όπως στην Ευρώπη, αλλά προέκταση του πολιτικού συστήματος. Στελεχώνονται με κομματικά στελέχη, αποκλείουν πρόσωπα μη ελεγχόμενα, αναπαράγουν την κυρίαρχη ιδεολογία και αποτελούν φυτώρια κομματικών και συνδικαλιστικών στελεχών και γραφειοκρατών κακής ποιότητας, διαμορφώνοντας το ανάλογο ιδεολογικό και ηθικό κλίμα.
Σε όλα αυτά δεν υπάρχει απολύτως καμμία διαφορά με το σοβιετικό μοντέλο ανώτατης εκπαίδευσης. Υπάρχει όμως μία βασική διαφορά: ότι στα κομμουνιστικά πανεπιστήμια το «άσυλο», η βία και οι εμπρησμοί, οι ξυλοδαρμοί καθηγητών, η σταθερά επαναλαμβανόμενη καταστροφή της υποδομής, η πλήρης απουσία ιεραρχίας, ήταν αδιανόητα. Υπήρχε πειθαρχία και σκληρή μελέτη. Η αναπαραγωγή της σοβιετικής κυρίαρχης ιδεολογίας γινόταν στα πλαίσια κάποιας τυπικής τουλάχιστον ευρυθμίας και στοιχειώδους ακαδημαϊκής σοβαρότητας. Αυτή η ουσιώδης διαφορά οφείλεται στον πειθαρχημένο χαρακτήρα του ρωσσικού λαού και στον σεβασμό που επιδεικνύει προς την επιστήμη.
7.Η ποινικοποίηση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και της επιχειρηματικότητας αποτελεί κοινό σημείο του σοβιετικού με το ελληνικό μεταπολιτευτικό μοντέλο. Με την λεπτή διαφορά ότι στην Ελλάδα η επιχειρηματικότητα δεν αποτελεί απλώς αντικείμενο ιδεολογικής απέχθειας (ενάντια στα αφεντικά, τον ιμπεριαλισμό και τα εγχώρια όργανά του, τον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό κλπ.).
Αλλά συνοδεύεται και από χλεύη έναντι των κορόϊδων που εργάζονται σκληρά και προκόβουν στον ανταγωνιστικό κόσμο της ελεύθερης αγοράς, ενώ θα μπορούσαν να τακτοποιηθούν και να σιτίζονται σε κάποιο κρατικό πρυτανείο καλλιεργώντας τις κατάλληλες διασυνδέσεις(και βεβαίως με τις απαιτούμενες αντιπαροχές και δεσμεύσεις υποτέλειας). Αλλά και ο συρρικνωμένος και προβληματικός ιδιωτικός τομέας της Ελληνικής οικονομίας βρίσκεται σε σχέση εξάρτησης-ομηρείας από το κράτος, μέσω των μηχανισμών της γραφειοκρατίας-διαφθοράς, των κρατικών προμηθειών, της μη πληρωμής των κρατικών προμηθευτών κλπ. Στην ουσία η ιδιωτική οικονομία περνάει από το κράτος-πολιτικό σύστημα-κομματικό σύστημα-κομματικό συνδικαλισμό.
8.Η ιδεολογική κυριαρχία του μαρξισμού-λενινισμού-σταλινισμού, σε διάφορες παραλλαγές, που λειτούργησε σε όλη την διάρκεια της Μεταπολίτευσης ως πραγματική επίσημη ιδεολογία. Όχι μόνον η πληθώρα μαρξιστικών ή μαρξιστογενών κομμάτων, γκρουπούσκουλων και παρεών αναπαρήγαγε μία μαρξιστική vulgata, αλλά και τα λεγόμενα αστικοφιλελεύθερα κόμματα διακατέχονταν από τον τρόμο των ίδιων τους των θέσεων και λειτουργούσαν σε ιδεολογικό επίπεδο απολογητικά έναντι της μαρξιστικής ρητορικής.
9.Τα γκουλάγκ συνιστούν ασφαλώς μία σοβαρή διαφορά ανάμεσα στο κράτος της Μεταπολίτευσης και την Σοβιετική Ένωση. Χωρίς να υπάρχουν κυριολεκτικά τα γκουλάγκ, οι εξουσιαστές της Μεταπολίτευσης εφηύραν έναν άλλον τρόπο εξουδετέρωσης των αντισυστημικών στοιχείων (διανοουμένων, πολιτικών, επιστημόνων, ηθικών στοιχείων κλπ.): αυτό που ο Χριστιανισμός αποκαλεί, με άλλη έννοια βέβαια, εγκόσμια εξορία. Οι αντιφρονούντες της Μεταπολίτευσης μπορούσαν να εκφράζονται ελεύθερα, να γράφουν ελεύθερα, να οργανώνονται ελεύθερα.
Αλλά η δραστηριότητά τους περιβαλλόταν από μία υγιειονομική ζώνη σιωπής, με ολοκληρωτικό αποκλεισμό τους από τα συστημικά (κρατικά και διαπλεκόμενα ιδιωτικά) ΜΜΕ, τα κρατικά πανεπιστήμια, τον δημόσιο βίο γενικώτερα, ώστε η φωνή τους να εκπέμπεται σε κενό. Ταυτόχρονα,οι αντιφρονούντες λοιδωρούνταν ως γραφικοί, αντικοινωνικοί,μη συνεργάσιμοι, ακραίοι, εθνικιστές, ουτοπιστές κλπ. (βλ. το πρόσφατο βιβλίο μου ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΜΟΥ, εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2010). Έτσι το κράτος της Μεταπολίτευσης απέφυγε την θυματοποίηση και ηρωοποίηση των θυμάτων των γκουλάγκ της Σοβιετικής Ένωσης, καθώς και την μομφή του ολοκληρωτισμού.
10. Υπάρχουν πολλές αιτίες της χρεωκοπίας του κράτους της Μεταπολίτευσης. Η αποτυχία εγκαθίδρυσης σύγχρονου κράτους και κοινωνίας ευρωπαϊκού τύπου έχει σχέση ασφαλώς με τα κατάλοιπα της Τουρκοκρατίας, που εγκλώβισε τον Ελληνισμό σε μία δομή ασιατικού δεσποτισμού και την απέκοψε από την Αναγέννηση(η οποία είχε ήδη αρχίσει να συντελείται στο Ύστερο Βυζάντιο),τον Διαφωτισμό και την Βιομηχανική Επανάσταση.
Επίσης σχετίζεται με το πελατειακό σύστημα, τις δομές υπανάπτυξης και την νοσηρή και εν πολλοίς εκούσια(διότι ήταν πιο εύκολο άλλοι να μας τρέφουν και να μας προστατεύουν από το να αναλάβουμε τις ευθύνες μας….) εξάρτηση του νεοελληνικού κράτους από τις Μεγάλες Δυνάμεις. Όπως επίσης σχετίζεται με τις αποτυχία των μεταπολεμικών κυβερνήσεων να εκσυγχρονίσουν την χώρα. Υπάρχει όμως και μία πιο πρωτότυπη και ενδιαφέρουσα ερμηνεία, συμπληρωματική των προηγουμένων: η ιδεολογική επίδραση του μαρξισμού σε μεγάλο μέρος της ιθύνουσας τάξης.
Ήδη από την εποχή του στρατάρχη Παπάγου και της καραμανλικής ΕΡΕ, οι σημαντικώτεροι εκ των ιδεολογικών καθοδηγητών της μεταπολεμικής Δεξιάς προέρχονταν από το ΚΚΕ ή άλλα ακροαριστερά-τροτσκιστικά γκρουπούσκουλα του Μεσοπολέμου (Σάββας Κωνσταντόπουλος, Γεώργιος Γεωργαλάς, Θεοφύλακτος Παπακωνσταντίνου κλπ.). Η Δικτατορία των Συνταγματαρχών χρησιμοποίησε επίσης πρώην κομμουνιστές σε υπουργικά αξιώματα.
Κατά την Μεταπολίτευση, όπως έχει αποδείξει ο Χρήστος Πασαλάρης σε σχετική μελέτη του («Oι βαρώνοι των MEDIA- χθεσινοί και σημερινοί», εκδόσεις Λιβάνη) ,οι σημαντικώτεροι εκδότες είχαν υπάρξει στην νεότητά τους μέλη του ΕΑΜ ή του ΚΚΕ. Η γενιά του Πολυτεχνείου, το ΠΑΣΟΚ, ο Συνασπισμός, ο κόσμος των media, το πανεπιστημιακό κατεστημένο της Μεταπολίτευσης συγκροτήθηκαν σε μεγάλο βαθμό από πρόσωπα που είχαν υπάρξει μέλη του ΚΚΕ, του ΚΚΕ εσωτερικού ή άλλων αριστερών οργανώσεων.
Η κοινωνικοποίησή τους και η πολιτικοποίησή τους εξελίχθηκε στο πλαίσιο της νεανικής τους στράτευσης σε οργανώσεις που υμνούσαν τον Λένιν, τον Στάλιν, την Οκτωβριανή Επανάσταση, τον Φιντέλ Κάστρο κλπ. Ακόμη και αυτοί που εξελίχθηκαν στους πιό διεφθαρμένους και αυταρχικούς εξουσιαστές της Μεταπολίτευσης, που μετεστράφησαν στην πράξη σε ταγούς του ληστρικού, ολιγαρχικού ψευδοκαπιταλισμού τριτοκοσμοικού τύπου, διατηρούσαν την ιδεολογική επίφαση του μαρξισμού, για να εξαπατούν τις μάζες και ίσως και τον εαυτό τους.
Κορυφαίο σημείο αυτής της ιδεολογικής κυριαρχίας του μαρξισμού υπήρξε η δικαίωση της κομμουνιστικής ανταρσίας της περιόδου 1944-1949.Τα ξερονήσια, η εξορία, οι φυλακές, το αντάρτικο κατέστησαν τίτλος τιμής. Η απόπειρα δηλαδή να επιβληθεί στην Ελλάδα διά της βίας, από μία οπλισμένη μειοψηφία ελεγχόμενη από την Σοβιετική Ένωση, κομμουνιστική δικτατορία, υμνήθηκε, οι ηγέτες της ανταρσίας αγιοποιήθηκαν, δημιουργήθηκε μαρτυρολόγιο θυμάτων της αστικής καταστολής, συγγράφηκαν αγιογραφικές βιογραφίες και επιστημονικοφανείς μελέτες, και φυσικά εξοβελίσθηκε κάθε αντίθετη φωνή ως αντιδραστική, φασιστική κλπ. Οι μη μαρξιστές λειτουργούσαν απολογητικά και αμυντικά έναντι του μαρξισμού.
Η ιδεολογική κυριαρχία της αριστεράς έφθασε στο σημείο ώστε ο Κώστας Καραμανλής να υποχρεωθεί το 2004 να επισκεφθεί και να προσκυνήσει την Μακρόνησο ώστε να κερδίσει τις εκλογές χωρίς ιδεολογικές εντάσεις και επικίνδυνες αντιπαραθέσεις.
Η δικαίωση της ένοπλης κομμουνιστικής ανταρσίας και η εξύμνηση της προσπάθειας να καταλυθεί το αστικό κράτος και να καταστεί η Ελλάδα κομμουνιστική δικτατορία όπως η Βουλγαρία ή η Αλβανία, είναι φυσικό να αντιφάσκει, να υπονομεύει, να ακυρώνει ιδεολογικά και ηθικά, κάθε προσπάθεια συγκρότησης ευρωπαϊκού τύπου κράτους στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης. Δικαίωση των ηττημένων κομμουνιστών σημαίνει δικαίωση του σοβιετικού μοντέλου το οποίο αυτοί επεδίωκαν να επιβάλουν στην χώρα μας. Ή εν πάση περιπτώσει σημαίνει απέχθεια προς την εξέλιξη της χώρας σε σύγχρονη αστική δημοκρατία δυτικού τύπου.
Αυτή η ιδεολογική υπονόμευση διεπλάκη με οθωμανικές επιβιώσεις, πελατειακές δομές, τριτοκοσμικές κληρονομικές ολιγαρχίες και βαθύτατη ιδιοτέλεια και διαφθορά και παρήγαγε το χρεωκοπημένο κρατικιστικό μοντέλο της Μεταπολίτευσης, όπου στόχος όλων ήταν ο διορισμός στο πρυτανείο του Δημοσίου ή ακόμα χειρότερα η διαπλοκή με το δημόσιο, στην τελευταία του εκδοχή μέσω κοινοτικών προγραμμάτων και επιδοτήσεων, με εξαπάτηση της «αφελούς» Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Έτσι η Ελλάδα παρήγαγε τα αρνητικά του καπιταλισμού ληστρικού τύπου (διαπλοκή, διαφθορά, υπερκαταναλωτισμός, χρηματιστηριακός τζόγος κλπ.), χωρίς τα θετικά του καπιταλισμού δυτικού τύπου (υψηλό βιοτικό επίπεδο υποστηριζόμενο από αντίστοιχα υψηλή παραγωγικότητα, λειτουργικό κράτος, υγιής υπέρ του καταναλωτή ανταγωνισμός, καινοτομία, έρευνα).
Επίσης παρήγαγε τα αρνητικά του σοβιετικού μοντέλου, όπως τα προαναφέραμε, χωρίς όμως και τα όποια θετικά (ανώτατη εκπαίδευση υψηλού επιπέδου, ισχυρές ένοπλες δυνάμεις, αποτελεσματική διπλωματία).
Το σοβιετικό μοντέλο αποδείχθηκε ότι όχι μόνον είχε ολοκληρωτικά χαρακτηριστικά αλλά και δεν ήταν οικονομικά βιώσιμο, διότι η κρατικοποιημένη οικονομία ήταν ανίκανη να καλύψει τις ανάγκες του σοβιετικού πληθυσμού (αυτό ίσχυσε σε όλες ανεξαιρέτως τις χώρες όπου επεβλήθη ο κομμουνισμός). Απουσίαζε η επιχειρηματικότητα, η καινοτομία, το ρίσκο, η φαντασία, οι ανοιχτοί ορίζοντες, καθώς και το κίνητρο του κέρδους. Την χρεωκοπία του σοβιετικού μοντέλου το 1989 ακολούθησε η ραγδαία και συνολική κατάρρευση όλων των κομμουνιστικών καθεστώτων, πλην της Βόρειας Κορέας, ενώ η Κούβα και η Κίνα ακολούθησαν έναν ομαλότερο δρόμο προς τον καπιταλισμό, διότι οι ισχυρές ηγεσίες τους απέτρεψαν το χάος.
Το Ελληνικό μοντέλο, ένα υβρίδιο σοβιετικών αντιλήψεων, μεσαιωνικών επιβιώσεων και ληστρικού ψευδοκαπιταλισμού, χρεωκόπησε είκοσι χρόνια αργότερα, απλώς και μόνον διότι είχε την βαλκανική ευφυΐα να ενταχθεί οικονομικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, χωρίς όμως ποτέ να προσαρμοστεί στον ευρωπαϊκό τρόπο του σκέπτεσθαι και του οικονομείν. Η αυταπάτη του, προϊόν αλαζονείας, ήταν ότι το παιχνίδι αυτό θα διαρκούσε εσαεί. Αλλά τέτοιου είδους φαυλοκρατικές ισορροπίες δεν διαρκούν αιωνίως, όπως γνωρίζει και ένας πρωτοετής φοιτητής Ιστορίας ευρωπαϊκού πανεπιστημίου.
Και, οπωσδήποτε, μία ιθύνουσα τάξη που διαμόρφωσε την ιδεολογική της συνείδηση με άξονα την απόρριψη της αστικής κοινωνίας και την καταγγελία του καπιταλισμού, είναι εντελώς-μα εντελώς-αδύνατον να συγκροτήσει σύγχρονο κράτος, στην θέση των ερειπίων της Μεταπολίτευσης.
Ο Μελέτης Η. Μελετόπουλος είναι Διδάκτωρ Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών Πανεπιστημίου Γενεύης.
antibaro