Οι συνεδριάσεις Ecofin και Eurogroup το προηγούμενο διήμερο κατέληξαν χωρίς την πολυαναμενόμενη (από την κυβέρνηση) επιμήκυνση της αποπληρωμής του δανείου των 110 δισ. ευρώ της τρόικας από τα 5 χρόνια που ισχύει σήμερα στα 11 χρόνια.
Πρόκειται για μιαν απόφαση στην ουσία τυπική, αφού ακόμη και με βάση το ασφυκτικό θεσμικό πλαίσιο της Ε.Ε. (όπως έχουν αναγνωρίσει αξιωματούχοι της Κομισιόν) θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ η εναρμόνιση των όρων δανεισμού της Ελλάδας από την τρόικα με αυτούς που ισχύουν για την Ιρλανδία, στην οποία εξ αρχής παρασχέθηκε η δυνατότητα αποπληρωμής σε 11 χρόνια. Αντ’ αυτού, η απόφαση που κατά τον υπουργό Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου «κλείδωσε» τον Νοέμβριο, «επιβεβαιώθηκε» τον Δεκέμβριο και «συμφωνήθηκε επί της αρχής» χθες, αναβάλλεται για να «σφραγιστεί» στη σύνοδο Κορυφής του Φεβρουαρίου ή του Μαρτίου. Και από ελληνικής πλευράς δεν ακούστηκε «κιχ». Η κυβέρνηση δεν είχε το σθένος να διεκδικήσει ούτε αυτό που η ίδια έχει ορίσει ως αυτονόητο.
Στον πάγο και το επιτόκιο…
Η αναβολή παρασύρει και τη δεύτερη, παρεπόμενη «μεγάλη προσδοκία» που είχε καλλιεργήσει η κυβέρνηση για μικρή μείωση του επιτοκίου 5% με το οποίο η Ελλάδα παίρνει τις «δηλητηριώδεις» δόσεις δανεισμού από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό «διάσωσης». Και ενώ ακόμη και ο Ιρλανδός υπουργός Οικονομικών Μπράιαν Λένιχαν, μετά τη συνεδρίαση του Ecofin στις Βρυξέλες δημοσιοποιούσε τις προπαρασκευαστικές ενέργειες της κυβέρνησής του για να πιέσει στην κατεύθυνση μείωσης του επιτοκίου, ο «πειθαρχικός» Γ. Παπακωνσταντίνου έσπευδε να διαψεύσει τις δηλώσεις Πάγκαλου περί διεκδίκησης επιμήκυνσης του συνολικού χρέους και όχι μόνο των 110 δις. της τρόικας.
Ο εκβιασμός της 4ης δόσης
Το μόνο, λοιπόν, που επιμηκύνεται είναι η αγωνία της κυβέρνησης. Η ματαίωση των «μεγάλων προσδοκιών» της δυσχεραίνει πολύ τη θέση της ενόψει της νέας «επιθεώρησης» από την τρόικα τον επόμενο μήνα. Αξιωματούχοι της Ε.Ε. δεν έκαναν την παραμικρή προσπάθεια να κρύψουν ότι η αναβολή της απόφασης για την επιμήκυνση της αποπληρωμής αποτελεί μέσο πολιτικής πίεσης στην κυβέρνηση, αλλά τελικά στην τελούσα σε κατάσταση σοκ ελληνική κοινωνία, ενόψει της τέταρτης (και μεγαλύτερης) δόσης του δανείου, των 15 δισ. ευρώ τον Μάρτιο. Στόχος της πίεσης αυτής είναι να αποσπαστούν νέες, δουλικές δεσμεύσεις από την κυβέρνηση για διαρθρωτικές (διάβαζε: εξαρθρωτικές) αλλαγές όχι μόνο για το 2011, αλλά και για την τριετία 2012-2014. Η ατζέντα της τρόικας για ισοπεδωτικές παρεμβάσεις στην αγορά εργασίας, στους μισθούς δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, στο κόστος των απολύσεων, στο «άνοιγμα» των αγορών, στη συρρίκνωση του κράτους και την πώληση της δημόσιας περιουσίας κάθε άλλο παρά έχει εξαντληθεί, ενώ δεν έχει κρυφτεί από τους επιτηρητές και η επιπλέον φιλοδοξία να προωθηθούν οι αλλαγές αυτές με όρους «πολιτικής συναίνεσης». Αλλά η συνταγή, μέχρι στιγμής, δεν βγαίνει.
Το λόμπι του «Βορρά»
Μπορεί, λοιπόν, το «ελληνικό πρόβλημα» να μην είναι πια παρά μια άθλια υποσημείωση στο μεγάλο ευρω-παζάρι για τη διαχείριση της κρίσης χρέους στην ευρωζώνη, ωστόσο η ένταξή του στο πλαίσιο της συνολικής διαπραγμάτευσης για την «τελική λύση» διαμορφώνει συνθήκες εκβιασμού νέων, σκληρότερων μέτρων. Η γερμανική ηγεσία, πλαισιωμένη από το «λόμπι» του «Βορρά» που έκανε μάλιστα και επίσημη εμφάνιση του Eurogroup (με την κοινή πλατφόρμα που προέβαλαν οι υπουργοί Οικονομίας Γερμανίας, Γαλλίας, Ολλανδίας, Αυστρίας, Φινλανδίας και Λουξεμβούργου, ως χώρες που δανείζονται ακόμη φθηνά), επιχειρεί να αποσπάσει μείζονες δεσμεύσεις από τις λοιπές πολιτικές ηγεσίες της ευρωζώνης για να συναινέσει σε μια συνολική λύση πακέτο. Η λύση αυτή, στην οποία θα ενταχθεί και η επιμήκυνση του ελληνικού δανείου και πιθανώς μια μείωση του επιτοκίου του, αναμένεται να συζητηθεί και να αποφασιστεί είτε στη ευρωπαϊκή Σύνοδο Κορυφής της 4ης Φεβρουαρίου είτε (που είναι και το πιθανότερο) στη σύνοδο της 25ης Μαρτίου (η οποία, υπό αυτόύς τους όρους, δεν αποκλείεται να εξελιχθεί σε… αποφράδα επέτειο της ελληνικής Επανάστασης). Η σύνοδος του Μαρτίου εξυπηρετεί και την εσωτερική πολιτική ατζέντα της γερμανικής κυβέρνησης που στις 20/2 και στις 20/3 αντιμετωπίζει δύο εκλογικές δοκιμασίες, στο Αμβούργο και στη Βάδη – Βιτεμβέργη αντίστοιχα.
Η συνταγή της «λύσης»
Παρ’ ότι οι πολιτικές ηγεσίες των «ηγεμόνων» της Ε.Ε. δεν χαρακτηρίζονται από καμιά συνέπεια και συνέχεια στις «τεχνικές» επιλογές για τη συνταγή διαχείρισης της κρίσης χρέους, με βάση τα δεδομένα που διαμορφώθηκαν αυτή την εβδομάδα, η λύση που τίθεται υπό διαπραγμάτευση περιλαμβάνει τα εξής:
Πρώτον, αντί τις αρχικά συζητούμενης ποσοτικής ενίσχυσης του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (γινόταν λόγος ακόμη και για διπλασιασμό στα 1,5 τρις. ευρώ), τώρα συζητείται η «εξάντληση των δυνατοτήτων του». Δηλαδή, η δυνατότητα να χρησιμοποιήσει και τα 440 δις. που διαθέτει (έναντι των 250 δις. που μπορεί να χρησιμοποιήσει σήμερα).
Δεύτερον, παραμένει στο τραπέζι η πρόταση να μεταφερθεί στο Ταμείο η «βρομοδουλειά» που κάνει σήμερα η ΕΚΤ, δηλαδή η αγορά των «κόκκινων» ομολόγων.
Τρίτον, υπό διαπραγμάτευση θα τεθεί και το περίφημο ευρωομόλογο ως εναλλακτικός τρόπος «διχοτόμησης» της ευρωζώνης όχι μόνο σε υγιείς και ασθενείς χώρες, αλλά και σε «καλό» (δηλαδή, εξυπηρετούμενο με χαμηλά επιτόκια) και «κακό» χρέος.
Τέταρτον, ανεξάρτητα από την τελική εκδοχή της συνταγής που θα προκύψει από το παζάρι, βέβαιο είναι η βούληση να ορθωθεί τείχος προστασίας στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα (το μόνο σωζόμενο). Εξ ου και η πολλοστή μετάθεση των περίφημων stress tests για τα τέλη Μαΐου! Τα περί αναζήτησης αυστηρότερων και πιο αξιόπιστων κριτηρίων, πρέπει μάλλον να τα ακούμε βερεσέ.
Πέμπτον και μείζον: η «τελική λύση» μπορεί να έχει πολλούς εναλλακτικούς αριθμητές, αλλά έχει έναν παρονομαστή: την ενιαία οικονομική διακυβέρνηση της Ε.Ε. και δη της ευρωζώνης που προβάλλεται ως όρος ύπαρξης του ευρώ, αλλά ταυτόχρονα είναι και όρος εκμηδένισης της εθνικής κυριαρχίας και υποταγής των κοινωνιών στη δικτατορία των αγορών.
Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκαγκ Σόιμπλε δεν κουράζεται να επαναλαμβάνει ότι το Σύμφωνο Σταθερότητας πρέπει να αναθεωρηθεί και να περιλαμβάνει αυστηρότερους κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας και ενιαία οικονομική πολιτική για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας όλων των χωρών. Δηλαδή, ένα μνημόνιο για όλους εις τον αιώνα τον άπαντα. Ή, τουλάχιστον για όσο επιβιώσει το κοινό νόμισμα. Πολλοί αναλυτές επιμένουν ότι ζούμε ήδη την αποδρομή του…
aristerovima