Σήμερα -ίσως είναι φανερό- ο κοινός μας συνεκτικός δεσμός είναι η κατανάλωση. Είναι η κοινή μας ταυτότητα, η κοινή μας ιδιότητα. Όλοι μας είμαστε καταναλωτές. Και βέβαια θα αντιτείνουμε ότι η κατανάλωση δε είναι απαραίτητα κάτι κακό. Αντίθετα, έχει συμβάλει σημαντικά στη βελτίωση του βιοτικού μας επιπέδου και της ποιότητας ζωής μας. Ωστόσο, πού αρχίζει τελικά η υπερκατανάλωση; Η άμετρη μανία μας για αγορές αγαθών, άχρηστα ή ολιγόβια στη χρήση τους;
Και σήμερα πια η κατανάλωση δεν σχετίζεται μόνο με την ορατή αγορά αγαθών. Απλώνεται σαν ένα ιδεολογικό καρκίνωμα και μετατρέπεται σε ήθος. Ο υπερκαταναλωτισμός έχει μετατραπεί σε μία στάση ζωής, μία άποψη, μία ιδεολογική αντίληψη, που επιτρέπει στις τράπεζες να θησαυρίζουν μέσα από την ψευδαίσθηση της απόκτησης αντικειμένων. Καλλιεργείται προς όφελος των τραπεζικών υπερκερδών η ιδέα μιας περίεργης ατομικής προβολής μέσα από την επίδειξη καταναλωτικών αγαθών που τελικά οδηγεί εντέχνως στον κοινωνικό κανιβαλισμό.
Το άτομο χάνεται στο ατομικό κυνήγι του υλικού ευδαιμονισμού, αναζητά με ολοένα και μεγαλύτερη αγωνία νέα αγαθά. Μετατρέπεται σε έναν εθισμένο καταναλωτή που φαίνεται να διαφέρει ελάχιστα από έναν ουσιοεξαρτημένο. Βέβαια, ο καταναλωτής δε κινδυνεύει να χάσει τη ζωή του, αλλά σαν ναρκομανής εκπορνεύεται και τούτος μπροστά στην ανάγκη του να αποκτήσει χρήματα για να αγοράσει. Απεμπολεί την ελευθερία του και αποδέχεται τα δεσμά των πιστώσεων και των δανείων για να αντεπεξέλθει στην αυταπάτη των νέων αναγκών του.
Κάποτε ο Τερζάκης είχε χαρακτηρίσει την κατανάλωση ως εξανδραποδισμό, έναν αυτοενεχειριασμό του ατόμου που μένει να διεκδικεί την ελευθερία σαν από κεκτημένη ταχύτητα, σαν ένα όνειρο προγονικό που μας κληροδοτήθηκε. Θα μπορούσαμε σήμερα πια να συμπληρώσουμε ότι η κατανάλωση έχει απανθρωποιήσει τον Άνθρωπο. Μακριά από κάθε ανθρωπιστική προοπτική οι διαφημιστές έχουν θεοποιήσει τα προϊόντα κι επενδύουν στη μισάνθρωπη ματαιοδοξία της ολοκλήρωσης. Ο άνθρωπος πια δε στέκεται έρμαιο των ΜΜΕ -που κύριο στόχο έχουν να πουλούν τηλεοπτικό κοινό σε διαφημιστές-, αλλά των δεσμών των επίπλαστων αναγκών του.
Μέσα στο διαφημιστικό καταιγισμό πλασματικών αναγκών αδυνατίζει η ικανότητα κρίσης και δεν μπορεί να διαχωρίσει τις ουσιαστικές ανάγκες (βιολογικές ή κοινωνικές) και πέφτει θύμα της αυταπάτης της τεχνικής προόδου και της ευμάρειας. Και η κατανάλωση έτσι σύντομα μετατρέπεται σε ένα δημοκρατικό αντιπερισπασμό. Ο καταναλωτής αποπροσανατολίζεται από τα βασικά κοινωνικά ζητήματα, χάνεται όπως ο τοξικομανής από την οικογένειά του επιδιώκοντας την επέκταση της αγοραστικής του δύναμης. Αλλοτριωμένος πια και λειτουργώντας ατομικίστικα εξαρτά τη ζωή του από την κατανάλωση και την κοινωνική προβολή-αποδοχή.
Και εκείνος που τελικά δεν μπορεί ή πασχίζει να μείνει ελεύθερος, στιγματίζεται ως φτωχός, ως διαφορετικός. Χάνει την αξιοπρέπειά του, αγχώνεται, γίνεται επιθετικός και ανήσυχος για την αδυναμία του να καλύψει τις οικογενειακές και κοινωνικές του ψευδότιλες ανάγκες και υποχρεώσεις. Σήμερα πια όμως η ίδια η κατανάλωση συνδέεται άμεσα με τη φτώχεια. Γιατί φτώχεια δεν είναι απλά η αδυναμία να επιβιώσει κάποιος ή να αποκτήσει τα βασικά κοινωνικά αγαθά. Η φτώχεια είναι η φαντασιακή αντίληψη για τον εαυτό μας, το πώς βλέπουμε την εικόνα μας να προβάλλεται. Ρυθμίζεται δηλαδή ψυχοσυναισθηματικά με βάση το τι αγαθά έχουν οι άλλοι.
Σήμερα είναι αναγκαίο όσο ποτέ να αντιληφθούμε όλοι μας τη σημασία της υπερκατανάλωσης ως τρόπου ζωής και των συνεπειών της. Η κοινωνική επίδειξη μέσω της απόκτησης νέων αγαθών και η προβολή του ατόμου δεν είναι μία πράξη που επηρεάζει μόνο το άτομο. Απλώνεται σα μία γάγγραινα σε όλο τον κοινωνικό ιστό.
chldimos