του ΓΙΩΡΓΟΥ Χ. ΠΑΠΑΣΩΤΗΡΙΟΥ
Κοπρίτες, ντιντήδες, λαπάδες, ντιλετάντιδες, νεναίκοι, πατριώτες, υπερπατριώτες, φασίστες, συντηρητικοί, δημοκράτες, προοδευτικοί, γραικύλοι, κουραμπιέδες, λαμόγια, όλοι αυτοί είναι μερικοί από τους χαρακτηρισμούς που εκτοξεύονται εναντίον πολιτικών αντιπάλων, του ίδιου ή άλλου κόμματος.
Πρόκειται για ένα λόγο που συνιστά τον ορισμό του λαϊκισμού και της λεκτικής βίας, ένα λόγο πολωτικό, που προκαλεί ένα βραχυκύκλωμα κενότητας, μία έκρηξη φυγής από την πραγματική πολιτική και το «συγκεκριμένο», από τη διατύπωση θέσεων για τα πραγματικά προβλήματα.
Κανείς από τους χρήστες του λόγου αυτού δεν αναγνωρίζει τη σχετικότητα της δικής του αλήθειας, κανείς μες στην απολυτότητα της λεκτικής του βίας δεν αισθάνεται την ανάγκη να αποδώσει μια κάποια δικαιοσύνη στον αντίπαλο, αναγκαία προϋπόθεση για έναν μελλοντικό διάλογο, αναγκαίο όρο για τις δημοκρατικές συνθέσεις.
Έτσι, μέσα από πομπώδεις βερμπαλισμούς, κλισέ και ατάκες –ό,τι είναι ο λαϊκισμός και ο μανιχαϊσμός- ο κύριοι αυτοί γίνονται ενσαρκωτές του απόλυτου καλού, ενώ ο άλλος μεταβάλλεται σε απόλυτο κακό. Μέσω αυτής της τακτικής η βίαιη ρητορική επιχειρεί να τρομάξει όχι μόνο τους αντιπάλους της αλλά και τους… συντρόφους ή τους οπαδούς επισείοντας τα –πραγματικά ή επινοημένα- τρομοκρατικά, ψευδή ή βάρβαρα χαρακτηριστικά του άλλου.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, όμως, η πολιτική γίνεται μία μεταπολιτική, που δεν έχει καμία σχέση με την πολιτική, καθώς αποσκοπεί σε «μια τρομαγμένη σύμπραξη τρομαγμένων ανθρώπων»(Ζίζεκ). Γενικά, ο φόβος είναι η κινητήρια αρχή της μεταπολιτικής αυτής: φόβος έναντι των εσωκομματικών ή των ενδοπαραταξιακών αντιπάλων, τρόμος έναντι των βαρβάρων-μεταναστών, φόβος της εγκληματικότητας, ανασφάλεια λόγω της ανεργίας, φόβος του λουκέτου, τρόμος όλων έναντι όλων.
Η ιδιότυπη αυτή τρομοκρατία υπηρετείται το ίδιο καλά τόσο από τις αυθεντίες της μανιχαϊκής ηθικής όσο και από τις αυθεντίες του κυνισμού (της απόλυτης σχετικοποίησης και της απροσδιοριστίας), που δραματοποιούν-σκηνοθετούν το «καλό και το κακό», διαμορφώνοντας αναλόγως την τρομοκρατημένη κοινή γνώμη.
Ναι, υπάρχει σήμερα ένα πρόβλημα «εθελοδουλείας», ένα πρόβλημα ντιλεταντισμού. Την άποψη αυτή εξέφρασε και ο Αλέν Μπαντιού, ο οποίος προ καιρού στην Ελλάδα μας μίλησε για τους «γιους» μας, τους οποίους ευνουχίσαμε τόσο -μέσω της πατρικής εξουσίας- ώστε να μην ξεσηκώνονται πια εναντίον μας, εναντίον δηλαδή της πατριαρχικής εξουσίας, να μη ξεσηκώνονται γενικώς.
Οι πατροκτόνοι Οιδίποδες δεν υπάρχουν πια. Μόνο Λάιοι κυκλοφορούν! Αλλά όταν ο Μπαντιού λέει ότι κάναμε τους γιους μας «φλώρους» αναφέρεται προφανώς στο προνομιακό ακροατήριο του κ. Πάγκαλου ή όποιου άλλου χρησιμοποιεί ανάλογη λεκτική βία. Τα παιδιά των «κάτω» εργάζονται από πολύ νωρίς ή γνωρίζουν γρήγορα τη σκληρότητα αυτής της κοινωνίας, γιατί δεν έχουν τη δυνατότητα να καθίσουν ως τα 34 στην γονεϊκή κατοικία.
gpapaso