Του Κώστα Βεργόπουλου
Το δημόσιο χρέος αποτελεί ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια του δημοκρατικού
πολιτεύματος. Όμως αυτή η αλήθεια επισείεται σήμερα όχι μόνον από τα θύματα της αντιδημοκρατικής εκτροπής, αλλά και προσχηματικά από όσους την καλύπτουν, μεταθέτοντας την ευθύνη γι’ αυτό στους πρώτους. «Καθίστε φρόνιμοι, μην διαμαρτύρεστε, γιατί με τις αντιδράσεις σας θα εξαναγκάσετε την εξουσία να γίνει ωμότερη και πιο απροκάλυπτη».
Το δημοκρατικό πολίτευμα δεν κινδυνεύει, λοιπόν, από την παράδοση του ελληνικού κράτους στη δικτατορία των δανειστών του, αλλά υπονομεύεται από την κοινωνική απόγνωση των εργαζομένων, συνταξιούχων, μαθητών και φοιτητών. Οι συνεχείς στάσεις εργασίας, οι δια μαρτυρίες ασκούν εκβιαστική πίεση στη μεγάλη πλειοψηφία και αυτό νοθεύει τη δημοκρατία. Η κοινή γνώμη χειραγωγείται, με ευθύνη και των ΜΜΕ, προσφέρεται σε δημαγωγίες, ενθαρρύνοντας «κυνήγι μαγισσών», καταδιώκοντας κατά φαντασία «συνωμοσίες», «προδότες και μειοδότες».
Για την αντιδημοκρατική εκτροπή λοιπόν, δεν αποδίδεται ευθύνη στο πολιτικό σύστημα της χώρας, αλλά στον Μίκη Θεοδωράκη, «που προσκαλεί σε κίνημα ανυπακοής», και στον Βασίλειο Μαρκεζίνη, «που μοιράζει απλόχερα κατηγορίες για προδοσίες και αργυρώνητους πράκτορες». Στην αρχαία Περσία, οι κακές ειδήσεις εξαφανίζοντο με τον αποκεφαλισμό του αγγελιοφόρου. Στη σύγχρονη δημοκρατία μας, εκτός από τον αγγελιοφόρο, απειλούνται επίσης οι παραλήπτες των κακών ειδήσεων, προκειμένου να διατηρηθεί η αυταπάτη του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Από το 18ο αιώνα, ο Σκωτσέζος φιλόσοφος και οικονομολόγος Ντέιβιντ Χιουμ (1711-1776), από τους πατέρες της Φιλελεύθερης Σχολής, είχε αποδείξει ότι το δημόσιο χρέος ήταν μηχανισμός μεταφοράς πλούτου από τον κόσμο της εργασίας προς εκείνον του μεγάλου χρήματος. Το κράτος, αντί να φορολογεί τους πλούσιους, συνάπτει με αυτούς δάνεια, των οποίων το κόστος επιρρίπτεται στους παραγωγικούς συντελεστές της οικονομίας. Έτσι, οι πλούσιοι κερδίζουν διπλά: αφενός δεν φορολογούνται, αφετέρου εισπράττουν και τόκους, που κατ’ ανάγκην συρρικνώνουν το λαϊκό εισόδημα. Οσάκις το δημόσιο χρέος υπερβαίνει ορισμένα όρια, κυρίως οικονομικής και πολιτικής αντοχής των λαϊκών τάξεων, δημιουργείται πολιτειακή κρίση.
Στη Λατινική Αμερική, αποτελεί κοινό τόπο η σύνδεση του κρατικού υπερδανεισμού με κοινωνικές, πολιτικές και πολιτειακές κρίσεις. Στην Ελλάδα, από το 1904, η μελέτη του Ανδρέα Ανδρεάδη «Η ιστορία των εθνικών δανείων» έχει δείξει τη στενή σχέση ανάμεσα στις κρίσεις δημόσιου υπερδανεισμού και τους σταθμούς στην πολιτειακή εξέλιξη της χώρας. Η χρεοκοπία του 1843 αποτέλεσε έναυσμα για γενική δυσαρέσκεια και αφύπνιση, που έλαβε τη μορφή του λαϊκού και στρατιωτικού κινήματος, υπό την ηγεσία των αξιωματικών Δ. Καλλέργη και Ι. Μακρυγιάννη και επέτυχε την παραχώρηση Συντάγματος και την κατοχύρωση καθολικής ψήφου από τη μέχρι τότε απολυταρχική βασιλεία του Όθωνος.
Η χρεοκοπία του 1893 οδήγησε στην εθνική καταστροφή του 1897 και στην ανάκαμψη που ακολούθησε, με αποκορύφωμα το ανορθωτικό κίνημα του 1909. Σε κάθε περίπτωση, το δημοκρατικό πολίτευμα δεν κινδύνευσε ποτέ από τα κάτω, αλλά από τα επάνω, από τους αυλικούς της εξουσίας. Οι λαϊκές αντιδράσεις στη χρεοκοπία της χώρας δεν υπονόμευσαν τη δημοκρατία, αλλά τη διεύρυναν και την εμπλούτισαν.
Με τη στάση πληρωμών του 1932, ακολούθησε επίσης λαϊκή αφύπνιση, η όποια όμως χρησιμοποιήθηκε ως πρόσχημα, προκειμένου να επιβληθεί τελικά η εκτροπή του 1936. Και σ’ αυτή την περίπτωση, η εκτροπή προήλθε από τα επάνω, τη διαφύλαξη της εξουσίας, και όχι από τα κάτω. Γιατί σήμερα να υποθέσουμε ότι κάτι έχει αλλάξει και ότι η ενδεχόμενη απειλή κατά του πολιτεύματος προέρχεται από τα κάτω;
Σε πρόσφατη μελέτη του, ο Αμερικανός ιστορικός της οικονομίας Χάρολντ Τζέιμς από το Πρίνστον διαπιστώνει σήμερα σε ολόκληρη την Ευρώπη, και όχι μόνον στην Ελλάδα, «αύξουσα βαθιά απονομιμο ποίηση των πολιτικών συστημάτων για τον Ευρωπαίο πολίτη» (Harold James, Debt and Democracy, Project Syndicate, 5 Ιανουαρίου 2011).
Η απονομιμοποίηση ξεκίνησε πριν από δύο δεκαετίες με την εμμονή των ευρωπαϊκών οικονομικών ελίτ για ένα «ισχυρό νόμισμα» εις βάρος της παραγωγικής οικονομίας. «Η χρηματοπιστωτική μεταλλαγή στην Ευρώπη συνοδεύτηκε με απώλεια εξουσιών για τους Ευρωπαίους πολίτες προς αποκλειστικό όφελος τεχνοκρατικών ελίτ». Το σύνολο των ευρωπαϊκών θεσμών παραμένει μέχρι σήμερα με χαμηλή και φθίνουσα λαϊκή νομιμοποίηση. Των εθνικών θεσμών, ακόμη περισσότερο.
Η Ιρλανδία αναφέρεται ως «υπόδειγμα» για τη λαϊκή αναξιοπιστία που προκάλεσε η κυβέρνησή της, με την απερίσκεπτη ανάληψη από το κράτος του τεράστιου ιδιωτικού χρέους των ιρλανδικών τραπεζών, ενός χρέους που αντιστοιχούσε σε 10πλάσιο ύψος από το εθνικό εισόδημα της χώρας.
Οι πλούσιοι ιδιώ τες της εποχής του Ντέιβιντ Χιουμ είναι σήμερα οι ιδιωτικές τράπεζες, που κερδοσκοπούν όσον αφορά στη φερεγγυότητα του κράτους, αλλά ευημερούν πάντα με τίμημα τη δυστυχία για τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών. «Οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι», συνοψίζει ο Αμερικανός οικονομολόγος, «διεκδικούν σήμερα το δικαίωμα να ελέγχουν περισσότερο τα κράτη τους και να μην πληρώνουν πάντα οι ίδιοι για σφάλματα και κομπίνες, που τεκταίνονται από ολέθριες συμμαχίες ανάμεσα στο χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο και σε ανεύθυνους πολιτικούς και κυβερνήσεις».
parembasis