Του Δ. Γ. ΠΑΠΑΔΟΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ
Eίμαστε χώρα λίγο αστεία και δύσκολα μπορεί να μας πάρει κάποιος στα σοβαρά. Πώς να πιστέψει κανείς ότι η Ελλάδα που προσπαθεί να γίνει σοβαρό και υπεύθυνο κράτος τελικά θα τα καταφέρει;
Το επεισόδιο με την κατάληψη στη Νομική Σχολή από λαθρομετανάστες ήταν καταλυτικό και έστειλε ένα ξεκάθαρο μήνυμα αποδιοργάνωσης. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι βρέθηκε ο πρωθυπουργός πριν αναχωρήσει για το Νταβός να συντονίζει σύσκεψη υπουργών για την αποκλιμάκωση της κρίσης.
Το λυπηρό δεν είναι η ευκολία με την οποία καταλήφθηκε για άλλη μια φορά ένα πανεπιστημιακό κτίριο, αλλά το αλαλούμ με την επίρριψη ευθυνών που προέκυψε στη συνέχεια.
Ουδείς εμφανίστηκε να αναλάβει την ευθύνη για την εξέλιξη. Ουδείς έπραξε λάθος και όλοι οι αρμόδιοι αυτοπαρουσιάζονταν να έχουν πράξει στο ακέραιο το καθήκον τους.
Αυτή η ευθυνοφοβία (μία από τις αιτίες που μας πήγαν στη χρεοκοπία) αποτελεί δείγμα της νόσου που βασανίζει τη χώρα και δεν της επιτρέπει να σκεφτεί και να χαράξει ξεκάθαρη στρατηγική πορεία.
Το να ισχυριστεί κάποιος ότι δεν εφαρμόζεται ο νόμος, αποτελεί για την Ελλάδα βαρετή κοινοτοπία. Έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν εφαρμοζόταν και η κοινωνία εκπαιδευόταν στην αναζήτηση ισχυρών προστατών για να ξεπερνούν εύκολα και ατιμώρητα τον νόμο. Η εφαρμογή του νόμου αντιμετωπίζεται με δέος από τα δύο μεγάλα κόμματα, που αν και συγκεντρώνουν τη συντριπτική πλειοψηφία, είναι εφεκτικά στις φωνές της αριστεράς, που απαιτεί την καταστρατήγησή του. Περίεργο και ανεξήγητο επίσης γιατί η δική μας αριστερά επιλέγει να αντιπολιτεύεται πάντα με θέσεις που είναι κοντόφθαλμες και φανερά σε βάρος της ελληνικής κοινωνίας.
Για την παγωμάρα των υπευθύνων μπροστά στο πρόβλημα που ανέκυψε στη Νομική δεν ευθύνεται μόνο η αριστερά, αλλά και ο κακώς νοούμενος ανθρωπισμός που έχει εισαχθεί στο εγχώριο πολιτικό σκηνικό και ενίοτε υποστηρίζει την παρανομία.
Φταίει ακόμα και το «χρόνιο έλκος» που αναπτύχθηκε εξαιτίας των αδύναμων θεσμών, οι οποίοι την κρίσιμη ώρα της ανάγκης δυσκολεύονται να ανταποκριθούν. Οι θεσμοί αποδυναμώθηκαν γιατί πολλοί από εκείνους που τους διακονούσαν αποδείχτηκαν κατώτεροι των περιστάσεων. Δυστυχώς, αλλά η λειψανδρία και η πανθομολογούμενη ανικανότητα προϊστάμενων αρχών δεν προκαλούσε και δεν προκαλεί εντύπωση. Έφτασε μάλιστα να θεωρείται και ως η ασφαλέστερη πυξίδα για να βρεθεί κάποιος σε μια καλή θέση.
Όλα τα παραπάνω είναι δείγματα μιας εποχής που θέλουμε να αφήσουμε πίσω, καθώς η ελληνική κοινωνία ζούσε με ψέματα και εκυβερνάτο από μικρόνοες, που δεν αντιλαμβάνονταν τα πραγματικά συμφέροντα της χώρας. Το επεισόδιο της Νομικής Σχολής ήταν μια φευγαλέα εικόνα εκείνης της εποχής, με την οποία πρέπει να κοπεί κάθε σχέση.
radar