Το τελευταίο διάστημα, οι Hu Jintao, David Cameron, Warren Buffett, και Dominique Strauss-Kahn, που δεν έχουν πολλά κοινά σημεία εκτός του ότι όλοι τους είναι διάσημοι και ισχυροί, έχουν εκφράσει έντονες ανησυχίες για τους κινδύνους που προέρχονται από το όλο και αυξανόμενο χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών. Και δεν είναι οι μόνοι.
Μια τελευταία έρευνα του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, που ξεκίνησε χθες τις εργασίες του στο Davos, αναφέρει την οικονομική ανισότητα ως έναν από τους δυο μεγαλύτερους παγκόσμιους κινδύνους για την επόμενη δεκαετία.
Η συζήτηση περί ανισότητας είναι μια παλιά ιστορία. Σήμερα όμως, λίγο μετά από μια καταστροφική παγκόσμια οικονομική κρίση, η οποία οφείλεται στα τσακάλια της Wall Street, και από την οποία οι πλούσιοι γλίτωσαν ενώ οι φτωχοί συνεχίζουν να πλήττονται σκληρά, η συζήτηση αυτή είναι πιο επίκαιρη από ποτέ.
Το περισσότερο διάστημα, η κυρίαρχη άποψη μεταξύ των μελών της παγκόσμιας ελίτ, ήταν πως η οικονομική ανισότητα δεν είναι τόσο σημαντική, όσο η διασφάλιση πως αυτοί που βρίσκονται στο πάτο του βαρελιού, θα βελτιώσουν τη κατάστασή τους. Κλασικό παράδειγμα αυτής της άποψης, ήταν η περιβόητη δήλωση του πρώην πρωθυπουργού της Βρετανίας Tony Blair, ότι καλά κάνει και κερδίζει δισεκατομμύρια ο ποδοσφαιριστής David Beckham, αρκεί να μειώνεται παράλληλα η παιδική θνησιμότητα.
Σήμερα όμως, όλοι φαίνεται πως επικεντρώνονται πλέον στην ανισότητα. Ένα πρόσφατο βιβλίο (The Spirit Level) προκάλεσε θόρυβο, αφού αποδεικνύει πως τα κράτη με μεγάλη οικονομική ανισότητα εισοδημάτων, έχουν άσχημους κοινωνικούς δείκτες σε πολλούς τομείς, όπως αυξημένη εγκληματικότητα, και μικρότερο προσδόκιμο όριο ζωής. Παράλληλα, κάποιοι επιφανείς οικονομολόγοι θεωρούν την ανισότητα ως τη ριζική αιτία της οικονομικής κρίσης: οι πολιτικοί προσπάθησαν να κλείσουν το χάσμα μεταξύ εύπορων και μη, ενθαρρύνοντας τους φτωχότερους να δανειστούν. Ένα ακόμη επιχείρημα είναι ότι η ανισότητα διαστρέφει τη πολιτική, με την επιρροή της Wall Street επί της Ουάσιγκτον να αποδεικνύει την καθόλου υγιή επιβολή της πλουτοκρατικής ελίτ επί των πολιτικών των ΗΠΑ.
Αντί να επιτεθούν μετωπικά εναντίον της ανισότητα, οι πολιτικοί θα πρέπει να αντιμετωπίσουν τις παραμορφώσεις της αγοράς στις οποίες οφείλονται τα χάσματα εισοδήματος, και οι οποίες επιβραδύνουν την οικονομική ανάπτυξη.
Ας δούμε τα στοιχεία της ανισότητας. Σε παγκόσμιο επίπεδο, το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών μειώνεται, καθώς τα πιο οικονομικά αδύναμα κράτη αναπτύσσονται. Στη Νότιο Αμερική, που ανέκαθεν φημίζονταν για την οικονομική ανισότητα, πολλές κοινωνίες, μεταξύ τους η μεγαλύτερη όλων Βραζιλία, έχουν γίνει πιο ίσες, με τις κυβερνήσεις να αυξάνουν μέσω ταχείας ανάπτυξης τα εισοδήματα των φτωχών, ενώ παράλληλα αυξάνουν και τις κοινωνικές παροχές.
Το χάσμα όμως μεταξύ πλουσίων και φτωχών μεγαλώνει σε κάποιες άλλες αναδυόμενες οικονομίες (Ινδία και Κίνα), όπως μεγαλώνει και σε κάποιες πλούσιες χώρες (ΗΠΑ) που έχουν μια παράδοση ισότητας, όπως είναι η Γερμανία. Οι λόγοι εδώ είναι διαφορετικοί. Στη Κίνα, η ανισότητα έχει να κάνει με τη περιορισμένη δυνατότητα εσωτερικής μετακίνησης του εργατικού δυναμικού, ενώ στην Αμερική η ανισότητα αυξήθηκε από τη δεκαετία του `80 καθώς αυξήθηκε σημαντικά το μερίδιο του εισοδήματος που καρπώνεται το κορυφαίο 1% του πληθυσμού, κυρίως ο χρηματοπιστωτικός τομέας.
Πάντως, κάποιοι αρνητικοί κοινωνικοί δείκτες δεν οφείλονται οπωσδήποτε στην οικονομική ανισότητα μέσα σε μια κοινωνία. Το γεγονός ότι η Αμερική μαστίζεται από υψηλό ποσοστό δολοφονιών, μάλλον οφείλεται στην διαδεδομένη χρήση και κουλτούρα των όπλων, παρά στην ανισότητα. Στην Ιαπωνία, ο μεγάλος μέσος όρος ζωής οφείλεται στη διατροφή των κατοίκων, και όχι στην ισότητα, κ.ο.κ. Όσον αφορά στη σχέση μεταξύ της ανισότητας και της παγκόσμιας κρίσης, θυμίζουμε πως οι Αμερικάνοι άρχισαν να φτωχαίνουν από το 1980, 20 χρόνια πριν σκάσει η φούσκα των ακινήτων.
Οι πολιτικοί θα πρέπει να βρουν τρόπους να αυξήσουν τη κοινωνική κινητικότητα. Η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας εγγυάται καλά εισοδήματα σε αυτούς που παραμένουν στη κορυφή του επαγγέλματος τους, ασχέτως ειδικότητας. Η σύγχρονη τεχνολογία ευνοεί τη δεξιοτεχνία. Παράλληλα, οι μορφωμένοι άνδρες έχουν τη τάση να παντρεύονται μορφωμένες γυναίκες. Το αποτέλεσμα όλων αυτών, είναι η ανάδυση μιας νέας παγκόσμιας ελίτ.
Πρόκειται για μια αξιοκρατική διαδικασία, αν και όχι πάντα. Πολλές φορές, οι κανόνες και οι θεσμοί είναι έτσι στημένοι που να περιορίζουν τον ανταγωνισμό και να ευνοούν τους από μέσα, εις βάρος της ανάπτυξης και της ισότητας. Οι κανόνες είναι πολλές φορές άδικοι. Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να εστιάσουν στην οικονομική ανάπτυξη των από κάτω, παρά στο να κατεβάσουν τους επάνω. Πρέπει να επενδύσουν στη παιδεία, και να καταργήσουν τα όποια εμπόδια στέκονται στο δρόμο όσων θέλουν να πάνε μπροστά. Περιέργως, τη μεγαλύτερη ανάγκη για αυτού του είδους τις μεταρρυθμίσεις την έχουν τα πλούσια κράτη, στα οποία οι προοπτικές για όσους δεν έχουν κάποια προσόντα, είναι μηδαμινές.
Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να αποσύρουν νόμους και επιδοτήσεις που έχουν στηθεί για να στηρίξουν συγκεκριμένους κλάδους ή άτομα. Τα μονοπώλια θα πρέπει να αντιμετωπιστούν. Οι εμπορικοί δασμοί θα πρέπει να μειωθούν. Οι τράπεζες θα πρέπει να εξαναγκαστούν να διαθέτουν περισσότερα δικά τους κεφάλαια. Το ελεύθερο εμπόριο θα πρέπει να στηριχτεί.
Αυτού του είδους οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις θα μειώσουν τις εισοδηματικές ανισότητες. Σε ένα πιο ελεύθερο κόσμο, η ανταμοιβή των πιο ικανών θα είναι ιδιαίτερα πλούσια και ωφέλιμη. Θα υπάρχει ευκολότερη δυνατότητα ανοδικής μετακίνησης. Θα υπάρξει ανάπτυξη και μια πιο σταθερή παγκόσμια οικονομία. Αν οι ελίτ, που συγκεντρώνονται αυτές τις ημέρες στο Davos της Ελβετίας, θέλουν να μειώσουν την ανισότητα, αυτός είναι ο δρόμος που πρέπει να ακολουθήσουν.
S.A.-Economist
antinews