«Εφυγε» ξαφνικά, σε ηλικία 66 ετών, ο Μανώλης Ρασούλης. Ο μεγάλος Κρητικός καλλιτέχνης βρέθηκε νεκρός το πρωί της Κυριακής, από φίλους του, στο σπίτι του στη Θεσσαλονίκη.
Σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία του ιατροδικαστή, ο θάνατός του είχε προέλθει πριν από τέσσερις ημέρες. Η εγκληματική ενέργεια έχει αποκλεισθεί και ο θάνατός του μάλλον επήλθε από παθολογικά αίτια. Η νεκροψία-νεκροτομή θα πραγματοποιηθεί τη Δευτέρα.
Πολλές φορές διαφώνησε με το λεγόμενο «μουσικό καθεστώς», όπως και με τις δισκογραφικές εταιρείες και δεν δίστασε να αποχωρήσει, εκφράζοντας ελεύθερα τις απόψεις του.
Θεωρήθηκε «αιρετικός» και «εκκεντρικός» και τα τελευταία χρόνια σχεδόν αποσύρθηκε από τα καλλιτεχνικά δρώμενα.
Γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης στις 28 Σεπτεμβρίου 1945. Γιος ενός χρυσοχόου, στα παιδικά του χρόνια έψαλε στον Πολιούχο 'Αγιο Μηνά. Σπούδασε κινηματογράφο στην Αθήνα και ξεκίνησε την καλλιτεχνική του πορεία τραγουδώντας ερασιτεχνικά στην Πλάκα, ενώ παράλληλα δούλευε στην εφημερίδα της αριστεράς «Δημοκρατική Αλλαγή».
Στην διάρκεια της δικτατορίας φεύγει για το Λονδίνο, όπου και θα παραμείνει 6 χρόνια. Οργανώνεται στο Τροτσκιστικό κίνημα όπου και γνωρίζεται με την Βανέσα Ρεντγκρεϊβ, με την οποία δυο φορές συνεργάστηκε σε πολιτικές παραστάσεις. Στο Λονδίνο έγινε και συνεκδότης της εφημερίδας Σοσιαλιστική Αλλαγή.
Τον Μαϊο του ‘68 πήρε μέρος στην εξέγερση των φοιτητών στο Παρίσι.
Λίγο μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου έρχεται στην Ελλάδα και η μεταπολίτευση θα τον βρει εργαζόμενο στα ναυπηγεία του Ανδρεάδη.
Τότε είναι που τον καλεί και ο Μάνος Λοϊζος και τραγουδούν μαζί τα «Νέγρικα» με την Μαρία Φαραντούρη.
Η συνεργασία του με το Νίκο Ξυδάκη στα «Δήθεν» είναι που θα τον καθιερώσει ως έναν από τους σημαντικότερους Έλληνες μουσικούς της γενιάς του, με επιτυχίες όπως «Αχ Ελλάδα», «Οι μάγκες δεν υπάρχουν πια», «Πότε Βούδας, πότε Κούδας», «Το κοτλέ παντελονάκι», «Τίποτα δεν πάει χαμένο».
Στίχους του έχουν μελοποιήσει, μεταξύ άλλων, οι Σταύρος Κουγιουμτζής, Σωκράτης Μάλαμας και Χρήστος Νικολόπουλος.
Στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο με τίτλο «Εδώ είναι του Ρασούλη» που κυκλοφόρησε το 2007 από τις εκδόσεις «Ιανός» της Θεσσαλονίκης, ο ίδιος ο συνθέτης στο εισαγωγικό του κείμενο γράφει:
«Επουδενί το βιβλίο τούτο δεν συμπεριφέρεται ως επικήδειος για έναν στιχουργό. Έπεται η συνέχεια ως την τελική πτώση μου. Και δεν είμαι από πέτρα ούτε αθάνατος που 'λεγε κι ο αείμνηστος φίλος μου Άκης Πάνου…
...Με αγάπη πιστεύω και σύνεση, μέσα από την πολλαπλή εμπειρία μου θέλησα κατ' αρχάς να κάνω ένα βιβλίο όχι μόνο με τους στίχους μου (αυτό θα ήταν 0x0=0) αλλά να μνημειώσω τα κύρια χαρακτηριστικά και στοιχεία του εν λόγω φαινομένου, να μνημειώσω την αιχμή του νεοελληνικού πολιτισμού στο κλείσιμο του βασικού του κύκλου που τυχαίνει -κι όχι τυχαία- να κλείνει μαζί με τον βασικό κύκλο του νεοελληνικού έθνους.
Κάποιος Έλλην ποιητής γράφει: "Πιότερο κι απ' τους ανθρώπους το τραγούδι τους αγάπησα". Εγώ να προσθέσω ότι πιότερο κι απ' το τραγούδι τους, τους ανθρώπους αγάπησα».
Τα τραγούδια του έγιναν γνωστά σε Ισραήλ, Τουρκία, Σερβία μέχρι και την μακρινή Ιαπωνία.
nooz