Του ΓΙΩΡΓΟΥ Χ.ΠΑΠΑΣΩΤΗΡΙΟΥ
«Ο κόσμος θέλει ελπίδα, όχι άλλο μαύρο». Το σύνθημα είναι παντός καιρού. Το ακούγαμε στην εποχή του lifestyle, την εποχή της δανεισμένης ευτυχίας της κοινωνίας της κατανάλωσης, το ακούμε και σήμερα στην εποχή της ανεργίας και της μαύρης απελπισίας, την ώρα που ο πρώτος άστεγος πεθαίνει από το κρύο στο Θησείο, θυσία στο κέρδος, τη στιγμή που η ανεργία φθάνει επισήμως το 15%.
Να ελπίσουμε ναι, αλλά σε τι; Να αντισταθούμε στον τρόμο αλλά πως; Να αισιοδοξούμε ναι, αλλά γιατί; Μήπως υπάρχει κάποια εναλλακτική οδός, κάποια διέξοδος που μας προτείνεται; Όχι. Αλλά επιχειρείται να επιβληθεί η ψυχογραφική οπτική που διακρίνει τους ανθρώπους σε αισιόδοξους και απαισιόδοξους, σ’ αυτούς «που τα βλέπουν όλα μαύρα» και σε όσους σκέφτονται θετικά, παραβλέποντας τις κοινωνικές ανισότητες και αντιμετωπίζοντας την πραγματικότητα μέσω ποσοτικών δεικτών που τροφοδοτούν μια ορισμένη και προ πολλού απομυθοποιημένη ιδέα της προόδου, όπου το μέλλον φαντασιώνεται πάντα ευοίωνο.
Όπως με τα «φρουτάκια», τα οποία οι έξυπνοι πολιτικοί τα εξιλέωσαν στην κολυμπήθρα της φιλανθρωπίας(το 20% των κερδών θα πηγαίνει στους ΑΜΕΑ)! Γενικά, η «φούσκα-ελπίδα» είναι αναγκαία για να μη συμβεί η μεγάλη κοινωνική έκρηξη, για να μη συμβεί ούτε ένας σπασμός ούτε καν αντανακλαστικός. Αυτή την «ελπίδα» φουσκώνουν καθημερινά τα τηλεοπτικά ριάλιτι, οι ειδήσεις και ο τζόγος, η απρόσωπη φιλανθρωπία των ΜΚΟ, που μας στέλνει το βλέμμα εκεί μακριά στη Γκάνα, ενώ η αθλιότητα είναι εδώ, δίπλα μας, στις σκιές που απλώνουν κάθε βράδυ τα χαρτονένια κρεβάτια τους στις κόχες των κτιρίων.
Έτσι, αντί η ανέχεια να αναγεννά την αλληλοβοήθεια, γεννά λύκους, που νομίζουν πως αυτοί θα σωθούν από τον μέχρις εσχάτων κανιβαλισμό. Κι εκείνος ο κυνικός με το… ευαίσθητο βάδισμα και το σακίδιο της άνεσης στον ώμο, αυτός που μας έλεγε ότι από τον Αύγουστο(τον περασμένο) θα δούμε μια άλλη Ελλάδα, ότι από το 2011 «θα βγούμε στις αγορές», τώρα μας εμπαίζει. Κι ο άλλος, αυτού που το όνομα έγινε συνώνυμο της ύβρεως, να μας μιλάει για την… ευτυχία του ΔΝΤ!
Αυτοί που μας πωλούσαν την ευτυχία, αυτοί που μας έλεγαν ότι ο άνθρωπος-καταναλωτής είναι μια επιχείρηση ικανοποίησης, μιας θεσμοποιημένης, καταναγκαστικής ηδονής, η οποία δεν είναι ούτε δικαίωμα ούτε τέρψη, αλλά καθήκον του πολίτη που οφείλει να απολαμβάνει, να είναι ευτυχισμένος, ερωτευμένος, ευφορικός, δυναμικός, συμμετοχικός, ενθουσιαστικός· αυτοί που μας δάνειζαν αυτοκίνητα και σπίτια, γιατί μόνο έτσι θα μπορούσαμε να αναγνωριστούμε από τους άλλους, σε λίγο θα μας πουν πως η ευτυχία βρίσκεται στη φτώχεια, στην πείνα, στην ανεργία!
Κι ακόμη ότι όλοι – προπάντων οι εργαζόμενοι- φταίμε για την κατάντια της χώρας, για το οικονομικό μοντέλο, για τις «έξυπνες» επενδύσεις στα τοξικά ομόλογα, για το πελατειακό σύστημα, για τη διαφθορά. Να όμως, τα όνειρα που φορούν πάνινα παπούτσια γεμίζουν τους δρόμους, επιχειρώντας να αλώσουν τη Βαστίλη του φυλακισμένου μέλλοντός τους, φτύνοντας τους εγωτισμούς και προβάλλοντας την υπέροχη παραδοσιακή ελληνική συλλογικότητα μέσα από μια απέραντη γιορτή, αυτή που προφυλάσει από τον πειρασμό και τη διαφθορά της συσσώρευσης, αναβαπτίζοντας εδώ και τώρα τις ψυχές στο θαύμα της ζωής.
gpapaso