Πού πάμε…...
Η αίσθηση αδιεξόδου είναι διάχυτη στην Ελλάδα. Το ερώτημα είναι πως βγαίνουμε απ’ αυτό. Κι αυτό που λέγεται συνήθως, ότι «η δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα» ασφαλώς δεν έχει μεγάλη σχέση με την δική μας πραγματικότητα. Γιατί ισχύει μόνον όταν λειτουργεί η (αντιπροσωπευτική) δημοκρατία. Και στην περίπτωσή μας δεν λειτουργεί.
Προϋπόθεση για να λειτουργήσει η δημοκρατία είναι να υπάρχουν «θεσμικά αντίβαρα»(checks and balances, όπως τα λένε οι αγγλοσάξονες) και ασφαλώς....
ένας ανεξάρτητος Τύπος.Τι θα πει «θεσμικά αντίβαρα»; Μηχανισμοί που κρατάνε ε ισορροπία διαφορετικές θεσμικές εξουσίες, έτσι ώστε όταν μπλοκάρει η μία να την ξεμπλοκάρουν οι άλλες. Και ταυτόχρονα, αν μπλοκάρουν όλες ταυτόχρονα, τότε εξασφαλίζεται ένας εξωτερικός μηχανισμός («ρυθμιστής») που λειτουργεί καταλυτικά και τις ξεμπλοκάρει όλες.
Τέτοιες ακραίες περιπτώσεις υπήρξαν τουλάχιστον δύο στο παρελθόν της Ελληνικής Συνταγματικής Ιστορίας:
Το 1875, όταν τα Ανάκτορα ανέδειξαν το Χαρίλαο Τρικούπη που επέβαλε την αρχή της «δεδηλωμένης», αφού προηγουμένως είχε φυλακιστεί για…τέσσερις μέρες, λόγω της πύρινης αρθρογραφίας του με αποκορύφωμα το περιβόητο «Τις Πταίει » (27 Ιουλίου π.ημ. 1874).
Και το 1909, όταν, μετά από το Κίνημα στο Γουδί, τα Ανάκτορα έφεραν τελικά τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Ο οποίος ανανέωσε τότε το σύνολο του πολιτικού συστήματος και… υπερδιπλασίασε την Ελλάδα!
Και στις δύο περιπτώσεις, ο Θρόνος επενέργησε ως «ρυθμιστικός» παράγοντας. Στη δεύτερη περίπτωση, ως «εξωτερικός παράγοντας» – και «έξω-θεσμικός» ταυτόχρονα – έδρασε οστρατός.
Ο στρατός παρενέβη σε πολλές περιπτώσεις από τότε ως το 1967. Ήταν πάντα εξωθεσμικός, αλλά παρέμενε παράγοντας που «έσπαγε τα αδιέξοδα» όταν εμφανίζονταν. Και μη ξεχνάμε, ότι στις περισσότερες περιπτώσεις κατά την πιο δραστήρια εποχή ανάμιξής του στην Πολιτική, τη δεκαετία του ’20, ο ίδιος ο στρατός ήταν υπό το έλεγχο των Βενιζελικών και οι επεμβάσεις του γίνονταν υπέρ της Φιλελεύθερης παράταξης! (Τότε «δημοκρατικοί θεωρούνταν οι αντίπαλοι του Θρόνου – οι οπαδοί της «αβασίλευτης», όχι κατ’ ανάγκην οι οπαδοί των κοινοβουλευτικών θεσμών).
Μετά το 1974 εξαλείφθηκαν και τα Ανάκτορα ως ρυθμιστής και ο στρατός ως εξωθεσμικός παράγοντας. Αυτό ήταν «καλό» γιατί εξέλειπαν πλέον οι συνήθεις, ως τότε, παράγοντες ανωμαλίας και σταθεροποιήθηκαν οι κοινοβουλευτικοί θεσμοί.
Το πρόβλημα ήταν ωστόσο, ότι μέσα στην σπουδή να εξοβελιστούν πιθανοί μελλοντικοί παράγοντες ανωμαλίας, εξαλείφθηκε κάθε «θεσμικό αντίβαρο» και κάθε «ρυθμιστικός παράγοντας» του πολιτεύματος.
Ακόμα και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο οποίος ως το 1985 είχε κάποιες υποτυπώδεις ρυθμιστικές λειτουργίες (που ουδέποτε χρησιμοποιήθηκαν) τις έχασε κι αυτές οριστικά (από τη Συνταγματική Μεταρρύθμιση που έγινε με τα περιβόητα «έγχρωμα ψηφοδέλτια» του Μένιου Κουτσόγιωργα τότε)…
Έτσι το πολιτικό σύστημα έμεινε ανάπηρο. Χωρίς «θεσμικά αντίβαρα», χωρίς ρυθμιστικό παράγοντα. Αλλά όχι χωρίς εξωθεσμικά κέντρα…
Στο κενό απορρύθμισης που δημιουργήθηκε το 1985 αναπτύχθηκαν επιχειρηματικοί συνασπισμοί διαπλοκής, που έλεγξαν τα ΜΜΕ και δι’ αυτών μοίρασαν τις αγορές και έλεγξαν την κυβέρνηση. Και μαζί τους, δίπλα τους, συγκροτήθηκε το τραπεζικό καρτέλ, που έλεγξε και την διαπλοκή, εξασφαλίζοντας την απόλυτη και αδιαμφισβήτητη κυριαρχία ενός μοντέλουυπέρ-κατανάλωσης με δανεικά.
Διαπλεκόμενοι εργολάβοι, προμηθευτές και τραπεζίτες έλεγξαν την Πολιτική και τους Πολιτικούς μέσα από τα ΜΜΕ και τις πηγές χρηματοδότησης.
Κι όσο ο έλεγχός τους γινόταν πιο απόλυτος, τόσο η διαπλοκή τους με την εξουσία γινόταν πιο ιδιοτελής και πιο τυραννική.
Και όσο δυνάμωνε η διαπλοκή χάθηκε και ο ανεξάρτητος ρόλος του Τύπου.
Τη θέση του θεσμικού «ρυθμιστή» την έχασαν τα Ανάκτορα και δεν την πήρε κανένας. Τη θέση του εξωθεσμικού «καταλύτη» την έχασε ο στρατός και οι στρατηγοί ή συνταγματάρχες και την πήραν διαπλεκόμενοι εργολάβοι και καναλάρχες μαζί με πιο αφανείς (αλλά και απόλυτα κυρίαρχους) τραπεζίτες.
Είναι χαρακτηριστικό, ότι η έλλειψη θεσμικών αντίβαρων και εξισορροπητικού παράγοντα δεν τέθηκε ποτέ στη συνέχεια. Ούτε τώρα τίθεται. Έχουμε τόσους πολλούς «συνταγματολόγους» στην Ελλάδα και τόσο ρηχή συνταγματική σκέψη, που η πιο προφανής αναπηρία του Πολιτεύματος δεν είναι καν ορατή…
Η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-8 δοκίμασε όλες τις χώρες της Δύσης. Αλλά στην Ελλάδα προκάλεσε την κατάρρευση του οικονομικού μοντέλου το οποίο στηριζόταν, ως τότε, στην κατανάλωση από δανεικά, κοινοτικά κονδύλια, κοινοτικές επιδοτήσεις και υπεραξίες από την ιδιωτική γη. Κατάρρευσε επίσης το πολιτικό μοντέλο, το οποίο στηριζόταν στην κυριαρχία της διαπλοκής τραπεζιτών-εργολάβων-καναλαρχών και εκδοτών.
Η ύφεση που προέκυψε δημιούργησε τεράστια προβλήματα στη «φούσκα» των τραπεζών και στην κεφαλαιακή τους επάρκεια, η οποία διασώζεται πλέον με «ενέσεις εγγυήσεων» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η πρωτοφανής ύφεση που προέκυψε με το Μνημόνιο καταρράκωσε τους τζίρους και τη διαφήμιση, προκαλώντας καθίζηση στα ΜΜΕ. Η δημοσιονομική προσαρμογή έφερε περικοπές στα Δημόσια Έργα και προκάλεσε καθίζηση και των εργολάβων.
Οι τραπεζίτες παραδόθηκαν στο Μνημόνιο για να σωθούν. Τα ΜΜΕ αναγκάστηκαν να ακολουθήσουν τη γραμμή των Τραπεζικού καρτέλ. Και οι εργολάβοι ακολούθησαν κι εκείνοι, εκόντες άκοντες, ελπίζοντας να πάρουν κάτι για να διασωθούν, ποιος μια επέκταση εκμετάλλευσης, ποιος κάποιο από τα ελάχιστα έργα που θα δημοπρατούνταν, ποιος κάποιο ΣΔΙΤ.
Όπως η στρατιωτική χούντα «ξεδοντιάστηκε» ως εξωθεσμικό κέντρο το 1974 με το πραξικόπημα που επιχείρησε στην Κύπρο και την ήττα που υπέστη στη συνέχεια από την Τουρκική εισβολή, έτσι και η «διαπλοκή» ξεδοντιάστηκε ως «εξωθεσμικό κέντρο» μετά τη διεθνή κρίση του 2008 και το Μνημόνιο του 2010.
Τη δεκαετία του ’70 μας πήρε δύο-τρία χρόνια να πιστέψουμε ότι ο στρατός είχε ακυρωθεί ως «εξωθεσμικός παράγοντας ανωμαλίας». Ας θυμηθούμε ότι το ΚΚΕ εσωτ. επί χρόνια είχε υιοθετήσει τη γραμμή της ΕΑΔΕ – της «Εθνικής Αντιδικτατορικής Δημοκρατικής Ενότητας» – διακηρύσσοντας την ανάγκη να συσπειρωθούν όλες οι δημοκρατικές δυνάμεις (από τη Δεξιά ως την Αριστερά) για να… μην επιστρέψει η δικτατορία!
Μέχρι και 5 χρόνια μετά την οριστική κατάρρευση της χούντας φοβούνταν, στα σοβαρά, επιστροφή της δικτατορίας!
Έτσι και τώρα, την κατάρρευση της διαπλοκής ως «εξωθεσμικού κέντρου» δεν την έχουμε συνειδητοποιήσει ακόμα. Η κυκλοφορία των μεγάλων και παραδοσιακών ΜΜΕ φθίνει συνεχώς, τα κανάλια κάνουν συνεχείς περικοπές, οι τράπεζες βλέπουν τις καταθέσεις τους να φεύγουν και τα μη εξυπηρετούμενά δάνειά τους να διογκώνονται, κάποιες εφημερίδες κλείνουν, κάποια κανάλια απειλούνται με κλείσιμο, η διαφήμισή τους πέφτει συνεχώς, η αξιοπιστία των τηλε-αστέρων τους καταβυθίζεται, η προπαγάνδα τουςξεσαλώνει χωρίς προσχήματα, αλλά τώρα πια προκαλεί αντιδράσεις που καταγράφονται και δημοσκοπικά πλέον…
Σε αντίθεση με τη χούντα του στρατού, οι επί κεφαλής της οποίας βρέθηκαν στα Στρατοδικεία το 1975 (ενώ οι υπόλοιποι λούφαξαν για πάντα), η «χούντα της διαπλοκής» εξακολουθεί να υπάρχει, χωρίς την προηγούμενη δύναμή της, αλλά διατηρώντας ατόφια την αλαζονεία της.
Με ζοφερές τις προοπτικές της, αλλά χωρίς να υπάρχει κανείς να την «παραμερίσει», να τη δικάσει, ή – έστω – να τιθασεύσει τις νευρωτικές αντιδράσεις του πανικού της.
Η Πολιτική που παραμέρισε τη χούντα το 1974, σήμερα είναι σε πολύ μεγάλο βαθμόυποταγμένη στη «διαπλοκή». Και η «διαπλοκή» είναι υποταγμένη στην Τρόικα…
Η διαπλοκή υπήρξε η πραγματική παρασκηνιακή εξουσία στην Ελλάδα επί δύο τουλάχιστον δεκαετίες. Και παραδόθηκε στην Τρόικα για να διασωθεί. Αλλά, δεν διασώζεται. Άλλωστε, η Τρόικα δεν ενδιαφέρεται να διασώσει ούτε τη διαπλοκή, ούτε το σαθρό πολιτικό καθεστώς της, ούτε την Ελλάδα. Ενδιαφέρεται να διασφαλίσει «δημοσιονομική πειθαρχία» και επιστροφή των δανεικών.
Το πολιτικό σύστημα έμεινε χωρίς «ρυθμιστή» (εδώ και χρόνια), αλλά και χωρίς εξωθεσμικά κέντρα (για πρώτη φορά).
Αυτό το κενό ποιος μπορεί να το καταλάβει; Και πώς;
Στο παρελθόν, η κινητοποίηση των λαϊκών μαζών έπαιξε κάποιο ρόλο. Μικρότερο το 1875 και λίγο αργότερα. Πολύ μεγαλύτερο στο κίνημα του Γουδί, το 1909. Σημαντικό και το 1974…
Σε κάθε περίπτωση, ο «λαϊκός παράγοντας» λειτούργησε ως «καμπανάκι» που ανάγκασε τον εκάστοτε «ρυθμιστή» να τολμήσει τη μετάβαση, για να αποφευχθούν ακόμα μεγαλύτερες λαϊκές αντιδράσεις. Και στη συνέχεια η λαϊκή κινητοποίηση νομιμοποίησε το νέο καθεστώς και τοστέριωσε μετά τη μετάβαση.
Τώρα, όμως, δεν υπάρχει «ρυθμιστής», δεν υπάρχει ορατός εξωθεσμικός παράγοντας να επωφεληθεί – με δύο αποτελέσματα:
Το αδιέξοδο συνεχίζεται και βαθαίνει.
Και οι λαϊκές αντιδράσεις, αν ξεσπάσουν, κινδυνεύουν να γίνουν ανεξέλεγκτες.
Να μετατραπούν είτε σε καταλύτη αλλαγής είτε σε πρωταγωνιστή Ανατροπής.
Τι από τα δύο θα συμβεί;
Το πρόβλημα είναι ότι η Αριστερά, ο… «συνήθης ύποπτος» που ευαγγελίζεται την Ανατροπή είναι πια εμφανώς γερασμένη στις αντιδράσεις της, απόλυτα συγκεχυμένη στις αντιλήψεις της και πολλαπλά διασπασμένη. Δεν γνωρίζει ούτε τι θέλει, ούτε που το πάει, ούτε πως θα χειριστεί το χάος που θα προκύψει.
Σε τέτοιες συνθήκες, «Επανάσταση» χωρίς «υποκείμενο» να την οδηγήσει και χωρίς ορατό στόχο να επιτύχει, οδηγεί πιθανότερα στην διάλυση του κοινωνικού ιστού και στηνκαθίζηση της κοινωνίας, όχι στη λύτρωση…
Πιθανότερο, λοιπόν, είναι οι λαϊκές αντιδράσεις να παίξουν το ρόλο του «καταλύτη».
Αλλά όταν δεν υπάρχει ρυθμιστικός παράγοντας, όταν δεν υπάρχουν θεσμικά αντίβαρα, εξωθεσμικά κέντρα με ισχύ και ανεξάρτητος Τύπος με επιρροή, πώς θα μπορούσαν οι λαϊκές αντιδράσεις να γίνουν «καταλύτης»;
«Καταλύτης» σε ποια «αντίδραση», με ποια αποτελέσματα και προς τα πού;
Αυτά θα τα εξετάσουμε στο επόμενο σημείωμα…