της Σώτη Τριανταφύλλου
Με ευκαιρία τις εξεγέρσεις στις αραβικές χώρες και την αυξανόμενη μεταναστευτική πίεση στην Ευρώπη, νομίζω ότι οι τόσο άνευ όρων αραβόφιλοι πλανώνται. Πρόκειται συνήθως για ψευτοαφελείς που πιστεύουν ότι οι «λαοί» έχουν πάντα δίκιο κι ότι η επιδίωξή τους είναι η ανεξιθρησκεία και η ειρηνική συνύπαρξη· ότι επιζητούν το αληθινό τους συμφέρον. Οι οπαδοί αυτοί της «πολυπολιτισμικότητας» δεν αναγνωρίζουν ούτε την εσωτερική επιθετικότητα των θρησκειών, ούτε τις διαφορές μεταξύ τους. Και πολλοί με κατηγορούν, σ’ αυτή τη μεγάλη διαμάχη, ότι δεν γνωρίζω επαρκώς το ισλάμ κι ότι στρέφομαι σταθερά προς τη Δύση. Όμως κάτι ξέρω κι εγώ. Γι’ αυτό, πράγματι, στρέφομαι σταθερά προς τη Δύση.
Ας αρχίσουμε από την ιδέα του ισλάμ και του ισλαμισμού. Η αραβική λέξη «ισλάμ» σημαίνει εγκατάλειψη: εγκατάλειψη στη θεϊκή βούληση. Η λέξη έχει δύο σημαινόμενα: από τη μία, τη θρησκεία που ίδρυσε τον 7ο αιώνα ο Μωάμεθ στο όνομα του Αλλάχ και, από την άλλη, το πολιτικό, νομικό, κοινωνικό και πολιτιστικό σύστημα που απορρέει από αυτή. Η θρησκεία του Μωάμεθ, η κατεγραμμένη στο κοράνι, είναι μονοθεϊστική και οικουμενική όπως ο χριστιανισμός – αλλά πολύ πιο ολοκληρωτική και αυταρχική, τουλάχιστον σ’ αυτή τη φάση της ιστορίας. Στον χριστιανισμό, η τάση του ολοκληρωτισμού εμποδίστηκε από δύο παράγοντες: ο πρώτος είναι η προΰπαρξη ενός πολιτισμού –του ρωμαϊκού– που δεν επέτρεψε κραδασμούς στο νομικό του σύστημα. Έτσι, η Δύση, παρότι ο χριστιανισμός το επιθυμούσε, δεν κατάφερε να αντλήσει νομικά δικαιώματα από τις Γραφές.
Συνέβησαν πολλά: θρησκευτικοί πόλεμοι, μισαλλόδοξη πολιτική˙ στον μεσαίωνα, η χριστιανική Εκκλησία εφάρμοσε, όπως το Ισλάμ, την «εξουσία του ξίφους», καθώς και μια πολιτική τυραννία με φεουδάρχες, αυτοκράτορες και μονάρχες. Όμως, είναι βέβαιο ότι σήμερα –εδώ και αιώνες: από τη Γαλλική Επανάσταση, ας πούμε– ο χριστιανισμός τοποθετείται σ’ ένα σχετικά εκκοσμικευμένο περιβάλλον που τον περιορίζει και τον ελέγχει.
Αντιθέτως, το ισλάμ δεν συνάντησε καμιά τροχοπέδη. Γεννήθηκε στην άμμο˙ το κοράνι είναι η μοναδική πηγή του δικαίου του. Από την αρχή είχε επιθετικές στρατιές που, μετά τον θάνατο του Μωάμεθ, κατέστρεψαν το περσικό βασίλειο, ακρωτηρίασαν το Βυζάντιο και κατέκτησαν τη Βόρεια Αφρική και την Ισπανία. Στον ισλαμισμό η θρησκεία δεν είχε πολιτικά όρια, μιας και όλα υποτίθεται ότι ανήκουν στον θεό. Οπωσδήποτε, καθώς το ισλάμ ζει, όπως όλα, μέσα στην ανθρώπινη ιστορία, πιθανώς εξελίσσεται, διαφοροποιείται και απομακρύνεται από τις ρίζες του. Όχι και τόσο, παρ’ όλ’ αυτά.
Οι συνιστώσες του ισλάμ είναι, από τη μια το κοράνι, κι από την άλλη το ισλαμικό δίκαιο. Το κοράνι –τα γεγονότα της ζωής του Μωάμεθ και τα λεγόμενά του– είναι το σταθερό στοιχείο. Το ισλαμικό δίκαιο είναι το μεταβλητό που διαμορφώθηκε τον 9ο και 10ο αιώνα. Έκτοτε, οι ισλαμιστές νομομαθείς αποφασίζουν ποια καινούργια ιδέα, ποια εξέλιξη είναι σύμφωνη με το κορανικό δόγμα. Μπορεί να εκκοσμικευτεί το ισλάμ; Μπορεί να γίνει ανεκτικό; Μπορεί να συνεννοηθεί με τον χριστιανισμό; Κυρίως, μπορεί να αποδεχτεί την απουσία κάθε θρησκείας; Δύσκολα.
Η ελαστικότητα που υπονοείται από μια νομική εξέλιξη είναι ανύπαρκτη εφόσον το δίκαιο συνδέεται με το κορανικό δόγμα. Στη Δύση το δίκαιο είναι μάλλον αυτόνομο˙ στις ισλαμικές χώρες είναι ετερόνομο: γεννιέται και παραμένει στο εσωτερικό της θρησκείας. Πράγματι, οι λόγιοι του ισλαμικού δικαίου μπορούν να ερμηνεύσουν το κοράνι με ποικίλους τρόπους. Αυτοί οι «ποικίλοι» τρόποι που, κατά καιρούς, πλησίαζαν την εκκοσμίκευση, προκάλεσαν –σε συγκεκριμένες συγκυρίες– την επανεργοποίηση του φανατικού ισλάμ. Δεν συμφωνώ με την άποψη ότι η πολιτική της Δύσης βρίσκεται στη ρίζα του ισλαμικού φονταμενταλισμού: στη ρίζα του ισλαμικού φονταμενταλισμού βρίσκεται το κοράνι, η αμάθεια, η φτώχεια και, τελευταία, η πολιτική της Δύσης και του Ισραήλ.
Το φονταμενταλιστικό επιχείρημα είναι ότι η παρακμή και η ταπείνωση των μουσουλμανικών λαών οφείλονται στην εγκατάλειψη του «αυθεντικού» ισλάμ. Οι μουσουλμάνοι ήταν το «καλύτερο έθνος στον κόσμο» όσο εφάρμοζαν τη σαρία, όσο ακολουθούσαν τον δρόμο του Αλλάχ. Και έχασαν την υπεροχή τους επειδή απομακρύνθηκαν από αυτή. Γι’ αυτό πρέπει να εξαγνισθεί το ισλάμ από κάθε δυτική επιρροή. Το «αυθεντικό» ισλάμ δημιουργεί από την ίδια του τη φύση αγωνιστικές ομάδες που επιδιώκουν μέσω της δράσης –βίαιης αν χρειάζεται– τρεις στόχους: τον εξαγνισμό του μουσουλμανικού κόσμου, τη διάδοση της πίστης στις χώρες που είναι εν μέρει μουσουλμανικές και τον ιερό πόλεμο εναντίον της Δύσης.
Η ενθάρρυνση της θρησκείας σημαίνει το τέλος της δημοκρατίας. Η ενθάρρυνση –ο «σεβασμός»– του ισλάμ στις χώρες υποδοχής μουσουλμάνων μεταναστών αποτελεί υποχώρηση του κοσμικού κράτους και της αρχής του πλουραλισμού. Ο πρωταρχικός όρος που πρέπει να τίθεται για οποιονδήποτε νεοφερμένο στην Ευρώπη είναι ο σεβασμός της νομοθεσίας και του πολιτισμού της χώρας υποδοχής. Σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί «πλουραλισμός» η επιβολή ισλαμικών ηθών και αρχών σε χώρες με διαφορετική ιστορική και πολιτική διαδρομή.
Η Ευρώπη –και η Ελλάδα– πρέπει να προστατέψουν τα ατομικά δικαιώματα και, κατά κάποιον τρόπο, το σημείο του ιστορικού χρόνου στο οποίο έχουν βρεθεί. Μου φαίνεται ανεύθυνη η θέση της «πολυπολιτισμικότητας» που δεν αναγνωρίζει όρια στην ανεκτικότητα: θα επιτρέπεται λοιπόν το τσαντόρ και η μπούρκα; Μήπως δώσουμε δικαίωμα και για κάποιον λιθοβολισμό; Εφόσον αποτελεί μέρος του ισλαμικού ήθους, γιατί να μην εφαρμόζεται η θανατική ποινή στις μουσουλμανικές κοινότητες; Και πάει λέγοντας. Η αριστερίστικη πολιτική της ανεξέλεγκτης υποδοχής μεταναστών έχει, θα το ξαναπώ, έντονη θεατρικότητα: οι αριστεριστές παίζουν τον ρόλο του «καλού». Όμως αυτή η πατερναλιστική δήθεν καλοσύνη κατατεμαχίζει εμφανώς την κοινωνία.
Η θέση του Kαλίλ Σαμίρ, ενός Αιγύπτιου θεολόγου που διδάσκει στο πανεπιστήμιο της Βηρυτού, εκφράζει πώς οι πολυπολιτισμικές θεωρίες αδικούν εντέλει τους μουσουλμάνους μετανάστες, δημιουργώντας συγκρούσεις, περιθωριοποιώντας τους και νομιμοποιώντας το φανατικό ισλάμ που αντιμάχεται τόσο τη δυτική κουλτούρα της νεωτερικότητας όσο και την πιο φιλελεύθερη μουσουλμανική τάση.
Οι οπαδοί της πολυπολισμικότητας και οι αριστεριστές αναρωτιούνται: «Μήπως είναι προτιμότερο να δώσουμε το καλό παράδειγμα δείχνοντας ανεκτικότητα σε όσους δεν δείχνουν ανεκτικότητα;» Ο Σαμίρ διαφωνεί: «Ο δρόμος που οδηγεί σ’ ένα ανεκτικό ισλάμ είναι σαφής: να μη γίνεται κανένας συμβιβασμός στα κεκτημένα του δυτικού πολιτισμού». Κατά τη γνώμη μου, δίκιο έχει ο Σαμίρ.
athensvoice