Υπάρχει ο θρύλος του καλού και σοφού ηγεμόνα, που μοναδική του έγνοια ήταν να κάνει τους υπηκόους του ευτυχισμένους.
Ο χαλίφης της Βαγδάτης (στις Χίλιες και μία Νύχτες) φορούσε ταπεινά ρούχα και κατέβαινε στην αγορά, για να ακούσει τι λένε γι' αυτόν οι απλοί άνθρωποι του λαού. Ακουγε τα παράπονά τους, έβλεπε με τα ίδια του τα μάτια πώς ζουν. Δηλαδή δεν είχε εμπιστοσύνη στους συμβούλους του και ήθελε να καταλάβει την πραγματικότητα όπως ήταν. Το ίδιο έκανε και ο Ερρίκος ο 5ος του Σέξπιρ. Δεν ξέρω αν όλα αυτά έχουν κάποια ιστορική βάση, αλλά το σίγουρο είναι πως κανείς δεν μπορεί να κυβερνήσει, ακόμα και μονάρχης, αν δεν απολαμβάνει την αποδοχή ή την ανοχή της πλειοψηφίας ενός λαού.
Οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες έκοβαν νομίσματα που είχαν πάνω τους ανάγλυφο το πρόσωπό τους (το διαφημιστικό σποτάκι της εποχής). Αυτή η συνήθεια των Ρωμαίων επέζησε ώς τις μέρες μας εκεί όπου υπάρχει μοναρχία. Τα αγάλματα των ηγεμόνων ήταν προπαγανδιστικά και δεν είχαν σχέση με τον εαυτό τους. Οι γλύπτες-επικοινωνιολόγοι της εποχής έφτιαχναν ένα ανδριάντα που να ανταποκρίνεται στην εικόνα που φαντάζεται ο λαός γι' αυτούς. Σοφοί, δίκαιοι, γενναίοι, άσχετα αν οι περισσότεροι ήταν βαθύτατα αντιλαϊκοί.
Οι αυτοκρατορικές και αργότερα οι μοναρχικές και εκκλησιαστικές εκδηλώσεις ήταν ένα χολιγουντιανό-ντίσνεϊλαντικό θέαμα με πολιτικό σκοπό. Να κερδίσουν τη συμπάθεια και την ανοχή των υπηκόων τους, δημιουργώντας τους μια συνείδηση ανυπαρξίας μπροστά στο μεγαλείο αυτών των αρχόντων, που στα μετάπειτα χριστιανικά χρόνια, ούτε λίγο ούτε πολύ, δικαίωναν τη θέση τους, με τον ισχυρισμό πως είχαν διοριστεί εκεί από τον ίδιο τον Θεό (ελέω Θεού).
Από τότε μέχρι σήμερα οι τεχνικές της εξουσίας μπορεί να άλλαξαν μορφή, αλλά στην ουσία παρέμειναν οι ίδιες, ακόμα και εκεί όπου υπάρχει καθολική ψήφος. Αυτή γίνεται σεβαστή όταν πηγαίνει στη σωστή πλευρά. Αν πάει στη λάθος πλευρά (Χαμάς-Τσάβες κ.λπ.), τότε δεν αναγνωρίζεται. Τι γίνεται όμως με κείνες τις κυβερνήσεις που θέλουν να λέγονται φιλολαϊκές, ενώ είναι βαθύτατα αντιλαϊκές; Οι πολιτικοί τους έχουν συνείδηση πόσο μισητοί είναι, κυρίως από αυτούς που τους ψήφισαν; Αμφιβάλλω. Και αυτό το αιτιολογώ γιατί ζουν σε ένα ιδιόρρυθμο θερμοκήπιο. «Καβάλα πάν' στην Εκκλησιά, καβάλα προσκυνάνε». Ολες οι μετακινήσεις γίνονται με αυτοκίνητο.
Συνήθως τα μαγαζιά στα οποία πάνε είναι ακριβά και δεν αντιπροσωπεύουν το λαϊκό αίσθημα. Αυτοί που θα πάνε στα γραφεία τους και θα εκφράσουν το θαυμασμό τους, θα το κοστολογήσουν με κάποιο ρουσφέτι. Οι προσκλήσεις που θα δεχτούν θα είναι από το χάι τζετ του επιχειρηματικού κόσμου. Και αν δεχτούν μια πρόσκληση φιλοξενίας σε κάποιο πλεούμενο ή σε κάποιο ξενοδοχείο, δεν θα είναι ούτε από το ψαρά της περιοχής, ούτε από τον «ρουμλετά». Θα είναι από κάποιο ισχυρό παράγοντα της περιοχής, που θα ζητήσει αντάλλαγμα.
Αυτό που μένει σε έναν πολιτικό ως επαφή με την κοινωνία είναι: ή μια συγκέντρωση φίλων ή κάποια τηλεοπτική εμφάνιση. Ακόμα και στην ιδιαίτερη εκλογική του περιφέρεια να πάει, δεν είναι σίγουρο πως θα αισθανθεί «σαν το ψάρι στο νερό». Οι αποδοκιμασίες εις βάρος των πολιτικών δεν είναι στημένες. Και όσο και να διαφωνεί κανείς, είναι γεγονός πως κρύβουν μια λαϊκή οργή. Και αυτό πρέπει να δει κανείς.
Ισως στο Ηρώδειο και την Επίδαυρο, που δεν είναι και τα πιο αγαπημένα μέρη των χούλιγκανς, μπορεί να δούμε σκηνές απείρου κάλλους με τους πολιτικούς. Και η θεωρία των οργανωμένων ταραξιών, που ανασύρθηκε από τη φιλοσοφία της χούντας, δεν πείθει κανέναν. Θα κλείσω με κάτι που μου μοιάζει παραπολιτικό. Παλιός φίλος, από την εποχή της νεολαίας της ΕΔΑ, μου είπε σχετικά;
«Αν ο ΣΥΡΙΖΑ μπορούσε να πετάξει γιαούρτια, όσο και αν διαφωνούσα με αυτή την πράξη, εγώ θα ξαναγύριζα, γιατί θα έκανε κάτι το εξωστρεφές. Γιατί αν έκανε αυτό, θα μπορούσε να έκανε και κάτι άλλο. Αλλά κοίταξε τι θα γινόταν. Θα διαφωνούσαν πόσα λιπαρά πρέπει να έχει το γιαούρτι και θα πήγαινε η απόφαση για την επόμενη συνεδρίαση. Εκεί θα υπήρχε η συμβιβαστική πρόταση: να κάνουν ένα χαρμάνι με όλα τα γιαούρτια, ακόμα και μ' αυτά που έχουν φρούτα, αλλά θα διαφωνούσε το οικολογικό τμήμα, γιατί τα φρούτα λεκιάζουν. Και το θέμα θα πήγαινε να λυθεί στο επόμενο συνέδριο, που ακόμα δεν είχε αποφασιστεί».
enet