Η κατοικία είναι απλά ένα μέρος όπου ζει και διαβιώνει κανείς. Δεν μπορούμε να ξέρουμε πόσο σημαντικό μπορεί να είναι αυτό, αλλά για εμάς ο χώρος όπου εκδιπλώνεται ένα μεγάλο μέρος της ύπαρξης μας, είναι πάρα πολύ σημαντική υπόθεση. Εκ των πραγμάτων το ζήτημα της κατοικίας θα πρέπει να ειδωθεί και στις παραμέτρους του δηλ. το χώρο, τον χρόνο, τις κοινωνικές συνθήκες και αντιλήψεις.
Δεν ξέρουμε ποια ακριβώς “κοινωνική αξία” μπορεί να είχε η κατοικία στις πρωτόγονες κοινωνίες, ένα όμως είναι σίγουρο για την χρηστική τους αξία: ήταν ένα προστατευτικό μέσο απέναντι σε ένα όχι πάντα φιλόξενο περιβάλλον. Αργότερα και με την ανάπτυξη των κοινωνιών, είναι βέβαιο ότι και η κατοικία αρχίζει να αποκτά την μεταφυσική της ~τον φετιχισμό της. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι όλα σχεδόν τα υπόλοιπα είδη κτισμάτων, ήδη από εκείνη την εποχή, δεν είναι παρά παραλλαγές κατοικιών ~στους ναούς κατοικούν οι θεοί, στα ανάκτορα κατοικούν οι βασιλείς, στις αποθήκες κατοικούν τα εμπορεύματα. Βέβαια, αυτή η οριοθέτηση είναι πιο παλιά, η κατοικία του θεού, ή του αρχηγού της φυλής, δεν είναι καινούρια. Όμως σε μια μικρή κοινότητα δεν χρειάζονται τα έντονα εξωτερικά στοιχεία της κατοικίας, οι πάντες γνωρίζουν τον τόπο της κατοικίας του θεού ή του αρχηγού ~όπως βέβαια και κάθε άλλου μέλους της κοινότητας. Στις μεγάλες όμως πόλεις της Μεσοποταμίας αρχικά, της Αιγύπτου και της Ελλάδας αργότερα αυτό δεν ήταν αρκετό. Οι κατοικίες της εξουσίας έπρεπε να φαίνονται κιόλας, ακριβώς γιατί ο καθένας δεν μπορούσε να ξέρει που κατοικεί αυτή (δηλ. οι προσωποποιήσεις της). Από εκείνη την χρονική περίοδο, καθώς και τις μετέπειτα αυτοκρατορίες (του Αλεξάνδρου, την ρωμαϊκή, βυζαντινή) έλκει την καταγωγή της η λογική της βιομηχανικής κοινωνίας να κατασκευάζει γιγαντιαία σύμβολα της εξουσίας και της επιβολής της. Η εξουσία κατοικεί εκεί και το δηλώνει με τις προσόψεις της, τον όγκο της, την πολυτέλεια της και με το εμβαδόν της.
Το ζήτημα λειτουργικότητας που προκύπτει είναι μόνο μερικό· ελάχιστα από αυτά έχουν κάποια πραγματική και αντικειμενική λειτουργικότητα. Ένα π.χ. θυσαυροφυλάκιο δεν αρκεί να είναι απλά λειτουργικό, χωρίς να χρειάζεται ένα σωρό μπιχλιμπίδια γύρω-γύρω; Άρα η κατασκευή τέτοιων οικημάτων εξυπηρετεί και κάτι άλλο πέρα από την λειτουργικότητα· ίσως να αντιτείνει κανείς ότι επιθυμούν την κατασκεύη τέτοιων κτισμάτων για λόγους αισθητικής, για αγάπη προς το “ωραίο”, όμως δεν μπορεί να είναι ωραίο ότι επιβάλλεται και επιθυμεί μόνο να επιβάλλεται. Είναι απλά επιβολή. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον και το γεγονός ότι οι κατοικίες των κυρίαρχων τάξεων, έχουν και την αισθητική αξία (σύμφωνα ~ω! τι έκπληξη~ με αυτούς που ορίζουν το όμορφο). Οι κατοικίες των κυρίαρχων, πρέπει να “δηλώνουν” κάτι ~και το λιγότερο που μπορούν να δηλώσουν δεν είναι τίποτα άλλο από την εξουσία τους (οικονομική-πολιτική-θρησκευτική). Σε αντίθεση οι κατοικίες των χαμηλότερων τάξεων, ποσώς ενδιαφέρονται για το ζήτημα της αισθητικής, έχουν να αντιμετωπίσουν μερικά πιο επείγοντα ζητήματα: αυτά της χρησιμότητας και της λειτουργικότητας. Και ας μείνει σε μιαν άκρη του μυαλού μας ότι οι κατοικίες εκείνες που κατά βάσην διατηρούνται δεν είναι παρά κατοικίες της άρχουσας τάξης ή των συστατικών της-συνισταμένων της. Από τις πυραμίδες μέχρι τον πύργο του Άιφελ, το μήνυμα είναι σαφές: η διάρκεια μιας άρχουσας τάξης (μιας οποιαδήποτε άρχουσας τάξης). Η αισθητική τους, δεν μπορεί να αφορά κανένα απελευθερωτικό πρόταγμα, το οποίο δεν αφορά μόνο την αλλαγή της διαχείρισης του υπάρχοντος αλλά και την αλλαγή του περιεχομένου του. Το ωραίο δεν μπορεί να είναι κάτι “εκεί εξώ” ή κάτι “εκεί πάνω”, διότι ότι μεταφέρεται “εκεί έξω” και “εκεί πάνω” μεταφέρεται και έξω και πάνω από την κοινωνία. Υποστηρίξαμε ότι αυτή η αισθητική δεν μας αφορά και επεξηγούμαστε: δεν υπάρχουν όμορφοι χώροι, χωρίς όμορφα βιωμένους χρόνους εντός τους. Και για να το θέσουμε απλά και ακραία: τι ομορφιά μπορεί να κρύβει ένα οίκημα φτιαγμένο από σκλάβους; Το ωραίο ας πάψει πια να είναι δουλειά των ακαδημαϊκών, το ωραίο είναι επίσης και κοινωνική υπόθεση.
Μια σημαντική ιστορική καμπή (και) στο ζήτημα της κατοικίας στάθηκε η βιομηχανική επανάσταση. Κάπου εκεί γύρω εμφανίστηκε και το πρόβλημα της κατοικίας (το οποίο πρόβλημα μονοπωλείται από τότε εώς σήμερα ως πρόβλημα αποθήκευσης ~“που θα τους βάλουμε”). Η αγροτική κοινωνία δεν είχε έντονη αυτή την ανάγκη, δεν είχε πρόβλημα χώρου και πρώτων υλών, σε αντίθεση με την πόλη που το πρόβλημα είναι πιο έντονο. Με την εκβιομηχάνιση πάντως αλλάζουν ριζικά σχεδόν τα πράγματα, μεγάλα πλήθη συρρέουν στις πόλεις και αυτοί οι άνθρωποι θα πρέπει κάπου να κατοικήσουν. Το αποτέλεσμα είναι γνωστό, κατοικίες στο περιθώριο της πόλης σε άθλιες συνθήκες, πολύ χειρότερες ακόμα και από τις αγροτικές κατοικίες. Είναι ειρωνικό το ότι ακόμα αυτό το μοντέλο “υποδοχής” εργατών στις πόλεις παραμένει σχεδόν ίδιο μέχρι τις μέρες μας. Ίσως το περιθώριο ~τοπολογικά~ να έγινε υποβαθμισμένη γειτονιά στο κέντρο της πόλης, και σε ορισμένες πόλεις να έχουν φτιαχτεί “ανθρώπινες” κατοικίες… αλλά τι διάολο; Δεν μπορεί να εξανθρωπιστεί ο καπιταλισμός; Τι πάλευε τόσα χρόνια η σοσιαλδημοκρατία; Πάντως με την βιομηχανική επανάσταση προκύπτει και μία ακόμη αλλαγή. Ενώ μέχρι τότε και επί φεουδαρχίας οι πόλεις ήταν κατά βάσην ταξικές, δηλ. κατοικούνται κατά πλειοψηφία από μια τάξη (την αστική…), με την εκβιομηχάνιση αλλάζει και ο χαρακτήρας τους, γίνονται πολυταξικές. Ίσως για αυτό και σήμερα στις πόλεις “διαφυλάσσονται” τα ιστορικά τους κέντρα, διότι είναι απλούστατα όντως το ιστορικό κέντρο της αστικής τάξης.
Έτσι λοιπόν θα μπορούσαμε να πούμε ότι πια η ανάγκη της κατοικίας δεν αφορά πια τις απειλές των φυσικών συνθηκών δηλ. οι κατοικίες σταματούν να βελτιώνονται με σκόπο την καλύτερη προστασία από το (φυσικό) περιβάλλον, αλλά η ανάγκη αυτή αποκτά μεγαλύτερη κοινωνική σημασία. Ας δούμε για λίγο αυτό το τρίπτυχο των βασικών αναγκών, έτσι όπως μας το δίνει η “επιστήμη”: τροφή-ένδυση-κατοικία. Η τροφή είναι κάτι το εντελώς απαραίτητο, διατηρεί τον άνθρωπο εν ζωή. Η ένδυση προστατεύει από τα καιρικά φαινόμενα. Η στέγη όμως; Ποια βασική βιολογική και άμεση ανάγκη έρχεται να καλύψει; Αν κάλυπτε κάποια βασική ανάγκη ~βιολογική~ οι άστεγοι θα έπρεπε να πέθαιναν, όπως περίπου θα πέθαιναν από την έλλειψη φαγητού. Και όμως κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Σε αντίθεση με την βιολογικότητα των δύο πρώτων αναγκών, η κατοικία φαίνεται να έχει μια χροιά πιο “κοινωνική”, δεν είναι βιολογική ανάγκη η κατοικία, είναι πολύ περισσότερο ψυχική ανάγκη και ύστερα καλύπτει και κάποιες βιολογικές. Παρ’ ολ’ αυτά, υπάρχει μια άλλη βιολογική ανάγκη η οποία παραβλέπεται, η ανάγκη του ύπνου. Αυτό εξηγεί και την χρήση των κατοικιών σε άλλες εποχές και κοινωνίες, π.χ. στην αρχαία Ελλάδα, η κατοικία χρησίμευε κατά βάσην ως τόπος ύπνου και φαγητού. Και είναι και λογικό, δεν μπορεί κανείς να περάσει όλη την μέρα του μέσα σε 20 τ.μ. Και τελικά γιατί έχουμε ανάγκη από ένα κεραμίδι; Για πιο ήσυχο ύπνο; Μεταφορικά ίσως ναι, κυριολεκτικά όμως όχι. Κάλλιστα θα μπορούσαν να υπάρχουν και στον καπιταλισμό “υπνωτήρια”, όπου ο κόσμος θα πηγαίνει να κοιμηθεί. (Εν μέρει αυτό εξυπηρετούν τα ξενοδοχεία αλλά μόνο για τους επισκέπτες). Επομένως κάποια άλλη ανάγκη έρχεται να καλύψει περισσότερο η ανάγκη της στέγης (προσοχή: όχι της κατοικίας, της στέγης), την ανάγκη του ιδιωτικού. Προσοχή, όχι του προσωπικού αλλά του ιδιωτικού. Είναι μια ανάγκη κοινωνικά προσδιορισμένη, όπως περίπου η ανάγκη της επικοινωνίας. Ο χαρακτήρας λοιπόν αυτών των αναγκών δεν έχει να κάνει με την βιολογικότητα τους. Έχει να κάνει πολύ περισσότερο με το αυτονόητο τους. Είναι όλα εξίσου αυτονόητα, ή ορθότερα θέλουν να είναι εξίσου αυτονόητα.
Αν στην αρχή της ανθρώπινης κοινωνίας η κατοικία ήταν καταφύγιο από την έχθρα της φύσης, και παρέμενε για να μεγάλο διάστημα έτσι, σήμερα πια έχει γίνει καταφύγιο από την έχθρα της κοινωνίας. Το ματάκι στην πόρτα είναι το περισκόπιο της αλλοτρίωσης. Αν και τώρα πια είναι μάλλον περιττό. Απλά απαγορεύεται η είσοδος στους παρείσακτους. Βέβαια, δεν είναι ένα καταφύγιο-κρυψώνα, όπως είναι λογικό μέσα σε μια τέτοια κοινωνία να είναι αλλά ένα καταφύγιο-οχυρό. Όπως οι πύργοι των φεουδαρχών… σκύλοι, κάγκελα, φράχτες, κάμερες, συναγερμοί. Μόνο τα ηλεκτροφόρα σύρματα και οι φρουροί λείπουν από μερικές κατοικίες (μερικές βέβαια ελάχιστες τα έχουν και αυτά). Και τί άλλο μπορεί να δηλώνει αυτό το ταμπούρωμα παρά φόβο; Και σαφώς δεν πρόκειται για τον φόβο της διάρρηξης, ούτε της πολεμικής απειλής ή μιας εξέγερσης, αλλά πρώτα και κύρια φόβος απέναντι στο κοινωνικό, μια προσπάθεια διατράνωσης της ατομικής ιδιοκτησίας.
Όλα αυτά όμως αναλύονται σε μια σειρά παραγόντων οι οποίοι και μεταβάλλουν την κατοικία σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, φύλακες στην είσοδο του στρατοπέδου είναι η οικογένεια, ο κοινωνικός έλεγχος, η πιο διευρυμένη ανάγκη χωροθέτησης της εξουσίας, καθώς και συνολικά ένα σωρό συνισταμένες του σημερινού συστήματος κυριαρχίας όπου η κατοικία είναι απλά ο χώρος όπου αυτές στεγάζονται.
Η οικογένεια, και για να είμαστε περισσότερο ακριβής η πατριαρχική οικογένεια, είναι άμεσα συνδεδεμένη με κάποια κατοικία, το υποδηλώνει άλλωστε και η ίδια η λέξη, γενιά ενός οίκου, δηλ. μιας ιδιοκτησίας, ενός κομματιού γης με δεκαπέντε μεταφυσικές αποχρώσεις (καταγωγή, φυλή, έθνος, κοινωνική θέση, τιμή, υπερηφάνεια, πατρίδα και δε συμμαζεύεται). Βέβαια ο καπιταλισμός δεν έχει πια ανάγκη αυτή την άμεση σύνδεση της γης με τις ιδεολογίες τους, άλλωστε ποιο τιμημένο χώμα όταν κατοικείς σε τσιμέντο, για αυτό και ανάγονται σε ένα ιδεατό σύμπαν ~η ελληνική γη. Όπου πια εκεί η μεταφυσική του χώματος γίνεται ιδεολογία. Η οικογένεια όμως καλείται να κατοικήσει κάπου, χρειάζεται ένα σημείο αναφοράς και έναν τόπο άσκησης της πατρικής (με κάθε της έννοια πατρικής) εξουσίας. Δεν μπορεί η ανατροφή των παιδιών να είναι κοινωνική υπόθεση μόνο, αν θα είναι κάτι πέρα από ατομική των γονέων αυτό θα είναι κρατική (εκπαίδευση, εκκλησία, στρατός) Το “ξεκαβάντζωμα” από την πατρική εστία για αυτό σημαίνει και τόσα πολλά και για τις δυο πλευρές.
Για τον κοινωνικό έλεγχο έχουμε να παραπέμψουμε σε δύο στοιχεία. Ας διαβάσει κανείς την νομοθεσία του Αστικού (τι ειρωνεία!) Δικαίου (τι απάτη!) που αφορά τον τόπο κατοικίας, και πως ρυθμίζονται οι υπόλοιπες σχέσεις εξ αυτού. Επίσης ο έλεγχος του αστικού περιβάλλοντος ~η πολεοδομία ως κοινωνικός έλεγχος. Δε θα επεκταθούμε σ’ αυτό το σημείο ευτυχώς ή δυστυχώς υπάρχει άφθονη βιβλιογραφία, για αρχή πάντως θα σας προτείναμε το επεισόδιο του Αστερίξ “Η κατοικία των θεών” ή πως ο Καίσαρας αφού έχουν αποτύχει όλα, προσπαθεί να τιθασεύσει το γαλατικό χωριό διαμέσου της αλλοτρίωσης του περιβάλλοντος του χωριού.
Η κατοικία ταυτόχρονα ~ακολουθώντας πιστά την παράδοση της κυριαρχίας~ διατηρεί πολλά από τα στοιχεία του παρελθόντος, (το μήνυμα της κυριαρχίας…), τα οποία όμως και εμπλουτίζει. Ας δει κανείς σπίτια “πλουσίων”, “επιφανών” κ.τ.λ., θα μπορούσε κανείς να πει ότι αυτά δεν είναι διαμορφωμένα για να ζει κανείς όσο για να δείχνονται στους επισκέπτες. Κάτι ανάλογο δηλαδή με τα ανάκτορα. Πολλοί χώροι χωρίς καμμία χρησιμότητα. Μια αποθήκη της κοινωνικής ανωτερότητας και της καταναλωτικής δύναμης.
Σ’ αυτό το σημείο θα πρέπει να αναφερθούμε και σε μια σειρά εννοιών που άπτονται άμεσα με το ζήτημα της κατοικίας: ιδιωτικό-δημόσιο, προσωπικό-κοινωνικό . Επεξηγούμαστε, ιδιωτικός είναι εκείνος ο χώρος που δεν είναι δημόσιος. Δημόσιος είναι με την σειρά του εκείνος ο χώρος που δεν είναι ιδιωτικός. Ιδιωτικό, τώρα, και δημόσιο είναι ότι διαδραματίζεται στον αντίστοιχο χώρο. Η αδυναμία των ορισμών δεν είναι δική μας, εκφύσεως αυτές οι δύο έννοιες αυτοπροσδιορίζονται η μια ως άρνηση της άλλης. Το ιδιωτικό σταματά εκεί που αρχίζει το δημόσιο, το δημόσιο σταματά εκεί που αρχίζει το ιδιωτικό. Απ’ την άλλη προσωπικό και κοινωνικό είναι δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα. Το προσωπικό δεν είναι ιδιωτικό και το κοινωνικό δεν είναι δημόσιο κατ’ αρχάς. Απ’ την άλλη αυτές οι δύο έννοιες προσδίδουν την σημασία τους στον χώρο τον οποίον εκδιπλώνονται και όχι το αντίστροφο, όπως συμβαίνει με το ιδιωτικό και το δημόσιο. Δηλ. προσωπικός χώρος μπορεί να είναι οποιοσδήποτε χώρος όπου εκδιπλώνεται η προσωπικότητα, έτσι ενώ το ιδιωτικό είναι κύρια χώρος που ότι συμβαίνει εντός του ονομάζεται ιδιωτικό, προσωπικό είναι κύρια χρόνος ο οποίος σε όποιον χώρο εκτυλιχθεί τον καθιστά προσωπικό. Επίσης ενώ το ιδιωτικό-δημόσιο είναι σαφώς οριοθετημένο (αν και τώρα με τα ΜΜΕ έχουν μερικά προβλήματα), σταθερό, συμπαγές, το προσωπικό-κοινωνικό είναι διάχυτο, ευμετάβλητο, υπό καθεστώς διαρκούς διαλεκτικής σύνθεσης. Και ενώ ένα απελευθερωτικό πρόταγμα θα ξεπεράσει το ιδιωτικό και το δημόσιο μεταβάλλοντας τα πάντα σε ιδιωτικό και τα πάντα σε δημόσιο, δεν θα μπορέσει ποτέ να ξεπεράσει το προσωπικό και το κοινωνικό. Απλούστατα διότι αυτός ο δρόμος περνά πάνω από τον κατακερματισμό της προσωπικότητας και της κοινωνικότητας· εξάλλου αυτό ακριβώς συμβαίνει στο καθεστώς της σύγχρονης κυριαρχίας. Επομένως η κατάργηση του δημόσιου δεν σημαίνει την κατάργηση του κοινωνικού. Ο καπιταλισμός σήμερα δεν έχει καταστρέψει τους δημόσιους χώρους, έχει καταστρέψει την κοινωνικότητα, ομοίως δεν έχει καταστρέψει το ιδιωτικό, έχει απλά καταστρέψει την προσωπικότητα.
Ένα τελευταίο σημείο αφορά την σύγχρονη κατοικία καθώς και κάποιους τρόπους “ξεπεράσματος” της. Η σημερινή μορφή της κατοικίας και τα χαρακτηριστικά της είναι τέτοια, που μας οδηγούν στο συμπέρασμα να καταλάβουμε ότι αυτές κατασκευάζονται πάνω στο πτώμα του κοινωνικού. Και μόνο το γεγονός της τεχνικής αυτονομίας τους (όσο τον δυνατόν περισσότερες ανάγκες των κατοίκων να μπορούν καλυφθούν μέσα στο σπίτι) να αναλογιστεί κανείς μπορεί εύκολα να καταλάβει πόσο κοντά είναι οι σημερινές κατοικίες στο μοντέλο των πυρηνικών καταφύγιων της δεκαετίας του ’60. Ταυτόχρονα προκύπτει και το πρόβλημα του χώρου. Πολλές κατοικίες, αυτό το οποίο επιδιώκουν, είναι η μεταφορά του κοινωνικού χώρου των κατοίκων τους στο εσωτερικό τους. Ο κοινωνικός χώρος όμως δεν μπορεί να διαιρεθεί στους χρήστες του και να αποδοθεί το επιμέρους. Πρώτα απ’ όλα διότι δεν είναι υπαρκτός (με την έννοια της μέτρησης, δηλ. της αγοράς και της πώλησης) και δεύτερον διότι αυτή η μεταφορά αφαιρεί χώρο, πράγμα το οποίο και καθιστά τον κοινωνικό χώρο υπαρκτό με μια άλλη έννοια πέραν της καπιταλιστικής.
Ας δούμε ένα πολύ απλό παράδειγμα: σε μια πολυκατοικία 20 διαμερισμάτων, οι κουζίνες σε κάθε διαμέρισμα καταλαμβάνουν 15 τ.μ. Αν κάνουμε τον πολλαπλασιασμό βρίσκουμε ότι συνολικά οι κουζίνες καταλαμβάνουν 300 τ.μ. Σε αυτή την πολυκατοικία που μένουν 80 άτομα (έστω 4 ανά διαμέρισμα) χρησιμοποιεί ο καθένας 3,75 τ.μ. Με μια όμως κοινή κουζίνα, στο ισόγειο της πολυκατοικίας, π.χ. 250 τ.μ. (δηλ. 3,175 τ.μ. κουζίνας ανά άτομο) εμφανίζεται ένας χώρος 50 τ.μ. ο οποίος μπορεί να χρησιμέψει σε κάτι άλλο. Αυτό το παράδειγμα πέραν του ότι δείχνει και μιαν άλλη λογική χρήσης του χώρου, φανερώνει και αυτό που αναφέραμε παραπάνω, ότι κάτω από την συγκεκριμένη αντίληψη της κατοικίας αλλά και του χώρου γενικότερα, μεγάλες εκτάσεις χώρου και χρόνου ~δηλ. ζωής~ αποκρύπτονται, και αρκεί ένα “ξόρκι” για να εμφανιστούν. Μόνο που αυτό το “ξόρκι” δεν είναι τόσο απλό όσο ακούγεται…
Το ότι η κατοικία θα εξαφανιστεί τουλάχιστον σαν τόπος επιβολής των σχέσεων νομίζουμε ότι είναι επόμενο. Αν υπάρχει κάτι σαν κατοικία αυτό δεν θα μπορεί παρά να είναι κάτι σαν χώρος με τα προσωπικά είδη του καθενός. Μια σειρά άλλων αναγκών που τώρα εκτυλίσσονται εντός της κατοικίας μπορούν κάλλιστα να κοινωνικοποιηθούν (όπως στο παράδειγμα που αναφέραμε με το μαγείρεμα), χωρίς αυτό να σημαίνει και ότι θα μαζικοποιηθούν. Όλα αυτά τουλάχιστον αν θέλουμε να επικαλούμαστε την επανασύσταση του κοινωνικού.
Ας μην μιλήσουμε και για τις πειραματικές κατοικίες. Ή μάλλον ας μιλήσουν άλλοι. “…Το γυάλινο ταβάνι μας αφήνει να βλέπουμε τα αστέρια και την βροχή. Το σπίτι κινείται σαν ηλιοτρόπιο. Οι κινούμενοι τοίχοι του αφήνουν την βλάστηση να εισβάλλει στην ζωή. Χτισμένο πάνω σε ράγες, το πρωί κατεβαίνει στην θάλασσα για να ξαναγυρίσει το βράδυ στο δάσος”. Ιβάν Στσεγκλώφ, 1953. Και όλα αυτά δεν είναι παρά το ελάχιστο.
Όλα όμως προϋποθέτουν και μια άλλη σχέση με τον χώρο, μια άλλη σχέση με τον χρόνο… μια άλλη σχέση με την ίδια την ζωή…
eagainst