ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΒΕΡΓΟΠΟΥΛΟΥ
Θα μπορούσαμε να δούμε το λεγόμενο ελληνικό χρέος από κοινωνική σκοπιά. Στη χώρα μας, τα ποσοστά κέρδους των επιχειρήσεων παραμένουν από τα υψηλότερα στην Ευρώπη, όπως επίσης το αυτό ισχύει για τα οφέλη της παραγωγικότητας της εργασίας. Εν τούτοις, οι βελτιώσεις της παραγωγικότητος περιέρχονται καθ’ ολοκληρία στο κεφάλαιο, ενώ οι εργαζόμενοι αποκλείονται από αυτές.
Με τον πληθωρισμό της πρόσφατης 10ετίας, είχε επιχειρηθεί περαιτέρω συμπίεση του εργασιακού κόστους, όμως αυτό δεν είχε γίνει δυνατό, αφού οι πραγματικοί μισθοί έμειναν στάσιμοι και δεν υπεχώρησαν. Σήμερα, με πρόσχημα το χρέος και την ανάκτηση ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, εξαπολύεται νέα επίθεση του κεφαλαίου εναντίον της εργασίας. Πρόκειται για το φαινόμενο της νέας χρηματοπιστωτικής ολιγαρχίας, που ανδρώθηκε κυρίως από την πρόσφατη εποχή του αυτο-ανακηρυγμένου «εκσυγχρονισμού» και που σήμερα επιδιώκει την διαγραφή ακόμη και κάθε έννοιας κοινωνικού χρέους.
Τα ομόλογα του δημόσιου χρέους αποτελούσαν πάντοτε τη δημοφιλέστερη και ασφαλέστερη τοποθέτηση για την ολιγαρχία του χρήματος: οι δανειστές απολαμβάνουν πρόσθετης προστασίας, λόγω του ότι δανείζουν κράτος με κυριαρχικές εξουσίες και όχι ιδιώτες. Εάν για τα ιδιωτικά χρέη, τελικός πιστωτής είναι το κράτος, για τα δημόσια χρέη, τελικός πιστωτής παραμένει ο εργαζόμενος λαός. Οι δανειστές του δημοσίου χρέους αποβλέπουν σαφώς στη χρήση της δυνατότητος του κράτους να φορολογεί, να περικόπτει μισθούς, συντάξεις, δημόσια αγαθά και κοινωνικές παροχές, προκειμένου να εξασφαλίζει τους πιστωτές του. Ακόμη και η εξώθηση της οικονομίας σε ύφεση περιλαμβάνεται στις αρμοδιότητες του κράτους, στην οποία προσβλέπουν οι δανειστές του, προκειμένου με αυτό τον τρόπο να συμπιέζουν ακόμη περισσότερο το εργασιακό κόστος.
Η σημερινή τρομοκρατική επίκληση του δημοσίου χρέους δεν είναι παρά επιχείρηση μείζονος ανακατανομής του εισοδήματος και του πλούτου από την ανάποδη. Υπ’ αυτή την έννοια, οι δανειστές απορρίπτουν σήμερα κάθε ιδέα αναδιάρθρωσης του χρέους, που θα εσήμαινε διαγραφή μέρους αυτού. Όμως, όσα πρόσθετα εισπρακτικά μέτρα λαμβάνονται αποδίδουν όλο και λιγότερο, δεδομένου ότι η οικονομία εξωθείται σε όλο και βαθύτερη ύφεση.
Με αυτές τις συνθήκες, το χρέος δεν είναι εξυπηρετήσιμο, δεν είναι βιώσιμο. Οι πλεονέκτες προσκρούουν στα όρια της πλεονεξίας τους. Σήμερα, περισσότερα είναι τα κερδοσκοπικά στοιχήματα τύπου CDS στο ενδεχόμενο παύσης πληρωμών από ό,τι στην εξασφάλιση αυτών. Με μια παύση πληρωμών, περισσότερα θα κερδίσουν οι κερδοσκόποι, από ό,τι οι εργαζόμενοι, που θα περιπέσουν σε συνθήκες ακόμη μεγαλύτερης καταστροφής. Η επαναδιαπραγμάτευση επιβάλλεται, η επιμήκυνση της δανειστικής περιόδου με τη μείωση χρεωλυσίων και επιτοκίων και τη μερική διαγραφή είναι μονόδρομος, ώστε να ελαττωθεί το ασφυκτικό βάρος της εξυπηρέτησης του χρέους και να μπορέσει η οικονομία να δημιουργήσει νέο εισόδημα. Εάν αυτό δεν γίνει, τότε προβάλλει ακόμη περισσότερο το ενδεχόμενο της πλήρους κατάρρευσης, με συνέπεια όχι τη μερική, αλλά την ευρύτερη διαγραφή και με ακόμη πιο δυσμενείς επιπτώσεις για τους εργαζόμενους.
Θα πρέπει να αλλάξει η προσέγγιση του προβλήματος του χρέους: να γίνεται όχι από τη σκοπιά των δανειστών, αλλά από εκείνη της οικονομίας και συνεπώς των εργαζομένων. Όμως αυτό δεν είναι μόνον ελληνικό πρόβλημα, αλλά τίθεται ταυτόχρονα και με πρωτοφανή οξύτητα για ολόκληρη την Ευρωζώνη. Η τελευταία απειλείται σήμερα με τα δημόσια χρέη που η ίδια έχει εκθρέψει και καταστήσει μη εξυπηρετήσιμα. Με την εφαρμογή της λιτότητος σε πανευρωπαϊκή κλίμακα, συμπιέζονται όχι μόνον οι εργαζόμενοι, αλλά και η δυνατότητα της οικονομίας να παράγει εισόδημα ικανό να εξυπηρετεί τα συσσωρευμένα χρέη. Δεν αρκεί η ταμειακή εξασφάλιση των χρεών, χρειάζεται ακόμη αλλαγή ευρωπαϊκής πολιτικής, με στόχο τη δημιουργία νέου εισοδήματος, εφ’ όσον αυτή είναι η μοναδική υγιής οδός για την έξοδο από τη σημερινή ευρω-αυτο-παγίδευση
youpayyourcrisis