Μια φορά κι ένα καιρό ήταν μια όμορφη μικρή χώρα που τη λέγανε Φως. Είχε χαμογελαστούς κατοίκους, και φιλόξενα χωριά. Η επαρχία μύριζε πάστρα και οι πόλεις ήταν λιτά λαμπερές. Δεν υπήρχαν κλειδαράδες γιατί κανείς δεν κλείδωνε την πόρτα του. Δεν υπήρχαν κλιματιστικά γιατί τα παράθυρα ήταν ανοιχτά ακόμα και όταν οι άνθρωποι έλειπαν από το σπίτι, η ζέστη του καλοκαιριού άλλωστε ήταν ανεκτή, γιατί δεν υπήρχε «μαύρη τρύπα».
Κάθε δειλινό οι άνθρωποι μαζεύονταν στις γειτονιές και καθισμένοι στα ασβεστωμένα κάτασπρα πεζούλια έλεγαν ιστορίες, γελούσαν και διασκέδαζαν με το τίποτα. Τα παιδιά τιτίβιζαν σαν πουλάκια χαρούμενα παίζοντας στις αλάνες ομαδικά παιχνίδια.
Τις Κυριακές φορούσαν «τα καλά τους» και πήγαιναν στο βασιλικό κήπο να ταΐσουν τις πάπιες, ή στον κινηματογράφο της γειτονιάς.
Τα Σαββατόβραδα συναντιόντουσαν στα σπίτια και με φαγητό ρεφενέ, διασκέδαζαν μέχρι το πρωί χορεύοντας και τραγουδώντας.
Κάθε Άνοιξη έρχονταν τα χελιδόνια. Τα μικρά παιδιά τα υποδέχονταν με χαρές. Με περίσσια ευθύνη φρόντιζαν τα νεογέννητα χελιδονάκια, βοηθώντας τα μέχρι το πέταγμα τους.
Τα καλοκαίρια οι αυλές μοσχομύριζαν βασιλικό και γιασεμί, και τους χειμώνες τα γεράνια στόλιζαν παρτέρια και σκαλιά με τα βαθυκόκκινα και λευκά τους λουλούδια.
Οι κάτοικοι της όμορφης μικρής χώρας ήταν ευτυχισμένοι γιατί δεν είχαν να μοιράσουν τίποτα άλλο εκτός από χαμόγελα.
Ξαφνικά, μπήκε στη ζωή τους ένα τετράγωνο κουτί με στρογγυλά κουμπιά στη βάση του. Μέσα σ’ αυτό το κουτί κλείστηκε απρόσμενα ολόκληρος ο κόσμος!
Οι αλάνες άδειασαν σύντομα, γιατί τα παιδιά μαζεύονταν μπροστά στο τετράγωνο κουτί αποκτώντας νέες εμπειρίες . Οι γειτονιές ερήμωσαν από τις παρέες του δειλινού γιατί οι άνθρωποι κάθονταν μπροστά στο τετράγωνο κουτί παρακολουθώντας εθιστικά σήριαλ.
Το τετράγωνο κουτί γνώριζε καλά τη δύναμη του. Δεν χρειάστηκε ιδιαίτερη προσπάθεια άλλωστε για να πιάσει στην παγίδα του, τους καλοπροαίρετους ανθρώπους της μικρής χαρούμενης χώρας.
Μεθοδικά και σταθερά, άρχισε να υποδεικνύει νέους τρόπους ζωής.
Η απομόνωση πλέον έγινε συνήθεια και βήμα - βήμα το τετράγωνο κουτί που εξελισσόταν ολοένα και περισσότερο αιχμαλώτισε τη σκέψη οδηγώντας την στο χάρτινο όνειρο.
Χωρίς κανείς να το αντιληφθεί, το τετράγωνο κουτί που στην εξέλιξη του έγινε κομψότερο, χρωματιστό κι αξιολάτρευτο, άρχισε να φτιάχνει πρότυπα. Να αναπαράγει πολέμους εθίζοντας στη βία μικρούς και μεγάλους, να κατευθύνει τις αγορές μας, τη ζωή μας, τις συνήθειες μας. Κατάφερε να ανεβάζει και να κατεβάζει κυβερνήσεις κατευθύνοντας συστηματικά και έντεχνα την «ελεύθερη βούληση» των ψηφοφόρων. Τα όνειρα των παιδιών περνούσαν πλέον μέσα από το τετράγωνο κουτί, μέσα από τους ήρωες και πρωταγωνιστές των χάρτινων σκηνικών, του χάρτινου λόγου.
Έτσι λοιπόν το τετράγωνο κουτί, κατάφερε μέσα σε λίγα χρόνια να σβήσει το χαμόγελο των χαρούμενων κατοίκων της μικρής ευτυχισμένης χώρας. Ένα μαγικό χέρι άρπαξε τις ζωές όλων, έκλεψε την αισιοδοξία, την ελπίδα, το όνειρο, τους έκλεψε τη χαρά.
Το τετράγωνο κουτί ακόμα συνεχίζει το «έργο του». Η μικρή όμορφη χώρα που πολλοί ζήλεψαν, έγινε μια χώρα άχρωμη, κατηφής, και οι
ευτυχισμένοι κάτοικοι της ευνουχισμένα ζωάκια. Η καθημερινότητα
τους γέμισε αριθμούς που τους λένε «ευρώ», και μακρόστενα χαρτιά που τα λένε «χρέη»…
Το τετράγωνο κουτί μπορεί να έκλεψε το γέλιο των κατοίκων της μικρής χώρας, δεν μπορεί όμως να τους κλέψει τον ήλιο, τον γαλάζιο ουρανό, τους γλάρους, το ηλιοβασίλεμα, τις μυρωδιές της Άνοιξης, τον έναστρο ουρανό. Αυτά είναι τα αντίδοτα της «νόσου» και η μικρή αυτή χώρα διαθέτει ανεξάντλητα αποθέματα. Αργά ή γρήγορα η μνήμη θα δουλέψει. Η νοσταλγία του παλιού καλού καιρού θα χτυπήσει την πόρτα. Είναι σίγουρο πως οι κάτοικοι της μικρής χώρας του Φωτός, σύντομα θα ξαναβρούν το χαμόγελό τους, πετώντας στα σκουπίδια το τετράγωνο κουτί μαζί με το περιεχόμενο του. Γιατί αυτοί οι κάτοικοι δεν έχουν μάθει να ακολουθούν «συνταγές».
Οι σοφοί προγονοί τους που τεχνολογικά και μαθηματικά ήταν αιώνες μπροστά δεν είχαν «τετράγωνο κουτί»… Τυχαίο;
elzoni