Του Σταθη Ν. Καλυβα*
Είτε αποφύγουμε τελικά την οικονομική κατάρρευση είτε όχι, ένα πράγμα είναι σίγουρο. Οι τεράστιοι οικονομικοί και κοινωνικοί τριγμοί που προκαλεί η χρεοκοπία της χώρας δεν θα αφήσουν ανεπηρέαστο το πολιτικό σύστημα. Ο λόγος είναι προφανής: καταρρέει η υλική βάση πάνω στην οποία στηρίχθηκαν τα δύο μεγάλα κόμματα.
Οπως είναι γνωστό, το ΠΑΣΟΚ έθεσε το 1981 τα πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά και ιδεολογικά θεμέλια του σαθρού οικοδομήματος που καταρρέει μπροστά στα μάτια μας: του τεράστιου κομματικού κράτους που λειτούργησε ως μηχανισμός εξαγοράς ψήφων. Βεβαίως, η κρατική παρέμβαση στην οικονομία και οι πελατειακές πρακτικές προϋπήρχαν, αλλά ο πολλαπλασιασμός των πόρων λόγω Ευρώπης και η ενσωμάτωση του πελατειακού συστήματος στον κομματικό μηχανισμό έδωσαν εντελώς άλλη διάσταση σε ένα εγχείρημα, που στη συνέχεια η Νέα Δημοκρατία συντήρησε και μεγέθυνε, οδηγώντας μας στον δημοσιονομικό εκτροχιασμό και την χρεοκοπία.
Εκτός από πηγή ελλειμμάτων και χρέους, το κομματικό κράτος είχε δύο σημαντικές συνέπειες. Αφενός έπνιξε την πραγματική οικονομία, υπονομεύοντας την ανταγωνιστικότητα της χώρας και επομένως την ικανότητά της να βγει από την σημερινή κρίση. Αφετέρου παρήγαγε μια ανίκανη δημόσια διοίκηση, η γύμνια της οποίας σε αφήνει άναυδο. Πάνω στον ανάπηρο αυτό κρατικό μηχανισμό χτίστηκε η πολιτική επιτυχία των δύο κομμάτων την τελευταία τριακονταετία. Η απουσία (με ελάχιστες εξαιρέσεις) πολιτικού οράματος, πειστικού λόγου και διαχειριστικής ικανότητας δεν είχε καμία απολύτως σημασία την στιγμή που οι κυβερνήσεις μπορούσαν να νέμονται σχεδόν απεριόριστους πόρους. Η κοινωνία συμμετείχε πρόθυμα σ’ αυτή τη συναλλαγή.
Γίνεται, λοιπόν, κατανοητός ο απίστευτος συνδυασμός ολιγωρίας και μυωπίας με τον οποίο το πολιτικό προσωπικό διαχειρίζεται την κρίση. Θα ήταν όμως λάθος το σημερινό αδιέξοδο να περιγραφεί ως απλή περίπτωση ανεπάρκειας. Πώς να μεταρρυθμίσουν αυτό το κράτος τα ίδια τα κόμματα που το έστησαν; Ετσι εξηγείται το θλιβερό θέαμα μιας κυβέρνησης που ώς την τελευταία στιγμή καθυστερεί, υπαναχωρεί, κοροϊδεύει και τελικά σύρεται με το ζόρι την τελευταία στιγμή στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Ομως τα ψέματα τέλειωσαν. Αποκομμένα από την υλική τους βάση, τα κόμματα θα αναγκαστούν να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα. Το είδος και το περιεχόμενο της προσαρμογής αυτής συναρτάται με πολλούς και σύνθετους παράγοντες. Παρ’ όλ’ αυτά, θα επιχειρήσω τρεις προβλέψεις.
Πρώτον, η πολιτική προσαρμογή στις νέες συνθήκες θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την πορεία της οικονομίας. Μια απότομη και ανεξέλεγκτη κατάρρευση θα οδηγήσει σε μια περίοδο παρατεταμένης πολιτικής αστάθειας, με αδύναμες κυβερνήσεις, διαδοχικές εκλογές και κοινωνικές ταραχές. Ακόμα και σ’ αυτή την περίπτωση όμως, η διεθνής εμπειρία δείχνει πως εξωθεσμικές λύσεις και επαναστατικές καταστάσεις αποτελούν στατιστικές απιθανότητες σε χώρες με την πολιτική παράδοση και το οικονομικό επίπεδο της Ελλάδας. Η δημοκρατική ομαλότητα δεν θα απειληθεί.
Δεύτερον, η προσαρμογή του πολιτικού συστήματος στη νέα πραγματικότητα μπορεί να ακολουθήσει δύο δρόμους. Στον πρώτο κυριαρχεί ένα κλασικό φαινόμενο των κρίσεων: ο χαρισματικός δημαγωγός που εμφανίζεται από το πουθενά και υποκαθιστά τα υπάρχοντα κόμματα, υποσχόμενος μαγικές και ανώδυνες λύσεις, οξύνοντας τις συνέπειες της κρίσης και βυθίζοντας τη χώρα σε ένα ακόμη βαθύτερο τέλμα (π.χ. Φουτζιμόρι ή Τσάβες). Σε μια τέτοια περίπτωση, θα κυριαρχήσουν η ανέχεια και η ανομία, όπως περίπου στις ανατολικοευρωπαϊκές χώρες μετά την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού. Ο πιθανότερος δρόμος είναι όμως ο δεύτερος: ακόμα και σε περίπτωση οικονομικής κατάρρευσης, τα δύο μεγάλα κόμματα θα προσαρμοστούν με μεγάλες εσωτερικές αλλαγές (αντίθετα, τα μικρά κόμματα στις παρυφές του συστήματος δεν πρόκειται να αποτελέσουν πηγή πολιτικών εξελίξεων). Οι ταμπέλες ίσως μείνουν ίδιες, όχι όμως οι πρακτικές ούτε πολλά από τα πρόσωπα, καθώς θα υπάρξουν αποχωρήσεις, μετακινήσεις και είσοδος νέου πολιτικού προσωπικού. Η αλήθεια είναι πως παρά την απαξίωσή τους, τα δύο μεγάλα κόμματα διαθέτουν ένα τεράστιο συμβολικό κεφάλαιο, καρπό της μακρόχρονης παρουσίας τους στην πολιτική σκηνή της χώρας. Η εμπειρία της Λατινικής Αμερικής και της Ανατολικής Ευρώπης δείχνει πως τα δημαγωγικά κινήματα θριαμβεύουν εκεί κυρίως όπου απουσιάζει αυτή η θεσμοποίηση και παράδοση των κομμάτων.
Τρίτον, καθώς τα περιθώρια οικονομικών παρεμβάσεων θα περιοριστούν σημαντικά, θα ενεργοποιηθούν νέοι διαφοροποιητικοί άξονες που θα τέμνουν κάθετα τον άξονα αριστερά - δεξιά. Ο πιθανότερος σχετίζεται με θέματα «νόμου και τάξης». Οποιος κινηθεί πειστικά στον άξονα αυτό θα πετύχει ένα μεγάλο πολιτικό προβάδισμα. Αντίστοιχο προβάδισμα θα πετύχουν και όσοι καταφέρουν να αρθρώσουν έναν καινούργιο λόγο: ουσιαστικό (όχι απλά επικοινωνιακό) και αυτοκριτικό, που θα τους διαχωρίσει πειστικά από το παρελθόν. Αποφασιστικοί θα είναι εδώ παράγοντες όπως η απουσία μεγάλων πολιτικών βαριδίων του παρελθόντος και μια ενδεχόμενη απόφαση να επωμιστούν ένα σημαντικό προσωπικό πολιτικό κόστος τώρα: είτε μέσω της δυναμικής υιοθέτησης θέσεων που θεωρούνται ακόμα αντιδημοφιλείς είτε μέσω συγκεκριμένων πράξεων. Οσοι κινηθούν γρήγορα και κυρίως πειστικά σήμερα, θα πρωταγωνιστήσουν στην προσαρμογή που έρχεται. Οι περισσότεροι από τους υπόλοιπους θα εξαφανιστούν. Δεν θα τους κλάψει κανείς.
*Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Yale.
ΠΗΓΗ