Πόσες φορές δεν έβρισα τον εαυτό μου, τον εαυτό μου, όχι τους άλλους συνέλληνες που μαστε μαζωμένοι εδώ στην άκρα του κόσμου, πόσες φορές δε συχτίριασα την ώρα και τη στιγμή που πήγα σκολιό κι έμαθα πεντ-έξη γράμματα και που αυτά τα καταραμένα με κάνουν και βυθίζομαι σε τούτη τη σκοτοδίνη και συλλογάμαι γιατί άραγε να συμβαίνουνε όλα τούτα...
Ντροπή μωρέ! Ντροπή σε όλους μας ακούτε; ΝΤΡΟΠΗ ΡΕ!
Πριν μια βδομάδα, ο Κέβιν, ενας φιλήσυχος Κινέζος, που διατηρεί μαγαζάκι με καφέδες και σάντουιτς στο μέρος όπου βρίσκεται το κτίριο όπου στεγάζεται η επιχείρησή μου, μου πε δυο παρόλες κι εγώ ο ...ξερόλας, το βούλωσα απο ντροπή και κοκκίνισα!
Κατά τις 11.00, στο lunch time, πήγα να πάρω κι εγώ ενα σαντουιτσάκι (όχι, δεν έστειλα υπάλληλο ούτε τη γραμματέα μου γι αυτό, εδώ απαγορεύεται κάτι τέτοιο και σωστά απαγορεύεται, οι εργαζόμενοί μου δεν είναι σκλαβάκια για θελήματα) κι έναν καφέ και καθώς ο κινεζάκος μου έφτιαχνε τη παραγγελία, μου λέει μισοχαμογελώντας:
- Εσείς οι Ελληνες μου φαίνεται οτι ...πουστέψατε!
Εγώ τά χασα στην αρχή, κοκκίνισα, ήταν κι ενας Τούρκος εκεί καθήμενος σ' ενα τραπέζι κι έτρωγε με τη γυναίκα του, μού ρθε να τον πνίξω τον κωλο-κινέζο.
- Τι λές μωρέ πρωινιάτικα; Σου στριψε; του απαντώ.
- Εμένα; Νο my friend, εγώ μια χαρά ειμαι! Εσείς δε ξέρω αν θα εξακολουθείτε να είστε μια χαρά!
- Μπορείς να μου πείς τι συμβαίνει; κάνω εγώ και αρχίζω να παίρνω ανάποδες.
- Να, θυμάσαι την άλλη φορά που μας έκανες μαθήματα πολιτισμού για κείνους τους...δε ξέρω πως μου τους είπες, φιλόσοφους, που έμαθαν λέει το κόσμο να σκέφτεται και να ζεί ελεύθερα;
- Ε, ναι, και λοιπόν;
Εγώ στο μεταξύ λοξοκοιτάω και τον Τούρκο που μασούλαγε το σάντουιτς και είχε στήσει αυτί.
- Λοιπόν, διάβαζα προχτές στην Herald Sun τα παθήματά σας, που είσαστε σε πτώχευση και θέλουνε να σας πηδήξουνε όλοι, να σας πάρουν ό,τι έχετε κι εσείς ούτε που διαμαρτυρηθήκατε! Ποιούς ηρωισμούς και φιλοσοφίες και πολιτισμούς, τώρα δεν είστε τίποτα! Σκλάβους θα σας κάνουν και θα σας πηδάνε μέρα-νύχτα! Από πρώτοι γίνατε οι τελευταίοι της γής! Γι αυτό My friend, μη μου ξανακουνηθείς, γιατι θα τα ακούσεις για τα καλά!
- Δε μας ξέρεις καλά φιλαράκο, ψέλλισα, θα επαναστατήσουμε, θα δείς σε λίγο καιρό τι θα γίνει!
Ο Τούρκος χαμογέλασε, μα δε μίλησε. Ηξερε ότι άμα μιλούσε, θα είχε πρόβλημα.
- Πές στους πατριώτες σου πως είπα εγώ πως είστε χοντρομπαλάδες και μαλθακοί κι οτι καλά σας κάνουν! Εγώ πατρίδα πια δεν έχω άλλη απ την Αυστραλία. Εσένα λυπάμαι που σε ξέρω πως στενοχωριέσαι. Και μη κάνεις σχέδια να πάς το καλοκαίρι εκεί. Δε θα βρείς τίποτα. Οι θεοί σας τιμωρούν γιατί δείξατε ασέβεια! Κι εμάς μας τιμωρούν, αλλα πιο πολύ εσάς! Αν δεν αλλάξετε γρήγορα, θα χαθείτε και γρήγορα!
Ημουν έτοιμος να του σπάσω το μαγαζι! Αλλά γρήγορα μου πέρασε, μιας και ο άνθρωπος τι έφταιγε, ίσα ίσα που είναι καλωσυνάτος και ευπρεπής. Ποιός ξέρει τι τον έπιασε και μου τα έσουρε πρωί-πρωί. Δεν τον ρώτησα. Μόνο πήρα τα πράγματα, τον πλήρωσα και του πετάω:
- Εννοια σου Κέβιν, και σε λίγο καιρό θα δείς ποιοί είμαστε!
Ο κινέζος χαμογέλασε και κούνησε το κεφάλι του.
- Have a nice day mate! μου είπε και συνέχισε τη δουλειά του.
Βγήκα έξω απ το μαγαζί και περπάταγα σα χαμένος. Στο τέλος, πετάω τα πράματα στα σκουπίδια μαζί με μια βλαστήμια.
- Αντε ρε γ&@$#@ου κωλο-κινέζε, που θα μας τη πεις κι εσύ, ηλίθιε κιτρινιάρη...
Μα ήξερα το πόσο δίκιο είχε και γι αυτό ο θυμός μου μεγάλωνε. Στο τέλος βούρκωσα απ τα νεύρα μου κι άναψα τσιγάρο μπας και ηρεμήσω, αλλά μπά... Χειρότερος έγινα.
Το πέταξα κι ανέβηκα στο γραφείο, χτυπούσαν και τα τηλέφωνα μανιασμένα, η γυναίκα μου με ρώτησε πού ήμουνα τόση ώρα και πού είναι τα πράματα.
- Τα έφαγα στου Κέβιν, μουρμούρισα. Μού 'ρθε να της πω την αλήθεια, ότι τα πέταξα απ' την οργή μου, μα το μετάνιωσα. Βασικά ήθελα να μ' αφήσει ήσυχο να πενθήσω κι εγώ τη χαμένη μου αξιοπρέπεια.