Όλες οι αναλύσεις για τη διαχείριση του ελληνικού χρέους εστιάζουν ως τώρα στη χρηματοδοτική «τρύπα» των 26,7 δισ. ευρώ το 2012, που έχει μείνει ακάλυπτη από το δάνειο των 110 δισ. ευρώ και σίγουρα οι αγορές θα αρνηθούν να την καλύψουν. Όμως, εκτός από τον... αργό θάνατο, όπου η αγωνία του ασθενούς θα διαρκέσει πολλούς μήνες, η τρόικα ανησυχεί, σύμφωνα με πληροφορίες του “B”, για το ενδεχόμενο ενός «ξαφνικού θανάτου» μέσα στο 2011.
Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι μετά τους «τεχνικούς» ελέγχους που ολοκληρώθηκαν την περασμένη εβδομάδα από τα χαμηλόβαθμα στελέχη της τρόικας διαπιστώθηκε ότι είναι ορατός πλέον ο κίνδυνος να οδηγηθεί η χώρα μέσα στο 2011 σε μια μορφή οικονομικής κατάρρευσης με πολύπλευρες κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες. Όχι αυτή την φορά μέσα από τον τυπικό μηχανισμό μιας στάσης πληρωμών στο χρέος, αλλά μέσα από την αδυναμία χρηματοδότησης των τρεχουσών αναγκών του Δημοσίου.
Σύμφωνα με αυτή την ανάγνωση του πολύπλευρου οικονομικού προβλήματος της Ελλάδας,
- Οι αποκλίσεις στους δημοσιονομικούς στόχους του μνημονίου έχουν ήδη περάσει το όριο του ανεξέλεγκτου. Με την πιο αισιόδοξη εκτίμηση των τεχνοκρατών της τρόικας, οι προβολές που γίνονται για το τέλος του έτους δείχνουν ότι το έλλειμμα θα είναι τουλάχιστον δυο μονάδες (σχεδόν 5 δισ. ευρώ) υψηλότερο από το στόχο, φθάνοντας το 9,4% του ΑΕΠ.
- Η ύφεση εξελίσσεται, σύμφωνα με αδημοσίευτα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής που τέθηκαν υπόψη των ελεγκτών της τρόικας, πολύ χειρότερα από τις αρχικές προβλέψεις και έχει βαθύνει αισθητά το πρώτο τρίμηνο του έτους -είναι χαρακτηριστικό ότι από τον Φεβρουάριο ο δείκτης κύκλου εργασιών στο λιανεμπόριο «βούλιαξε» κατά 9% σε ετήσια βάση. Η επίπτωση στα δημόσια έσοδα είναι άμεση, με τρεις μεγάλες εφορίες της Αττικής να διαπιστώνεται από την τρόικα ότι παρουσιάζουν κολοσσιαία υστέρηση εσόδων από ΦΠΑ το α’ τετράμηνο, η οποία υπερβαίνει το 35%.
- Σε αυτό το περιβάλλον, το μεγάλο ερώτημα που μένει αναπάντητο δεν είναι πλέον αν η Ελλάδα θα επανέλθει στις αγορές το 2012, αλλά αν θα συνεχίσουν να χρηματοδοτούνται ομαλά οι τρέχουσες ανάγκες του Δημοσίου μέσα από εκδόσεις εντόκων γραμματίων. Η συμμετοχή των ξένων επενδυτών στις τελευταίες εκδόσεις εντόκων του ΟΔΔΗΧ μειώνεται συνεχώς και όλο και μεγαλύτερο βάρος μεταφέρεται στις ελληνικές τράπεζες, ενώ τα μηνύματα που έλαβε ο επικεφαλής του Οργανισμού Π. Χριστοδούλου από την τελευταία του επίσκεψη στο Λονδίνο ήταν μάλλον απογοητευτικά.
- Σύμφωνα με το μνημόνιο, η Ελλάδα χρειάζεται να αντλήσει φέτος 11 δισ. ευρώ από εκδόσεις εντόκων, ενώ ο «χρυσός κανόνας» για αυτές τις εκδόσεις είναι ότι το επιτόκιο δεν πρέπει σε οποιαδήποτε περίπτωση να υπερβεί το 5%. Προς το παρόν ο στόχος της κάλυψης των εκδόσεων επιτυγχάνεται -το ίδιο αναμένεται να συμβεί και στη σημερινή δημοπρασία εντόκων 6μηνης διάρκειας-, πάντα με το επιτόκιο να διαμορφώνεται αρκετά κοντά στο «πλαφόν» του 5%.
Το πρόβλημα, όμως, είναι αν αυτό θα συνεχισθεί τους επόμενους μήνες, καθώς η τεράστια υπέρβαση στο έλλειμμα αναπόφευκτα οδηγεί σε αύξηση του στόχου για τον οποίο έχει προετοιμασθεί η αγορά. Αν η άντληση των 11 δισ. ευρώ φαίνεται δύσκολη, τι θα συμβεί άραγε όταν το Δημόσιο υποχρεωθεί, λόγω των μεγαλύτερων από το αναμενόμενο ελλειμμάτων, να ζητήσει 4-5 δισ. ευρώ περισσότερα από την αγορά, δηλαδή κυρίως από τις ελληνικές τράπεζες, που έχουν απομείνει ως τελευταία «γραμμή άμυνας» για την κάλυψη των αναγκών του κράτους;
Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα δεν είναι τόσο απλή όσο ήταν πέρυσι, ή ακόμη και μόλις πριν από λίγους μήνες. Η «λίμνη» ρευστότητας των τραπεζών στερεύει καθημερινά, καθώς οι εκροές καταθέσεων συνεχίζονται με αρκετή ένταση, η ΕΚΤ πιέζει αφόρητα για επιστροφή των δανεικών που έχει προσφέρει, ενώ η «βροχή» υποβαθμίσεων των ελληνικών ομολόγων από τους οίκους αξιολόγησης (χθες ήταν σειρά της S&P, ενώ η Moody’s προειδοποίησε ότι έρχεται η δική της πολύ σύντομα) μπορεί να μην καθιστά τα ελληνικά ομόλογα μη αποδεκτά από την ΕΚΤ για αναχρηματοδότηση, αλλά δεν παύει να προκαλεί συνεχή «κουρέματα» της αξίας των καλυμμάτων, δημιουργώντας νέα πίεση στη ρευστότητα των τραπεζών.
Άλλωστε, η ίδια η έννοια της μείωσης της εξάρτησης των ελληνικών τραπεζών από τις χρηματοδοτήσεις της ΕΚΤ σχετίζεται άμεσα με τη δυνατότητα χρηματοδότησης του Δημοσίου από τις ελληνικές τράπεζες, αφού ως γνωστόν τα έντοκα γραμμάτια καταλήγουν αμέσως μετά την έκδοσή τους και την απορρόφησή τους από τις τράπεζες είτε στην πελατεία τους, είτε στην ΕΚΤ για αναχρηματοδότηση. Όταν η πελατεία απομακρύνεται από τις τράπεζες (εκροή καταθέσεων) και η ΕΚΤ ζητά πίσω ήδη χορηγηθείσες πιστώσεις είναι προφανές ότι στενεύουν επικίνδυνα τα περιθώρια των τραπεζών να απορροφήσουν εκδόσεις εντόκων, πολύ περισσότερο αν αυτές αυξηθούν περισσότερο από όσο έχει προγραμματίσει το σύστημα να απορροφήσει φέτος.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι η τελευταία χρηματοδοτική δυνατότητα που έχει απομείνει στο Ελληνικό Δημόσιο, οι εκδόσεις εντόκων γραμματίων μικρής διάρκειας (3μηνα και 6μηνα, ενώ τα έντοκα ετήσιας διάρκειας παραμένουν άπιαστο όνειρο για τον ΟΔΔΗΧ), μπορεί μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του έτους να εξαντληθεί. Αν το Δημόσιο, όμως, στερηθεί τη δυνατότητα να καλύπτει τρέχουσες ανάγκες με τέτοιες εκδόσεις, η ήδη τετελεσμένη σε σοβαρό βαθμό «εσωτερική στάση πληρωμών» σε βασικές υποχρεώσεις θα πάρει νέα επικίνδυνη διάσταση, δημιουργώντας προβλήματα κάλυψης ακόμη και δαπανών μισθοδοσίας, ή συνταξιοδοτικών δαπανών.
Αυτά τα σενάρια γενικευμένης και πολύ γρήγορης οικονομικής καθίζησης, ως αποτέλεσμα της συνδυασμένης «ασφυξίας» Δημοσίου και τραπεζικού συστήματος, προβληματίζει έντονα την τρόικα και βρίσκεται στο επίκεντρο των συζητήσεων για την πλήρη αναθεώρηση του μνημονίου, σε συνδυασμό με χορήγηση νέου δανείου από το EFSF. Αν δεν βρεθεί μια γρήγορη λύση για την αποκατάσταση στοιχειώδους ομαλότητας, ουδείς μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο καθυστερήσεων ακόμη και στη μισθοδοσία δημοσίων υπαλλήλων ή στις πληρωμές συντάξεων, που θα ανέβαζαν σε επικίνδυνα επίπεδα το επίπεδο δυσφορίας των πολιτών για τις συνθήκες οικονομικής ασφυξίας που βιώνουν, οδηγώντας σε απρόβλεπτες αντιδράσεις.
kostasxan