Ελληνική κρίση: ποιος θα πληρώσει "το μάρμαρο";
του Στέφεν Φίντλερ
Οι σχέσεις τριών από τους βασικούς παράγοντες της επιδεινούμενης κρίσης χρέους της Ελλάδας έχουν βρεθεί σε αδιέξοδο. Ευρισκόμενοι αντιμέτωποι με την ανάγκη να αναλάβουν δράση για να καλύψουν μια «μαύρη τρύπα» στα ελληνικά δημόσια οικονομικά, η «ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα» (ΕΚΤ), το «διεθνές νομισματικό ταμείο» (ΔΝΤ) και η γερμανική κυβέρνηση προτείνουν διαφορετικές προσεγγίσεις, ασύμβατες μεταξύ τους.
«Μιλάμε για την πιο ανεύθυνη δημόσια αντιπαράθεση που θα μπορούσε να διανοηθεί κανείς», σχολιάζει ο Σόνι Καπούρ (Sony Kapoor), ιδρυτής και επικεφαλής της «δεξαμενής σκέψης» των Βρυξελλών «ρε-ντεφάιν».
Η παρτίδα ξεκίνησε ενόψει της δημοσίευσης την επόμενη εβδομάδα μιας έκθεσης αξιολόγησης εκ μέρους της λεγόμενης «τρόικα», των εκπροσώπων δηλαδή του ΔΝΤ, της ΕΚΤ και της «ευρωπαϊκής επιτροπής» (Κομισιόν). Η έκθεση αναμένεται να κρίνει αν το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο, λίγο πριν την χορήγηση στην Ελλάδα της επόμενης δόσης του δανείου, που έχει προγραμματισθεί για τις 29 Ιουνίου.
Δε θα υπήρχε κανένα πρόβλημα αν οι Γερμανοί, Φιλανδοί, Γάλλοι και Ολλανδοί φορολογούμενοι δεν είχαν πρόβλημα να βάλουν, για μια φορά ακόμα, το χέρι στην τσέπη και να βοηθήσουν την Ελλάδα να καλύψει το νέο της «άνοιγμα», που εκτιμάται γύρω στα 60 δις ευρώ για την περίοδο 2012-2013. Αλλά δυστυχώς έχουν! Η γερμανική κυβέρνηση αναζητά ως εκ τούτου άλλους τρόπους να καλυφθεί η ελληνική «μαύρη τρύπα». Προτείνει έτσι να αποδεχθούν οι κάτοχοι των ελληνικών ομολόγων που λήγουν να αναβάλλουν την εξόφλησή τους.
Η γερμανική πρόταση
Αλλά υπάρχουν πολλές αμφιβολίες για το κατά πόσον μια τέτοια εθελούσια παράταση, που αποκαλείται «ήπια αναδιάρθρωση» ή «ανασχεδιασμός» (reprofiling) θα είχε αποτέλεσμα. Αν η διαδικασία είναι πράγματι εθελούσια, αναρωτιέται κανείς γιατί οι επενδυτές, που θεωρούν ούτως ή άλλως πως μια «βίαιη» αναδιάρθρωση -με απώλεια κεφαλαίων- είναι απλά ζήτημα χρόνου, θα αποδέχονταν να μην ξεφορτωθούν τα ελληνικά χρεόγραφα όσο πιο γρήγορα μπορούν. Αν κι η Γερμανία κι η Φιλανδία θα μπορούσαν να τους δώσουν κάποιου είδους πολιτική κάλυψη.
Η αντίδραση της ΕΚΤ
Η πρόταση αυτή εντούτοις απερρίφθη με βιαιότητα από την ΕΚΤ, που απείλησε πως σε τέτοια περίπτωση θα έπαυε να αγοράζει ελληνικά ομόλογα. Πρόκειται για μια εξοντωτική απειλή: αν η ΕΚΤ έπαυε να προμηθεύεται ελληνικά ομόλογα, οι ελληνικές τράπεζες θα ξέμεναν από ρευστότητα, ενώ προβλήματα θα αντιμετώπιζαν κι άλλοι στην ευρωζώνη. Η τραπεζική κρίση στην Ευρώπη θα κλιμακωνόταν απότομα, και θα επιταχυνόταν η (αργή σήμερα) διαφυγή κεφαλαίων από τις ελληνικές τράπεζες.
Παραδόξως, αυτοί πάνω-κάτω είναι οι ίδιοι κίνδυνοι που επικαλούνται οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ όταν εξηγούν γιατί διαφωνούν με την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Ο πρόεδρος της ομοσπονδιακής κεντρικής τράπεζας της Γερμανίας («μπούντεσμπανκ») Γενς Βάιντμαν (Jens Weidmann) δήλωσε την περασμένη εβδομάδα σε μια συνέντευξή του στη «φρανφούρτερ αλγκεμάινε τσάιντουνγκ» (FAZ) πως η ΕΚΤ φοβάται πως ακόμα και μια ήπια αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους θα προκαλούσε επέκταση της κρίσης στις άλλες οικονομίες της ευρωζώνης.
Ο κ. Βάιντμαν διασαφήνισε πως η ΕΚΤ, που προκειμένου να συνεχίσει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα έχει ήδη «χαλαρώσει» τους κανόνες λειτουργίας της στο μη περαιτέρω, δε θέλει να ξεμείνει με το «μουτζούρη» των ελληνικών οικονομικών δυσχερειών στο χέρι. «Μιλώντας γενικά, είναι απαράδεκτο να επωμίζονται οι κεντρικές τράπεζες τις συνέπειες πολιτικών σφαλμάτων στη δημοσιονομική διαχείριση... Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε στη μετατροπή των κρατικών χρεών σε πληθωρισμό... Ο κίνδυνος της αναδιάρθρωσης είναι πως χαλαρώνει η πίεση για διαρθρωτικές αλλαγές στις υπερχρεωμένες χώρες. Κάτι τέτοιο όμως θα έστελνε λάθος μηνύματα στις αγορές και θα υπονόμευε περαιτέρω την εμπιστοσύνη τους στη σταθερότητα των δημοσίων οικονομικών της ευρωζώνης».
Το τελεσίγραφο του ΔΝΤ
Αλλά δεν είναι μόνο η ΕΚΤ που «έπαιξε το κεφάλι της» για την Ελλάδα. Μέχρι τώρα, και το ΔΝΤ επαναλάμβανε πως το ελληνικό δημόσιο χρέος ήταν βιώσιμο, έστω κι αν οι προβλέψεις δείχνουν πως μπορεί να φτάσει ως το τερατώδες 160% του ΑΕΠ της χώρας.
Σύμφωνα με τους Ευρωπαίους επισήμους, ακόμα και πριν την ξαφνική αποχώρηση του Ντομινίκ Στρος-Καν (Dominique Strauss-Kahn) από το προσκήνιο, αναμενόταν πως το ΔΝΤ θα αναγκαζόταν τελικά να εκδώσει για το ζήτημα αυτό ένα τελεσίγραφο προς την Ελλάδα.
Το μήνυμα του ΔΝΤ δημοσιοποιήθηκε τελικά την Πέμπτη (26/5) από τον πρωθυπουργό του Λουξεμβούργου Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ (Jean-Claude Juncker): αν η Ελλάδα δεν παράσχει στο ταμείο επαρκείς εγγυήσεις πως θα αντεπεξέρθει στις υποχρεώσεις της τους επόμενους 12 μήνες, το ΔΝΤ δεν είναι εις θέση να εκταμιεύσει τη συμβολή του στη δόση του δανείου της 29ης Ιουνίου. Χωρίς το ΔΝΤ, το κενό αναγκαστικά θα κληθούν να το καλύψουν τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης. Αλλά αυτό, συνέχισε, θα μπορούσε να είναι πολιτικά προβληματικό για τη Φιλανδία και τη Γερμανία.
Πώς μπορεί να ξεπεραστεί το αδιέξοδο; Οι πολιτικοί αναλυτές και οι επίσημοι στοιχηματίζουν πως θα βρεθεί ένας πολιτικός διακανονισμός της υστάτης στιγμής ώστε να μη μπει σε περιπέτειες η ευρωζώνη στις 29 Ιουνίου, αν και αυτό δεν πρόκειται να επιλύσει ριζικά το δυσεπίλυτο πρόβλημα της διαχείρισης του ελληνικού χρέους.
Πολλοί πιστεύουν πως τελικά θα πληρώσει η ΕΚΤ.
«Κάποιος θα πρέπει να υποχωρήσει. Νομίζω πως τελικά η ΕΚΤ δεν πρόκειται να υλοποιήσει την απειλή της πως θα πάψει να αγοράζει ελληνικά χρεόγραφα. Είναι μια απειλή που δε "στέκει" μιας κι είναι το οικονομικό ισοδύναμο με την εκτόξευση πυρηνικών πυραύλων», υποστηρίζει ο κ. Καπούρ.
Αξίζει να αναρωτιέται κανείς αν η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους θα ήταν πράγματι τόσο καταστροφική επιλογή για την ευρωζώνη, ιδίως αν το χρηματοπιστωτικό της σύστημα βρίσκεται σε καλή κατάσταση. Δεν υπάρχει μεγάλη εμπειρία από αναδιαρθρώσεις χρεών οικονομιών που μετέχουν σε κάποιο κοινό νόμισμα, αν και το πεδίο αυτό δεν είναι εντελώς ανεξερεύνητο. Το ΔΝΤ ήδη εξετάζει τις υπάρχουσες σχετικές εμπειρίες. Σύμφωνα με δύο άτομα που διάβασαν τη σχετική έκθεση, εκτιμάται πως η αναδιάρθρωση του χρέους κρατών σαν την Ακτή Ελεφαντοστού (που χρησιμοποιεί το «φράγκο της κεντρικής Αφρικής») και τη Γρενάδα ή τη Δομίνικα (που χρησιμοποιούν το «δολάριο της Ανατολικής Καραϊβικής», δεν επηρέασαν πολύ τη βιωσιμότητα των αντίστοιχων νομισματικών ενώσεων. Το ΔΝΤ δεν απάντησε σε αίτημά μας να συμβουλευτούμε την συγκεκριμένη έκθεση.
O Stephen Fidler είναι οικονομικός συντάκτης
ΠΗΓΗ