Από τον ΕΥΓΕΝΙΟ ΑΡΑΝΙΤΣΗ
Αλληλεγγύη και μίσος για τους μετανάστες είναι τάσεις που διχάζουν το λαό της Αθήνας, με το διχασμό να παίρνει κεφάλια στο πολεοδομικό κέντρο, όπου οι ακρότητες κλιμακώνονται ταχύτατα.
Αν υπάρχει ωστόσο μια μεγάλη μερίδα του πληθυσμού που αμφιταλαντεύεται στο χείλος αδιευκρίνιστων συναισθημάτων, ανάμεικτων και ρευστών, πάντως δεν αντιπροσωπεύεται στην πολιτική σκηνή, ακόμη δε χειρότερα στον Τύπο. Πολιτική και Τύπος στέκονται μακριά απ' τους πειρασμούς της μετριοπάθειας, αφού αυτή, ως συνήθως, θεωρείται πολυτέλεια. Δίχως ίχνος σοφίας, απαιτείται τάχα να λάβει κανείς ξεκάθαρη θέση υπέρ ή κατά των μεταναστών, για τους οποίους εξάλλου ουδέποτε θα αποφασιστεί, τελεσίδικα, αν είναι τέτοιοι, δηλαδή οικονομικοί μετανάστες, ή πρόσφυγες όπως τους αποκαλούσαν κάποτε, ή αυτοεξόριστοι - δεν είναι καν πλάνητες μια και κατέληξαν μόνιμοι.
Η ΔΥΣΚΟΛΙΑ που παρουσιάζει το εγχείρημα να καλλιεργήσουμε, σαν πολίτες, μιαν άποψη αρκετά σύνθετη ώστε να είναι βαθύτερα ρεαλιστική, όλη αυτή η επιτακτική παρόρμηση να τοποθετηθούμε υπέρ των μεταναστών, αδιακρίτως -λες και αποκλείεται εξ υποθέσεως να υπάρχουν ανάμεσά τους άτομα με ροπή στη βαρβαρότητα, για να μην πούμε και για την κουτοπονηριά πολλών-, ή εναντίον τους, συλλήβδην και πάλι -λες και δεν βρίσκεις σ' αυτούς πάμπολλες περιπτώσεις ατόμων καθ' όλα εξαιρετικών-, η δυσκολία λοιπόν μιας λιγότερο βιαστικής και ανεύθυνης τοποθέτησης ίσως οφείλεται, ανεξαρτήτως του μείγματος αγανάκτησης και συμπάθειας, στο γεγονός ότι οι μετανάστες, είτε το παραδεχόμαστε είτε όχι, αποτελούν ειδικά αυτό: ανθρώπους με τους οποίους ταυτιζόμαστε για τον λόγο ότι είμαστε μετανάστες οι ίδιοι.
ΟΧΙ ακριβώς επειδή υπήρξαμε, μαζί με τους Ιταλούς και τους Ιρλανδούς, μετανάστες στις ΗΠΑ ούτε επειδή είχαμε παλαιότερα μεταναστεύσει στη Γερμανία με μουσική υπόκρουση Καζαντζίδη, αλλά διότι αισθανόμαστε, έστω και αν δεν το γνωρίζουμε, μετανάστες εδώ και τώρα, ξένοι στον τόπο μας, πλήρως αλλοτριωμένοι και θεατές, από μακριά, ενός κόσμου που μοιάζει όλο και πιο ακατανόητος. Είναι εύκολο να πεις ότι νιώθουμε ξένοι στον τόπο μας άπαξ και ο τόπος γέμισε ξένους - στην πραγματικότητα, όμως, είχαμε ήδη νιώσει ξένοι πολύ πριν απ' αυτό, ξένοι προς τους εισαγόμενους τρόπους συμπεριφοράς, ξένοι προς την τερατώδη παντοδυναμία του τηλεοπτικού σκηνικού και, κυρίως, ξένοι απέναντι στην ερημιά που προέκυψε από την κατάρρευση του ορίζοντα των διαπροσωπικών σχέσεων και της θεσμικής και ηθικής διάκρισης μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου.
ΟΙ ΦΑΝΤΑΣΙΩΣΕΙΣ περί πολεμικής «κατοχής» της Ελλάδας από την τρόικα δεν είναι τίποτα μπροστά στην εκμηδενιστική αποξένωση που υιοθετήσαμε από μόνοι μας υπό τη σημαία του αναπτυξιακού αμοραλισμού και της απληστίας, σε συνδυασμό με το κιτς των πολυκαταστημάτων και τη Γιουροβίζιον. Τώρα λατρεύουμε τους μετανάστες, αφού είναι το είδωλό μας στον καθρέφτη, ή τους μισούμε, μια και το είδωλο, διά της εξαθλίωσής του, μας θυμίζει το κατάντημα της εκσυγχρονιστικής μας φιλοδοξίας, κοινωνικής, πολιτικής, πολιτισμικής, επικοινωνιακής και δεν συμμαζεύεται.
enet