Τι συμβαίνει με τα φίδια; Γιατί το αντιμετωπίζουμε περίπου ως ενσάρκωση του κακού; Το δηλητήριό τους, είναι η απλούστερη εξήγηση, τουλάχιστον για όσα φίδια το διαθέτουν. Η άλλη, η βαθύτερη ίσως, έχει σχέση με τη Βίβλο και τους συμβολισμούς της Γένεσης όπου, ως γνωστόν, ο όφις αποτελεί τη μεταμφίεση του Διαβόλου. Οι φυσιογνώστες και οι βιολόγοι δεν έκαναν ποτέ ιδιαίτερη προσπάθεια να άρουν την προκατάληψη γι’ αυτά τα πλάσματα που προκαλούν φόβο και αποστροφή. Ακόμη κι όταν είναι έμβρυα, μέσα στο διάφανο αυγό τους.
Ο Σαίξπηρ, στον «Ιούλιο Καίσαρα», βάζει στον Βρούτο λόγια που δεν αφήνουν παρά μια αντίδραση στη θέα ενός αυγού φιδιού: «Θέλει να βάλει το στέμμα: πώς αυτό μπορεί να του αλλάξει τη φύση, εδώ είν’ το ζήτημα. Η ωραία ημέρα βγάζει έξω την οχιά. Κι αυτό απαιτεί προσεκτικά να περπατάς… Αυτό που είναι, μεγαλώνοντας, θα έφτανε σε τούτες και τούτες τις ακρότητες, γι’ αυτό στοχάσου τον σαν ένα αβγό φιδίσιο, που, σκάζοντας, κατά το είδος του, θα γίνει κακοποιό, και σκότωσέ τον μεσ’ στο τσόφλι».
Ο Βρούτος, βεβαίως, μιλάει για τον Ιούλιο Καίσαρα και επιχειρηματολογεί έτσι υπέρ της δολοφονίας του, επειδή ταυτίζει την υπερσυγκέντρωση εξουσίας με την εκτροπή στη βαρβαρότητα, στον αυταρχισμό, τελικά στο «κακό». Το κίνητρό του υπέρ της συντριβής του αυγού στο τσόφλι του είναι κατά κάποιον τρόπο δημοκρατικό. Και ο Σαίξπηρ μάλλον συμπαρατάσσεται μ’ αυτό του το επιχείρημα. Η εκμαυλιστική λειτουργία της εξουσίας διαπερνά άλλωστε τους περισσότερους ήρωές στις ιστορικές ή μυθικές του τραγωδίες.
Η «παράδοση» του Σαίξπηρ μεταλαμπαδεύτηκε μέχρι τους αιώνες μας, στον 20ό και στον παρόντα, και η φράση «αυγό του φιδιού» ταυτίστηκε με το πιο αποκρουστικό φαινόμενο του Μεσοπολέμου, τον φασισμό. Οφείλουμε στον Ίνγκμαρ Μπέργκμαν τη νέα δημοφιλία αυτής της φυσιοδιφικής μεταφοράς. Στο δικό του «Αυγό του φιδιού» (1977), στη μοναδική ταινία που γύρισε με λεφτά του Χόλιγουντ, και ίσως τη μόνη ανοικτά πολιτική του ταινία, παρακολουθούμε μια εβδομάδα από τη ζωή δύο Αμερικανοεβραίων, του Άμπελ και της Μανουέλα, στο Βερολίνο του 1923. Όλα συμβαίνουν λίγα εικοσιτετράωρα μετά το αποτυχημένο «πραξικόπημα της μπιραρίας» του Χίτλερ, για την ανατροπή της γερμανικής κυβέρνησης. Ο Άμπελ και η Μανουέλα είναι καλλιτέχνες σε τσίρκο και τους συνδέει ο Μαξ, αδελφός του πρώτου, σύζυγος της δεύτερης, που αυτοκτονεί ανεξήγητα. Οι δύο ήρωες περιφέρονται σαν χαμένοι σ’ ένα Βερολίνο που το πλακώνουν η απελπισία, η ανεργία, ο πληθωρισμός, η πείνα. Άνθρωποι το εγκαταλείπουν για την ύπαιθρο, άλλοι ψάχνουν απεγνωσμένα λίγο γάλα για τα μωρά τους, άλλοι σφάζουν τα άλογα των κάρων τους για να φάνε ή να πουλήσουν το κρέας τους. Αυτά είναι τα αποτελέσματα της ήττας και των όρων εξόντωσης που επέβαλαν στη Γερμανία οι νικητές του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Και σ’ αυτό το περιβάλλον της εξαθλίωσης και της κοινωνικής αποσύνθεσης, ο Άμπελ και η Μανουέλα, μαζί με έναν αστυνομικό επιθεωρητή που ερευνά μια σειρά από ανεξήγητες δολοφονίες, μας «ξεναγούν» μέχρι την πύλη της αβύσσου που πρόκειται ν’ ανοίξει τα επόμενα χρόνια. Μας οδηγούν μέχρι τη φωλιά του φιδιού: το «επιστημονικό» εργαστήριο του γιατρού Χανς Βέργκερους, ο οποίος πειραματίζεται χημικά και ψυχολογικά στη μετατροπή της αθωότητας σε ενοχή, του θύματος σε θύτη, του άκακου ανθρώπου σε απόλυτο φονικό όπλο. Σε μια εφιαλτική επίδειξη της «μεγαλοφυΐας» του, ο Ναζί επιστήμονας προβάλλει στον Άμπελ ένα κινηματογραφημένο πείραμά του: Μια τρυφερή και ανυποψίαστη καμαριέρα είναι κλεισμένη σ’ ένα δωμάτιο μ’ ένα μωρό. Το μωρό κλαίει ακατάπαυστα, λόγω μιας φυσαλίδας που έχει τοποθετηθεί στον αναπνευστικό του σωλήνα. Η καμαριέρα στην αρχή προσπαθεί να το ηρεμήσει. Περνούν ώρες, ίσως και μέρες. Κάποια στιγμή το εγκαταλείπει στην τύχη του. Αλλά το ανυπόφορο κλάμα συνεχίζεται. Στο τέλος, σκοτώνει το μωρό. Τόσο απλά. «Δεν χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια να δείτε τις σας περιμένει εκεί, στο μέλλον. Είναι σαν το αβγό του φιδιού. Μέσα από τις λεπτές μεμβράνες του διακρίνεται ήδη το τέλεια διαμορφωμένο ερπετό», λέει θριαμβευτικά ο γιατρός-καρικατούρα του Μένγκελε. Και ο Άμπελ, πειραματόζωο ήδη του γιατρού, απαντά στον αστυνομικό που ερευνά τους ανεξιχνίαστους φόνους – θύματα των Άρειων «φονικών όπλων» του γιατρού, στην πραγματικότητα: «Αύριο η άβυσσος θα ανοίξει και θα εξαφανίσει τα πάντα σε μια τελική καταστροφή. Γιατί, λοιπόν, ν’ ασχοληθείτε με μερικούς ασήμαντους θανάτους;».
Ηχεί ίσως ως κοινοτοπία το να επιχειρεί κανείς να βρει αναλογίες με το σήμερα – τα ιστορικά φαινόμενα, ανάμεσά τους και ο φασισμός, έχουν τις μοναδικότητές τους. Ωστόσο, υπάρχει μια σταθερή, επαναλαμβανόμενη βάση στην προϊούσα εξοικείωση της κοινωνίας με τη φασίζουσα ατζέντα της ξενοφοβίας, του ρατσισμού, της κατασκευής του «εσωτερικού εχθρού». Η Ευρώπη μυρίζει απ’ άκρου εις άκρον φασισμό, ίσως σε μικρές δόσεις ακόμη, αλλά αυτό ίσχυε και για το 1923, δέκα χρόνια πριν ο Χίτλερ ανέβει στην καγκελαρία κι έναν χρόνο αφότου ο Μουσολίνι την έχει ήδη καταλάβει στην Ιταλία, στηριγμένος στη μαζική τρομοκρατία των μελανοχιτώνων. Τώρα, τα αυγά του φιδιού εκκολάπτονται στις πιο ανυποψίαστες φωλιές. Και όχι απαραίτητα μόνο στο κέντρο της Αθήνας όπου η Χρυσή Αυγή εγκαθίδρυσε το άτυπο κράτος της.
Διατρέχοντας την Ευρώπη, από βορρά προς νότο, διακρίνουμε ήδη εκκολαπτήρια φιδιών που αποκτούν όλο και πιο σταθερό κοινωνικό ακροατήριο. Υπάρχει μια ποικιλία ακροατηρίων στα οποία εναλλάσσονται διαφορετικοί βαθμοί ευημερίας ή εξαθλίωσης. Υπάρχει ο «φασισμός των πλουσίων», στον Βορρά, όπου η ρητορική στρέφεται κατά των «ξένων» που θέλουν να περάσουν το κατώφλι των χωρών τους, αλλά και κατά των τεμπέληδων Νότιων, που θέλουν να «ταΐζονται» στο ευρωπαϊκό Πρυτανείο, αποκρυσταλλώνεται ήδη σε πολιτικά μορφώματα εθνικιστικά ή ακροδεξιά με αξιοσημείωτη άνοδο. Υπάρχει και ο «φασισμός των φτωχών», στον ευρωπαϊκό Νότο, όπου η απειλή μιας βίαιης και μαζικής εξαθλίωσης στρωμάτων που συντηρούνταν μέχρι σήμερα σε ένα ανεκτό επίπεδο εκτονώνεται στους «εισβολείς» από την Αφρική και την Ασία. Αυτό που διαφεύγει της προσοχής και των μεν και των δε είναι ότι αυτό που αλλάζει στην πραγματική τους κατάσταση, στην κοινωνική τους καθημερινότητα, ή αυτό που επαπειλείται έχει μια κοινή βάση. Οι ευρωπαϊκές πολιτικές ηγεσίες το έχουν πει ορθά κοφτά: το πάρτι της ευημερίας τελείωσε, οι επόμενες γενιές θα ζήσουν χειρότερα. Κι έχουν πάρει στα χέρια μια βαριοπούλα και κατεδαφίζουν όλο το οικοδόμημα σχετικής ευημερίας, κοινωνικής προστασίας και ασφάλειας της μεταπολεμικής Ευρώπης. Το κοινωνικό κράτος, το ελάχιστο επίπεδο εγγυημένης διαβίωσης αμφισβητείται για όλους. Και για τους Βόρειους -Φινλανδούς, Γερμανούς, Ολλανδούς- και για τους Νότιους – Έλληνες, Πορτογάλους, Ισπανούς. Εκείνο που διαφοροποιείται είναι απλώς ο βαθμός και ο ρυθμός της επιδείνωσης. Η κατανομή της αθλιότητας στην ευρωπαϊκή ενδοχώρα θα γίνει με όρους «δικαιοσύνης». Οι τεμπέληδες και οι αντιπαραγωγικοί, οι διεφθαρμένοι και σπάταλοι του Νότου θα πληρώσουν περισσότερα. Οι πειθαρχημένοι, παραγωγικοί, έντιμοι του Βορρά θα διασώσουν περισσότερα. Αυτό είναι όλο.
Στη ρητορική της «δίκαιης τιμωρίας» που επικρατεί ακόμη και στον επίσημο λόγο τον ευρωπαϊκών ηγεσιών σε κάθε αναφορά τους στη διαχείριση της κρίσης χρέους υπάρχει ένα είδος πειράματος, σαν αυτά που έκανε ο κινηματογραφικός Ναζί γιατρός του Μπέργκμαν ή και οι πραγματικοί, του Χίτλερ. Υπάρχει μια δοκιμασία στα όρια αντοχής, τα ψυχολογικά, τα ιδεολογικά, τα κοινωνικά, τα οικονομικά, ακόμη και τα πολιτικά των κοινωνιών που αναδιαρθρώνονται βίαια, έξω από κάθε συμβατικό πλαίσιο δημοκρατίας, κοινωνικής διαπραγμάτευσης και εθνικής κυριαρχίας. Σαν να πειραματίζονται με εκρηκτικές ύλες, αλλά με μια βεβαιότητα για το πού θα κατευθύνουν τα ωστικά κύματα της έκρηξης, όταν και όποτε συμβεί. Είναι βέβαιοι, φυσικά, ότι δεν θέλουν να τους πάρουν τα σκάγια. Είναι επίσης βέβαιοι ότι δεν θέλουν η έκρηξη να δρομολογήσει συστημικές ανατροπές, κι εκεί κινούνται μάλλον εκ του ασφαλούς, χάρη στις αδύναμες και άναρθρες φωνές υπέρ μιας δίκαιης λύσης. Αλλά, δεν είναι καθόλου βέβαιοι αν απεύχονται μια εκτροπή της κοινωνικής έκρηξης προς τον ολοκληρωτισμό, τον αυταρχισμό, τους Μεσσίες, τους «σωτήρες», τον φασισμό. Σε κάθε περίπτωση το ρισκάρουν.
Έτσι, την ώρα που διαπραγματεύονται την τύχη εκατομμυρίων ανθρώπων ανάμεσα σε τραπεζικά λογιστήρια, dealing rooms και ευρωπαϊκά fora, την ώρα που βυθίζουν τις κοινωνίες όλο και βαθύτερα στην παγίδα του χρέους, της ύφεσης, της παραγωγικής παρακμής και της απελπισίας, την ίδια ώρα μετατοπίζουν βολικά τις γραμμές των αντιθέσεων μέσα στις ίδιες τις κοινωνίες-πειραματόζωα. «Δεν σας φταίμε εμείς, φταίει το κακό DNA σας. Δεν σας φταίμε εμείς, φταίνε οι μελαψοί εισβολείς. Δεν σας φταίμε εμείς, φταίνε οι άλλοι. Ποιοι άλλοι; Βρέστε τους. Πάντα υπάρχει ένας “άλλος” που απειλεί τον ζωτικό σας χώρο».
Εν ολίγοις, οι ηγεμόνες της Ευρώπης κλωσάνε τα αυγά του φιδιού Παίζουν με τη φωτιά, όπως έπαιξαν και πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως έπαιξαν και στον Μεσοπόλεμο, όπως έπαιξαν και με τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο που είναι καταγεγραμμένοι σαν ανθρωπιστικά ολοκαυτώματα, αλλά στο βάθος τους, το οικονομικό τους βάθος, είναι κλασικές περιπτώσεις «αναδιάρθρωσης χρέους» και κατανομής οικονομικής ισχύος
ΚΙΜΠΙ