Ζούμε στιγμές που φαίνονται σαν κακό όνειρο. Σαν κάτι να έσπασε, σαν να τελείωσε ένα ταξίδι, σαν κάτι να μας σπρώχνει σε δρόμους σκοτεινούς και άγνωστους.
«Τα ταμειακά υπόλοιπα της χώρας φτάνουν μέχρι τον Ιούλιο…». Αλήθεια, τα ψυχικά “αποθέματα” και η υπομονή πότε τελειώνουν;
Κάποιοι από μας είχαν την τύχη ή την ατυχία να ζήσουν δυο εποχές, και δεν εννοώ την εποχή της αφθονίας και της κατανάλωσης και την εποχή της έλλειψης και της φτώχειας, αλλά την εποχή της ανάτασης και της δημιουργίας και την εποχή της κοινωνικής και πνευματικής παρακμής.
Τότε μπορεί να υπήρχαν δύσκολες κοινωνικές συνθήκες, αλλά ταυτόχρονα υπήρχε μια μετρημένη και προσεκτική ζωή, με φτώχεια πολλές φορές, αλλά με περηφάνια, ήθος, σεβασμό σε αρχές, με “παραγωγή” πολιτισμού. Ακόμα και μέσα σ’ αυτές τις δύσκολες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες και με μια μερίδα της κοινωνίας με τη «στάμπα» του ηττημένου και του μιάσματος, υπήρχε δημιουργία, αλληλεγγύη, ελπίδα. Υπήρχαν τότε ο Γλέζος, ο Σάντας, ο Τσιτσάνης, ο Βαμβακάρης, ο Βάρναλης, ο Ρίτσος, ο Ελύτης, ο Σεφέρης, ο Αναγνωστάκης, ο Εμπειρίκος, ο Θεοδωράκης, ο Χατζιδάκης, ο Λαμπράκης, ο Παπανούτσος, πολιτικοί που έβγαιναν από την πολιτική φτωχότεροι, Έλληνες που μεγαλουργούσαν στις Τέχνες και τα Γράμματα στην Ελλάδα και διεθνώς. Ο απλός άνθρωπος τραγουδούσε τη φτώχεια και τα βάσανα του με τους “Μοιραίους” και είχε μια ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά του.
Η ελπίδα αυτή είχε μια βάση, “να μάθουν τα παιδιά γράμματα”, “γράμματα” χωρίς όρους και προϋποθέσεις, όχι για να “βγάλουν λεφτά”, αλλά για να γίνουν καλύτεροι άνθρωποι. Η κοινωνία προχωρούσε με συγκρούσεις, πολλές φορές σκληρές και μετωπικές, με αγώνες για κοινωνική, πολιτιστική ανάπτυξη και δικαιοσύνη. Προχωρούσε και ήλπιζε.
Τώρα το αδιέξοδο και η παρακμή, οικονομική, πολιτική, κοινωνική. Σκοτεινό μέλλον, εικόνα σκληρή και τρομακτική με το βαρύ πέπλο της χρεωκοπίας. Οι αγορές απρόσωπες και πανίσχυρες, στην ουσία κυβερνούν αντικαθιστώντας τα πολιτικά συστήματα. Πίσω από τους εφιαλτικούς αριθμούς, οι άνθρωποι ανίσχυροι, απαισιόδοξοι, τρομοκρατημένοι, φοβικοί. Η βία πρωτόγνωρη. Θεός το χρήμα. Όλο και πιο κοντά στην απομόνωση και φόβο. Η έννοια του δικαίου υποχωρεί. Η υπο-κουλτούρα επικρατεί (βλέπε τη θλιβερή Eurovision), με ελάχιστες εξαιρέσεις που κάνουν τη ζοφερή πραγματικότητα ακόμα πιο απογοητευτική.
Οι νέοι (και μάλιστα οι άριστοι) μεταναστεύουν μαζικά, όχι μόνο για να σπουδάσουν αλλά και για να δουλέψουν. Πυλώνες της κοινωνίας, όπως πχ. η εκπαίδευση, δέχονται συχνά κακόβουλες επιθέσεις με σκοπιμότητες (πολιτικές, οικονομικές), χωρίς να αναγνωρίζεται τίποτα θετικό (δεν υποστηρίζω ότι δεν έχουν γίνει και εκεί σοβαρά λάθη). Ευθύνες για την οριακή αυτή κατάσταση έχουν διαγνωσθεί (αλλά δεν έχουν αποδοθεί), χωρίς αυτό να μπορεί να γυρίσει τα πράγματα πίσω.
Πολλοί λένε ότι πρέπει να τελειώνουμε πια με τις διαπιστώσεις και να μιλήσουμε για το μέλλον, αν αυτό το σκοτεινό μέλλον έχουμε το θάρρος και τη δύναμη να το αντικρύσουμε. Λένε «οι διανοούμενοι δεν μιλούν, πρέπει επιτέλους να μιλήσουν». Ποιος, όμως, είναι διατεθειμένος να τους ακούσει;
Ο σημαντικός Έλληνας στοχαστής καθηγητής Κ. Τσουκαλάς απαντά, όταν ερωτάται αν είναι απαισιόδοξος σήμερα:
“… Εκείνο που με διακατέχει είναι ένα είδος κριτικής απαισιοδοξίας. Το αντίδοτό της είναι μόνον ένα: η πεποίθηση ότι η ιστορία δεν τελειώνει ποτέ· η πεποίθηση ότι τα πράγματα πάντα ανοίγονται προς κατευθύνσεις τις οποίες κανείς δεν μπορεί να φανταστεί. Και κυρίως η πεποίθηση ότι δεν είναι δυνατόν να κυριαρχεί ένα σύστημα, το οποίο τελικά καταλήγει να συνιστά ύβρι έναντι όλων των αξιακών προδιαγραφών του νεωτερικού ευρωπαϊκού πολιτισμού και του Διαφωτισμού. Δεν είναι δυνατόν, λοιπόν, αυτή η ύβρις να επικρατεί επ’ άπειρον. Θα υπάρξει και νέμεσις…”
και συνεχίζει μιλώντας για πιθανή διέξοδο:
“…Η μόνη διέξοδος, η οποία είναι δυνατόν να έρθει, είναι εκείνη η οποία θα στηριχθεί στην απόγνωση. Εκείνη η διέξοδος που θα βγει από την απόγνωση. Κάπου λέει ο Γκαίτε ότι μόνο για χάρη των απελπισμένων μπορεί να ελπίζουμε, άλλο εννοούσε βέβαια εκείνος. Αλλά εδώ φτάσαμε σε ένα σημείο όπου με τον κατακερματισμό και τη διάλυση της ελπίδας, της μαζικής ελπίδας των οργανωμένων στρωμάτων που διεκδικούν μία καλύτερη ζωή, είναι εξαιρετικά δύσκολο να σκεφτεί κανείς τι μπορεί να ανατρέψει τον ρου των πραγμάτων..”.
Δυστυχώς η απόγνωση έρχεται.
Πώς είναι δυνατόν η απόγνωση αυτή να γίνει δημιουργία και νέο ξεκίνημα; Είμαστε έτοιμοι από τη μια να αναγνωρίσουμε ειλικρινά τα λάθη μας και από την άλλη να υπερασπισθούμε σθεναρά ό,τι θετικό έχουμε επιτύχει, χωρίς σύνδρομα κατωτερότητας και ανωτερότητας; Είναι έτοιμοι οι νέοι σήμερα, μαθαίνοντας από τα λάθη τα δικά μας, να δημιουργήσουν τη νέα δημιουργική πρωτοπορία χτίζοντας τη νέα ελπίδα, δημιουργώντας μια νέα κοινωνία; Ακόμα, μπορούμε να ελπίζουμε σε μια νέα Ευρώπη, όπου δεν θα είναι τα πάντα “αγορές” και spreads;
Ίσως το Τότε μας βοηθήσει για να αντιμετωπίσουμε το Τώρα και να ελπίσουμε για το Μετά… Πάντως, δυνάμεις έχουμε (στην Ελλάδα και στον κόσμο), φτάνει να αφυπνιστούν.
* Ο Σταύρος Κουμπιάς είναι καθηγητής στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών & Τεχνολογίας Υπολογιστών του Πανεπιστημίου Πατρών και πρώην Πρύτανης.