Πολλές είναι οι συζητήσεις και οι αναλύσεις για τις πρωτοφανείς για τα Ελληνικά, αλλά και για τα παγκόσμια δεδομένα συγκεντρώσεις των “αγανακτισμένων” ή “θυμωμένων” πολιτών στις πλατείες των Ευρωπαϊκών και όχι μόνο πόλεων.Αναλύσεις, ρηχές, που ξεκινούν και τελειώνουν συνήθως με χαρακτηρισμούς ανάλογους με την πολιτική σκοπιά από την οποία γίνονται και φυσικά καλουπωμένες μέσα στην κομματική ή “οργανωτική” άποψη και θέση. Στην ουσία οι χαρακτηρισμοί παρ ότι ποικίλουν τόσο πολύ μεταξύ τους ανάλογα με την προσέγγιση, από τα “απολιτίκ μόδα του facebook”, “παραπλάνηση της λαϊκής μάζας”, “αστικό παρτάκι”, “προεξεγερτική ζήμωση” “επανάσταση”, στα “ειρηνική δύναμη”, “Μάης της Ευρώπης”, “βελούδινη αντίδραση της σιωπηλής πλειοψηφίας”, “αίτημα για δικαιοσύνη και δημοκρατία” και στα “εθνική εξέγερση”, “Ελληνική παλιγγενεσία”, είναι μια ασύλληπτη μπουρδολογία. Μια αμήχανη επίδειξη δυσκοίλιας αντίδρασης απέναντι σε κάτι που έχει αδιαμφισβήτητα όλα τα γενικά χαρακτηριστικά για να αναγνωριστεί σαν ένα κοινωνικό φαινόμενο “εν τω γεννάσθαι” του.
Από τους “ιδεολόγους” της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς που έβλεπαν παραισθήσεις για νέους “Δεκέμβρηδες”, στους ασυνάρτητους διανοητές των “φραπέ” συνιστωσών που τραμπαλίζουν μεταξύ πολιτικά ορθού και εξέγερσης, στους ιδεοληπτικούς δεινόσαυρους της παραδοσιακής αριστεράς που δεν αντιλαμβάνονται τη μάζα χωρίς καθοδήγηση, στους Δημοκρατικοδίαιτους υπουργούς, βουλευτές και ημέτερους εργατοπατέρες των “κομμάτων εξουσίας” που βολευόντουσαν στην αέναη εναλλαγή εξουσίας του δικομματισμού και έβλεπαν μια ανώδυνη εκτόνωση, μέχρι τον χώρο των ναζιστών, των ρατσιστών και των νεοεθνικιστών νοσταλγών της χούντας που έβλεπαν την ευκαιρία να κάνουν ένα γαλανόλευκο πανί σάβανο για τη δημοκρατία, όλοι έβαλαν ταμπέλες και χαρακτηρισμούς, αλλά ταυτόχρονα κανείς σχεδόν δεν αντιμετώπισε το θέμα ως κοινωνικό φαινόμενο. Αντίθετα η λέξη φαινόμενο απουσιάζει συστηματικά από κάθε “ανάλυση”.
Οι λόγοι είναι προφανής, αυτό που συνέβη είχε τη μαζικότητα, την δυναμική, την αποφασιστικότητα και την προοπτική που κάθε φιλόδοξος ποδηγέτης θα επιθυμούσε, όμως δεν τους περιελάμβανε και κυρίως δεν τους επιθυμούσε εξ αρχής και τους αποστρεφόταν. Παρά ήταν αυθόρμητο και γρήγορο για να προλάβουν να κάτσουν στην κατάλληλη καρέκλα, δεν είχε καν καρέκλα, δεν είχε οργανωτικές δομές πυραμίδας ώστε να κάτσουν στην κορυφή ή έστω να προσπαθήσουν να “διεισδύσουν από κάτω”. Η αμηχανία μεγάλωσε όταν όλες οι πιθανές πολιτικές ομάδες, συνειδητοποίησαν ότι ο “κοσμάκης” που τους εξορίζει ακόμη και από την “αγανάκτηση”, είναι “πρώην δικός τους”, δηλαδή προφανώς κάπου άνηκε πριν και στρατεύονταν πολιτικά, ακόμη και κομματικά και τώρα αμφισβητεί το σύνολο της πολιτικής, το σύνολο των ηγεσιών. Οι εκατοντάδες χιλιάδες που “αγανακτούν” δεν είναι παρθενογεννημένοι, είναι οι ίδιοι πολίτες που πριν μερικά χρόνια προσπαθούσαν να εκφραστούν μέσα από το κατεστημένο πολιτικό σύστημα, ψήφιζαν και “πίστευαν” σε πολύχρωμες καρικατούρες ιδεολογιών ή φλέρταραν με εξωκοινοβουλευτικές οργανώσεις. Αμήχανα προσπάθησαν οι καρεκλοκένταυροι αντί για άμεση αυτοκριτική να αποδώσουν το φαινόμενο στην τεχνολογία, η οποία ναι μεν έπαιξε το ρόλο της, ως πρός την ταχύτητα της διάδοσης, αλλά η οποία δουλεύει και αντίστροφα διότι με την ίδια ταχύτητα διαδίδεται και η προπαγάνδα τους. Είναι τόσο αστείο το επιχείρημα, όσο το να αποδώσεις την επανάσταση του 1917 στην εφεύρεση του ραδιοφώνου ή του τηλεφώνου ή του πολύγραφου. Και είναι επίσης το λιγότερο κυνικό να υποκρίνεσαι πως η τεχνολογία αυτή είναι χρήσιμη και αποδοτική στο να αγοράζονται και να πουλιούνται χώρες με μερικά “κλίκ”, αλλά να μην έχει εφαρμογή στη ίδια την δημοκρατία. Τουναντίον οι πολίτες γνωρίζουν πολύ καλά και εμπειρικά πως θα ήταν απόλυτα εφικτή μια “αμεσοδημοκρατική” διακυβέρνηση με τη χρήση της τεχνολογίας και το απέδειξαν γιατί χρησιμοποίησαν τα απλά τεχνολογικά μέσα που αποτελούν την καθημερινότητά τους, όπως τα κινητά τηλέφωνα και το διαδίκτυο για να αυτοοργανωθούν.
Αποφεύγουν λοιπόν να αναφέρονται οι κομματισμένοι και “μεγαλοσυνδικαλισμένοι” σε ότι συμβαίνει με τη λέξη “κοινωνικό φαινόμενο” γιατί αντίθετα από τους ποδηγετικούς ή απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς που φοριούνται εύκολα “καπέλο”, το ίδιο το “φαινόμενο” δεν τους περιλαμβάνει, εξελίσσεται χωρίς αυτούς και μέχρι να περάσει από την δυναμική και απρόβλεπτη εξέλιξη του σε μια στατική πολιτική ισορροπία, είναι αδύνατος ο έλεγχος και ο χειρισμός του. Οποιαδήποτε παρέμβαση, από την τέλεια αποχή ως την προσπάθεια καπελώματος, από το παρακρατικό προβοκάρισμα μέχρι την “ιδεολογική απαξίωση” θα έχει αυτή τη στιγμή χαοτικό αποτέλεσμα και αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά ακόμη και οι ποιο αδαής πολιτικάντηδες. Γιατί τα κοινωνικά φαινόμενα που γεννιούνται “ανακλαστικά”, μετά από μεγάλες καταπιέσεις και μέσα σε ένα πολιτικό κλίμα πλήρους παρακμής και διαφθοράς έχουν πολλούς βαθμούς ελευθερίας και σχεδόν καμία σταθερά, αφού πρακτικά στην αστική τουλάχιστον δημοκρατία η σταθερά αυτή είναι η στοιχειώδης εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας των “μέσων ανθρώπων” στις “ηγεσίες” ή έστω στους “θεσμούς”. Με ένα μαγικό λοιπόν τρόπο όλοι όσοι μετέχουν οποιασδήποτε “εξουσίας”, σε όλο το πολιτικό φάσμα ταυτίζονται ως προς την αντίδραση είτε με χαρακτηρισμούς “απαξίωσης”, είτε με χαρακτηρισμούς “προσέγγισης”, κανείς σχεδόν όμως δεν παραδέχεται την αλήθεια, ότι πρόκειται δηλαδή για ένα κοινωνικό φαινόμενο που προσωρινά δείχνει να τους γυρίζει την πλάτη.
Το φαινόμενο είναι μια απάντηση, η αντίδραση στη δράση ή η δράση στην αντίδραση, κοινώς είναι η φυσική απάντηση, ο φυσικός νόμος που ισχύει παγκόσμια και παντού στο σύμπαν. Η κοινωνία είναι και αυτή ένα φυσικό σύστημα που διαταράχθηκε πολύ βίαια τα τελευταία 10 χρόνια και βγήκε εκτός ισορροπίας και επίσης πέρασε οριστικά από την βιομηχανική εποχή στην, εποχή της πληροφορίας. Αυτή τη στιγμή το φαινόμενο αποτελεί την ενστικτώδη αντίδραση του κοινωνικού υποσυνείδητου, την άμεση αντίδραση του ενστίκτου της επιβίωσης που είναι γενετικά καταγεγραμμένο μέσα σε κάθε μορφή ζωής στον πλανήτη μας.
Οι πολίτες που νιώθουν να εξοντώνονται μεθοδικά και αναίτια μέσα από την υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου τους, την εξαθλίωση, την υποθήκευση του μέλλοντος των παιδιών τους από μια μειοψηφία νεοφεουδαρχών, απαίτησαν από την “δημοκρατία” και τους “θεσμούς” να αποτραπεί αυτό και στη συνέχεια μετά την παρατεταμένη συστηματική και εξόφθαλμη κατάχρηση της “λαϊκής εντολής”, απαίτησαν την τιμωρία των υπευθύνων, εξαντλώντας την εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα. Το πολιτικό σύστημα ταυτίστηκε και ταυτοποιήθηκε με τις τράπεζες και οι πολικοί ως έμμισθοι υπάλληλοι τους, η “δημοκρατία” ταυτίστηκε με το διοικητικό συμβούλιο μια πολυεθνικής. Οι πολίτες αναγνώρισαν τον παραλογισμό του να ζουν σε μια “δημοκρατία” όπου οι πολλοί δεν έχουν δικαίωμα απόφασης και αφού δεν μπόρεσε το πολιτικό σύστημα να απαντήσει έγκαιρα παρασυρόμενο από την καπιταλιστική απληστία του, γεννήθηκε το φαινόμενο, η απάντηση στη δράση, η φυσική αντίδραση. Δεν είναι τυχαίο πως ένα από τα λίγα εμφανή χαρακτηριστικά του φαινόμενου είναι η αυθόρμητη “αίτηση” για αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες που εκδηλώνεται πανευρωπαϊκά. Δεν είναι απλά η πρόθεση για μια “λίγο βελτιωμένη δημοκρατία”, είναι η αγωνία για ένα νέο είδος δημοκρατίας με στοιχεία λαοκρατίας, αυτοοργάνωσης, κοινωνικού ελέγχου δικαιοσύνης και πραγματικά ίσων ευκαιριών. Πίσω από την οργή υπάρχει το αίτημα της κοινής λογικής στο οποίο κωφεύει συστηματικά και επί χρόνια όλη η “αστική δημοκρατία” : Είμαστε οι πολλοί γιατί δεν αποφασίζουμε εμείς για μας ; Τι σκατά δημοκρατία είναι αυτό ; Μπορώ να αποφασίσω άμεσα σε εκατοστά του δευτερολέπτου για το τραγούδι της γιουροβίζιον πατώντας ένα πλήκτρο, μπορεί η τράπεζα να με εξοντώσει άμεσα με ένα κλίκ, φακελώνομαι από κάθε εταιρία και κρατική υπηρεσία με ένα πληροφορικό σύστημα, μπορώ να επικοινωνήσω με εκατομμύρια σε ένα μπλόγκ για να βρω τις οδηγίες χρήσης του σεσουάρ μου, αλλά δεν μπορώ να αποφασίσω με το ίδιο τρόπο και τα ίδια μέσα για το μέλλον της κοινωνίας μου και το μέλλον των παιδιών μου; Και στην κοινή αυτή λογική το “σύστημα” δεν έχει τίποτα για να αντιπαρατεθεί πλέον παρά το ψέλλισμα μιας “αντικέ” προπαγάνδας από τα κατά τα άλλα διαφημιζόμενα ως “διαδραστικά” ΜΜΕ περί της ανάγκης για “αντιπροσώπευση” και τις κλασικής και βολικής άποψης για την αναγκαιότητα να αποφασίζουν οι “ειδικοί”. Το φαινόμενο λοιπόν απαντάει αυθόρμητα, όπως απάντησε κάθε φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας όταν τελείωνε η κοινωνική χρησιμότητα και η κοινωνική αποδοχή των συστημάτων, κάθε φορά που η ισορροπία είχε μεγάλες εκτροπές και η διαφθορά ήταν καθολική και κάθε φορά που η εξέλιξη άλλαζε τους κανόνες.
Μόνο οι πολιτικοί, οι εκμεταλλευτές, οι δυνάστες, οι κάστες, τα λόμπι και οι πάσης φύσεως εξουσιαστές απατούν γιατί δεν υπάρχει κέρδος χωρίς απάτη. Τα φαινόμενα αυτού του είδους απαντούν αυθόρμητα στην αντικοινωνική ιδιοτέλεια των ολίγων, έτσι λειτουργεί η φύση, δράση – αντίδραση. Ευτυχώς !
Μέχρι λοιπόν το φαινόμενο να πάρει την μορφή μιας σταθερής πρότασης και να γίνει κάποια στιγμή μέρος της μέσης κοινωνικής πραγματικότητας, ίσως και “σύστημα”, ας μην το σνομπάρουμε με τον ματαιόδοξο “ελιτισμό” που τα θέλει όλα αναλυμένα με τις θεωρίες που έχουμε επιλέξει εμείς για το μικρόκοσμό μας και αν δε θέλουμε να συμμετάσχουμε ας το αφήσουμε να εξελιχθεί. Όποιος θέλει να παρέμβει, να ζυμωθεί στο όμορφο χάος της ανομοιομορφίας που έχει τώρα στο ξεκίνημα του το φαινόμενο, να δοκιμάσει την θεωρία του, ας περιπλανηθεί, ας συναναστραφεί και ας προσφέρει ότι νιώθει και ότι μπορεί.
Άν έχεις ερωτήσεις γιατί η ζωή σου κατάντησε έτσι μην ζητάς από αυτούς που σε χρησιμοποίησαν να σου δώσουν τη λύση. Αυτοί γνωρίζεις καλά πως σε εξαπατούν, δοκίμασε αλλού.
Τα φαινόμενα απαντούν, άρχισε να ρωτάς …….
Mind the Gap
ΠΗΓΗ