Κλάψε, παλιάτσο...
Η ελληνική κρίση και οι στρουθοκάµηλοι στη Βουλή και στην πλατεία
Για να παραφράσουμε τη γνωστή ρήση του Εγκελς (που αντέγραψε ο Μαρξ), στην Ελλάδα η Ιστορία επαναλαμβάνεται σαν φαρσοκωμωδία. Διότι μόνο ως φαρσοκωμωδία μπορεί να χαρακτηριστεί αυτό που διαδραματίζεται αυτές τις ημέρες στην Πλατεία Συντάγματος ένθεν κακείθεν. Σ' αυτή τη φαρσοκωμωδία έχουμε τουλάχιστον δύο σκηνές: τη σκηνή στο παλκοσένικο και τη σκηνή στον δρόμο. Ομως παίζεται το ίδιο έργο και μάλιστα της ίδιας τεχνοτροπίας. Διότι και τα δύο έργα που βλέπουμε αποτελούν χαρακτηριστικά δείγματα Κομέντια ντελ' Αρτε: έχουμε μασκαράδες που αυτοσχεδιάζουν, προδοσίες και απελπισία ταυτόχρονα με κω΅ικοτραγικά στιγμιότυπα, γελοίους χαρακτήρες και φυσικά πονηρούς υπηρέτες που είναι έτοιμοι να χρησιμοποιήσουν κάθε είδους δολοπλοκία για να πετύχουν τους σκοπούς τους.
Το υποτυπώδες σενάριο είναι το ίδιο: οι ηθοποιοί στο παλκοσένικο έχουν κάνει τη ζημιά και τώρα παριστάνουν ότι δεν έχουν καμία ευθύνη, οι ηθοποιοί στον δρόμο που συμμετείχαν ως ηθικοί αυτουργοί και ταυτόχρονα συνεργοί σ' αυτή τη ζημιά, παριστάνουν τώρα και αυτοί ότι δεν είχανε ποτέ καμία ευθύνη - ούτε καν γνώριζαν. Εχουν κρυφτεί και οι δύο κάτω από το τραπέζι και επειδή δεν τους χωράει μαζί, σπρώχνει ο ένας για να διώξει τον άλλον. Συνήθως οι σκηνές αυτές γίνονται ακόμα πιο κωμικές όταν οι χαρακτήρες τους νομίζουν ότι πρωταγωνιστούν σε τραγωδία. Μετατρέπονται όμως σε σουρεαλιστικές όταν απέναντι από τη μία σκηνή δεν υπάρχουν θεατές αλλά η άλλη σκηνή. Ο αντικατοπτρισμός που δημιουργείται τυφλώνει τους πάντες.
Αυτό το θέατρο εν θεάτρω μπορεί να αρχίζει σαν φαρσοκωμωδία με παλιάτσους, αρλεκίνους και κολομπίνες, μπορεί όμως να καταλήξει με τον τραγικό τρόπο που καταλήγει η όπερα «Παλιάτσοι» του Ρουτζέρο Λεονκαβάλο (την ξαναείδαμε στο Ηρώδειο από τη Λυρική Σκηνή, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών). Ο Παλιάτσος πριν εγκληματήσει έχει χάσει την ικανότητα να διακρίνει την πραγματικότητα από τη φαντασία. Περιφέρεται ζαλισμένος στη σκηνή μην ξέροντας τι να κάνει, ποιος είναι ο ένοχος, πώς θα τον βρει και με τι τρόπο θα τον τιμωρήσει. Είναι ταυτόχρονα τραγικός και γελοίος. Είναι τραγικός γιατί τον πρόδωσαν, είναι γελοίος γιατί δεν καταλαβαίνει ότι κι αυτός είναι υπεύθυνος για την τραγική κατάληξη. Ο Παλιάτσος, όπως και οι «Αγανακτισμένοι» εντός και εκτός Βουλής, πάσχουν από αυτό που οι ψυχολόγοι ονομάζουν «γνωστική ασυμφωνία» (cognitive dissonance), δηλαδή την τάση που όλοι έχουμε, λίγο - πολύ, να σφραγίζουμε τα μάτια μας και τα αυτιά μας για να μην ακούσουμε κάτι που θα διαψεύσει την όμορφη εικόνα που έχουμε πλάσει για τον εαυτό μας.
Οταν η αντιπαράθεση αυτών που πιστεύουμε με αυτά που η εμπειρική πραγματικότητα μας υποχρεώνει να δεχτούμε, δημιουργεί δύο γνωστικά αντιφατικούς κόσμους (τον κόσμο της ειδυλλιακής φαντασίας και τον κόσμο της σκληρής πραγματικότητας), πολύ συχνά, αντί να προσαρμόσουμε τη συμπεριφορά μας στην πραγματικότητα, προτιμούμε να προσαρμόσουμε την εικόνα μας για την πραγματικότητα στην ψευδή εικόνα του εαυτού μας. Χώνουμε το κεφάλι μας στο χώμα, σαν τη στρουθοκάμηλο και ελπίζουμε ότι έτσι η πραγματικότητα ίσως να πάψει να υπάρχει.
Αλλά στην περίπτωσή μας αναπαράγεται και μία άλλη κλασική σκηνή του κωμικού θεάτρου: ο πρωταγωνιστής κοιμάται και βλέπει ένα ωραίο όνειρο γεμάτο έρωτες και ηρωισμούς αλλά όταν τον ξυπνάνε, ενώ αγανακτεί που τον ενόχλησαν, συνεχίζει να ονειρεύεται. Σ' αυτήν τη θέση μεταξύ ύπνου και ξύπνου μπορεί να δει κανείς τα πιο ζωηρά όνειρα. Μπορεί να νομίσει ότι διαβουλεύεται στην Αθήνα του Περικλή ή φυλάει τις Θερμοπύλες με τον Λεωνίδα, μπορεί να πιστέψει ότι ανατινάζει τους Γερμανούς στον Γοργοπόταμο ή ότι διαδηλώνει στα Ιουλιανά ενάντια στο βασιλικό πραξικόπημα με το δικαίωμα που του δίνει το άρθρο 114.
Αυτό όμως που είναι τραγικό και συνάμα γελοίο στην υπόθεσή μας είναι ότι οι πρωταγωνιστές και στις δύο σκηνές είναι τα ίδια πρόσωπα που παίζουν τον ίδιο ρόλο με άλλα ρούχα, ελπίζοντας να μη διαπιστωθεί η ομοιότητα. Αυτοί που βγάζουν αποφάσεις στην «παραεκκλησία του δήμου» δεν είναι άγνωστοι, δεν έχουν προκύψει από παρθενογένεση, δεν χρησιμοποιούν καν διαφορετικές μεθόδους ή έχουν άλλους στόχους. Οι άλλοι που εργάζονται στο παλκοσένικο, οι επαγγελματίες ηθοποιοί, δεν είναι θίασος που μας επισκέπτεται, δεν είναι άγνωστοι οι πρωταγωνιστές του. Εχουμε πληρώσει το εισιτήριο για να τους δούμε. Τώρα βέβαια θέλουμε τα λεφτά μας πίσω γιατί δεν μας αρέσει το τέλος. Αλλά έπρεπε να το προβλέψουμε όταν γράφαμε μαζί τους το σενάριο.