Οι συνεχιζόμενες και εντεινόμενες κινητοποιήσεις στους δρόμους και τις πλατείες δεκάδων ελληνικών πόλεων τις τελευταίες μέρες έρχονται να διαρρήξουν σ’ ένα βαθμό την καθημερινότητα της απάθειας, της αμηχανίας, του φόβου, της ηττοπάθειας. Εάν ο πολιτικός χρόνος συμπυκνωνόταν τόσο καιρό από τις καταιγιστικές εξελίξεις που σχετίζονταν με τον κλυδωνισμό του πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου και τις νεοφιλελεύθερες απαντήσεις που αυτό αφειδώς προσφέρει, φαίνεται ότι η σκυτάλη έχει αρχίσει να περνάει πλέον στα χέρια των απλών ανθρώπων. Επιτέλους, οι πολιτικές διεργασίες αρχίζουν να τροφοδοτούνται από τα κάτω, από όσους ανθρώπους νιώθουν αποξενωμένοι και περιθωριοποιημένοι από την ετερονομία και την απάθεια της σημερινής κοινωνίας.
Οι όποιες επιφυλάξεις αναφορικά με την ασάφεια του πολιτικού περιεχομένου και οι ενστάσεις για την ετερόκλητη ιδεολογική σύνθεση των διαδηλωτών δεν μπορούν να επισκιάσουν το γεγονός ότι ένα σημαντικό κομμάτι ανθρώπων προσπαθεί να πάρει τη ζωή στα χέρια του, αγωνίζεται αυτόνομα και ακηδεμόνευτα και προσπαθεί να οικοδομήσει κάτι καινούριο, κάτι καλύτερο. Μέσω των πολυπληθών λαϊκών συνελεύσεων και των ανοιχτών συλλογικών διαδικασιών δημιουργούνται κάποιοι θύλακες δημοκρατικής ζωής μέσα σε μια κοινωνία συνηθισμένη στην ανάθεση και την πολιτική αλλοτρίωση. Ο καινούριος δημόσιος χώρος που ανοίγεται, προσφέρεται να καλύψει την -καταπιεσμένη έως τώρα- ανάγκη των πολιτών για άμεση έκφραση της γνώμης τους, ισότιμη συμμετοχή, καθημερινή δημιουργία πολιτικής. Τα ψηφίσματα χιλιάδων ανθρώπων από τις πλατείες είναι ξεκάθαρα: «Άμεση Δημοκρατία τώρα!». Ο πολιτικός λόγος, τα ερωτήματα και οι προτάσεις που ακούγονται δείχνουν ασφαλώς ένα βάθος και μια ριζοσπαστικότητα σε σχέση με τις αντίστοιχες συνελεύσεις στις ισπανικές πόλεις, όπου η κριτική μοιάζει πιο πολύ προσανατολισμένη στη βελτίωση των ήδη υπαρχόντων θεσμών και πολιτικών δομών. Είναι ίσως η πρώτη φορά που τίθεται ως πρόταση ευθέως ένα άλλο πολιτικό πρόταγμα που επιδιώκει να αντικαταστήσει το απαξιωμένο και ολιγαρχικό αντιπροσωπευτικό σύστημα.
Η εναλλακτική προοπτική αυτής της κινητοποίησης δε δείχνει να αρκείται στην αυτοοργάνωση και τον αμεσοδημοκρατικό τρόπο λήψης των αποφάσεων. Οι ομιλίες και τα κείμενα δείχνουν κάποια σημάδια μιας -σχηματιζόμενης μέρα με τη μέρα- συνολικότερης ρήξης με τους βασικούς θεσμούς και τις αξίες της σύγχρονης κοινωνίας, μια αμφισβήτηση τόσο του επιβαλλόμενου νεοφιλελεύθερου μοντέλου ζωής όσο και του γενικότερου κομφορμισμού, του καταναλωτισμού και της απάθειας που αυτοί γεννούν. Θα ήταν υπερβολικό να πούμε ότι οι παραπάνω απόψεις αγκαλιάζονται από το μεγαλύτερο κομμάτι των διαδηλωτών, από τη στιγμή μάλιστα που ένα μέρος του πλήθους διαμαρτύρεται επειδή αισθάνεται πατριωτικά προδομένο, αγανακτεί απλά μπροστά στη διαφθορά των συγκεκριμένων κυβερνήσεων ή συνθλίβεται από την ανεργία και τη σημαντική μείωση του ήδη ισχνού έως μέτριου βιοτικού του επιπέδου.
Ωστόσο, είναι τέτοια η ένταση και η δυναμική των γεγονότων που καλούμαστε επιτακτικά να συμμετέχουμε όλοι, να ζυμωθούμε μεταξύ μας, να προωθήσουμε τις πιο ριζοσπαστικές ιδέες και αντιλήψεις που μπορούν να αποδομήσουν τον σημερινό τρόπο ζωής, το σύγχρονο τρόπο θέσμισης, προτείνοντας μια εναλλακτική διέξοδο. Τα γεγονότα δείχνουν πως έχουμε να κάνουμε με μια κινητοποίηση που δίνει την ευκαιρία πραγματικού δημοκρατικού διαλόγου και πολιτικής διαβούλευσης. Τώρα που ένα κομμάτι της κοινωνίας προσπαθεί να συζητήσει πολιτικά και να σκεφτεί πάνω στη μοίρα αυτής της κοινωνίας, της οποίας τη διαχείριση είχε, τόσο καιρό, παραχωρήσει στις διάφορες γραφειοκρατίες, είναι η ευκαιρία να βγούμε και να μιλήσουμε για τη δημοκρατία, την αυτονομία, την κριτική της απάθειας και της ετερονομίας. Δεν μπορούμε να απέχουμε. Πρέπει να παρέμβουμε και να συνεισφέρουμε, στο μέτρο του δυνατού, ώστε αυτές οι κινητοποιήσεις να πάρουν μια πιο δημοκρατική και ριζοσπαστική κατεύθυνση: αφενός να περιορίσουν τον απολίτικο και πατριωτικό λαϊκισμό του φετιχισμού της μούντζας και της εκτόνωσης των γηπεδικών συνθημάτων και αφετέρου να συσπειρωθούν γύρω από πολιτικούς στόχους και νέα χειραφετητικά προτάγματα.
Αυτό που δεν πρέπει να ξεχνάμε είναι ότι η κινητοποίηση διατρέχει ανά πάσα στιγμή τον κίνδυνο να κουράσει και να εκφυλιστεί, κατά ανάλογο τρόπο με τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 2008. Βέβαια, οι σημερινές συνθήκες είναι αρκετά διαφορετικές. Τα νεοφιλελεύθερα μέτρα, οι σκληρότατες πολιτικές, η ξεδιάντροπη στάση πολιτικών, επιχειρηματιών, ΜΜΕ και διανοούμενων (όπως για παράδειγμα την πρόσφατη «έκκληση» των 32), συσπειρώνουν ένα ευρύτερο κομμάτι του πληθυσμού, που «σιγοέβραζε» και περίμενε ίσως την κατάλληλη περίσταση για να εκφραστεί και να αντιδράσει. Γι’ αυτό και η βασική πολιτική θέση, που φαίνεται να αποτελεί τη σύγκλιση των διαφόρων ρευμάτων, είναι η απεμπλοκή από τα μνημόνια και το χρέος, η οποία θα μπορέσει να λειτουργήσει ως η πρώτη μεγάλη νίκη των πολιτών. Ακόμα όμως και για αυτόν τον στόχο χρειάζεται πολιτική πάλη, η οποία με τη σειρά της απαιτεί ένα συνολικότερο αγώνα και μπλοκάρισμα της οικονομικής και πολιτικής καθημερινότητας του συστήματος: μαζικές, πολιτικές απεργίες διαρκείας, καταλήψεις εργασιακών χώρων, πανεπιστημιακών σχολών και κυβερνητικών κτιρίων, έλεγχος και αυτοδιαχείριση επιχειρήσεων με εκδίωξη των αφεντικών και όποιο άλλο τρόπο οι ίδιοι οι άνθρωποι θα επιλέξουν για να υλοποιήσουν αυτό τον σκοπό.
Εδώ ακριβώς είναι που μπορεί να σκοντάψει το πράγμα, αφού παρατηρούμε μια βαθειά αντίφαση της κοινωνικής πραγματικότητας και των πολιτικών διεργασιών: το κίνημα των πλατειών και των συνελεύσεων δε δείχνει να έχει στήριγμα κάποιες παράλληλες -και ριζωμένες στην καθημερινή ζωή- πολιτικές διεργασίες. Με άλλα λόγια δεν επικοινωνεί με αποκεντρωμένους αγώνες στους εργασιακούς χώρους, στους πανεπιστημιακούς, στους δήμους με τα τοπικά ζητήματα κ.λπ., για τον απλούστατο λόγο ότι αυτοί απουσιάζουν ή εκφράζονται σπασμωδικά, χωρίς συνοχή. Κατά κάποιον τρόπο, ακριβώς σε αυτήν την απαξίωση των αλληλέγγυων αγώνων και της ίδιας της έννοιας της συλλογικότητας γενικότερα, έρχεται να δώσει απαντήσεις η μαζική συμμετοχή στις σημερινές αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες. Το πολιτικό στοίχημα θα κριθεί από την ανάδυση ή όχι μιας συνειδητής και αυτόνομης κινητοποίησης και των υπόλοιπων κομματιών της κοινωνίας, που θα μπορούν να πλαισιώνουν το δημοκρατικό πρόταγμα που έχει μέχρι τώρα αναπτυχθεί.
Φαντάζουν δύσκολα και μεγαλεπήβολα όλα αυτά. Αλλά ήδη δεν έχουμε νικήσει τη μιζέρια και την κατάθλιψή μας; Οι άνθρωποι γέμισαν τις πλατείες διεκδικώντας το δημόσιο χώρο και λόγο και δείχνουν αποφασισμένοι να αντιμετωπίσουν όλα τα συλλογικά προβλήματα για τα οποία είχαν ρόλο μέχρι τώρα μόνο οι «ειδικοί». Αποδεικνύουν κάθε μέρα ότι ένας άλλος τρόπος είναι εφικτός. Αυτό που χρειάζεται είναι να επιμείνουν, να συνεχίσουν καθημερινά τον αγώνα, ώστε οι νέες συλλογικότητες των πλατειών να εξαπλωθούν σε όλο τον κοινωνικό ιστό, στις γειτονιές, στους χώρους εργασίας, στα πανεπιστήμια, στα σχολεία, και να ριζώσουν να γίνουν οι νέοι θεσμοί μέσα από τους οποίους η κοινωνία, ή τουλάχιστον το μεγαλύτερο μέρος της, θα πάρει την ευθύνη της αυτοθέσμισής της και θα πειραματιστεί σε νέους τρόπους συμβίωσης και συλλογικής αυτοδιαχείρισης, υλοποιώντας τις αξίες της ισότητας, της δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης, της αξιοπρέπειας. Να συνεχίσουν να αγωνίζονται συλλογικά, ως ένα πολιτικό κίνημα, με στόχο να γίνουν οι πραγματικοί ρυθμιστές της ζωής τους, μιας ζωής που θα είναι άξια να τη ζούμε.