του Ραδιολογου
Δεν υπάρχει δικαίωμα προσωπικής αγανάκτησης, δε μπορείς να αγανακτείς για να αγανακτείς. Πρέπει να υπάρχει συλλογική ταυτότητα για να έχεις δικαίωμα να «πιάσεις» μισό τετραγωνικό πλατείας να κάνεις την αγανάκτησή σου πολιτική στάση. Γιατί εσύ θέλεις να είσαι από κάτω στην πλατεία όχι ψηλά και να μιλάς. Έτσι σου έμαθαν να ζεις, αλλά τώρα που θέλεις τον ζειν σου να το κάνεις αγανακτείν σου δεν σου αφήνουν τόπο.
Είναι η εποχή της Σιωπής αλλά το δικαίωμα σου αυτό θα έρθει να το σφετεριστεί ο χρόνιος εργολάβος της Ομιλίας. Εκατομμύρια Ελλήνων μπορεί να μην έχουν λύσεις για την έξοδο από την κρίση αλλά όλοι αυτοί έχουν τον κύριο λόγο της αγανάκτησης. Η εισβολή στον χώρο αγανάκτησης των λάιφ στάιλ της κάθε πολιτικής περιόδου της χώρας είναι αυτό που σε αγανακτεί περισσότερο και από την ίδια την αγανάκτηση. Το κοινό είναι έτοιμο, οι θεατές στιβαγμένοι και σε μία εξέδρα ψηλά οι αποτυχόντες παλαιότερων κινήσεων ή εξεγέρσεων να θέλουν να σου πουν ότι είναι μαζί σου. Δεν είναι όμως μαζί σου διότι ποτέ δεν ήταν μαζί σου.
Αν ήταν μαζί σου, τώρα εσύ δεν θα ήσουν ο σιωπηλός, νικημένος, προδομένος, αγανακτισμένος πολίτης. Τα άσπρα μαλλιά έκαναν την πορεία τους και τώρα πρέπει, αν έχουν ίχνος τσίπας πάνω τους, να αποτραβηχτούν και να αφήσουν το κύμα να πάει όπου θέλει. Το να φτιάχνεις οχυρώματα από υλικά που έχουν αποδειχθεί ότι είναι σαθρά είναι εγκληματικό καπρίτσιο. Οδηγείς συνειδητά ή ασυνείδητα τους απλούς αγανακτισμένους σε μία στενωπό που θα είναι περισσότερο οδυνηρή από την προδοσία που έχουν ήδη υποστεί από τα πολιτικοοικονομικά συστήματα που έχουν αδράξει το κορμί τους. Είναι το τελευταίο χαρτί των ανωνύμων-επωνύμων πολιτών να φέρουν αντίσταση όπως τους βγαίνει από μέσα τους.
Τα μεγάλα ονόματα, όπως αυτό του Μίκη Θεοδωράκη και άλλων, φέρνουν από κοντά τα σκυλιά προστάτες του συστήματος. Τους δημοσιογράφους, που μέχρι λίγες μέρες πριν αγνοούσαν εσκεμμένα το αγανακτείν του πολίτη. Εισχώρησαν την 7η ημέρα με τις κάμερες και τις απευθείας μεταδόσεις να πάρουν πλάνα των υπόπτων παρόντων ομιλητών και συνάμα δηλώσεις του μέχρι χθες ανώνυμου αγανακτισμένου. Και ο αγανακτισμένος έγινε πρωτοσέλιδο, έγινε «παράθυρο» δελτίου, έγινε ένας από αυτούς που μέχρι εκείνη την στιγμή μούντζωνε. Η νίκη των επικοινωνιακών και όχι των ουσιαστικών δυστυχώς έχει ξεκινήσει. Εκεί που δεν μιλούσες ποτέ σε κατάφεραν να μιλήσεις μπροστά σε μία κάμερα. Και έγινες από σύνολο, άτομο. Τα κατάφεραν.
Ο αγανακτισμένος είναι εκείνη η γυναίκα που κυνηγά μέσα στο σκοτάδι τη λιμουζίνα ενός βουλευτή που πέρασε ανάμεσα στο πλήθος θυμίζοντας τις άμαξες των βασιλέων άλλων εποχών. Το ένα της χέρι ψηλά για να πιάσει τον δολοφόνο της ζωής της και το άλλο εγκλωβισμένο από ένα όργανο της βουλευτικής τάξης. Η φωνή της αγανάκτησής της δεν έφθασε ποτέ στα αυτιά μας και αυτή η στατική Σιωπή της σκηνής είναι το μεγαλύτερο ουρλιαχτό που κανένας περίπλοκος φαμφαρώδης λόγος των υψηλών επισήμων ομιλούντων καπηλευτών, καμία ανάλυση πληρωμένου από την εξουσία δημοσιογράφου δε θα καταφέρει να φθάσει την ισχύ του.