Από τον Νίκο Ξυδάκη
Το Μνημόνιο ΙΙ, κατ΄ευφημισμόν Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής, φανερώνει όχι μόνο την αποτυχία του Μνημονίου Ι, όπως σχεδιάστηκε από την τρόικα, αλλά και την ανικανότητα της κυβέρνησης Παπανδρέου να εφαρμόσει όσα η ίδια αποφασίζει ή, ακριβέστερα, όσα η τρόικα υπαγορεύει και η κυβέρνηση δέχεται να εφαρμόσει. Δυστυχώς, η ανικανότητα δεν είναι μόνη· ακόμη πιο ανησυχητική είναι η διαπίστωση ότι η κυβέρνηση, ιδίως το οικονομικό της επιτελείο, έχει χάσει την επαφή με την πραγματικότητα.
Η σαρωτική πλημμύρα φόρων, άμεσων και έμμεσων, οριζόντια, σε όλους αδιακρίτως τους φορολογούμενους πολίτες, και ιδίως στους έντιμους δηλώνοντες, δείχνει μια κυβέρνηση εν απογνώσει, σε πορεία αυτοκαταστροφής, που δεν αντιλαμβάνεται από ποια στραγγισμένη κοινωνία ζητάει να λάβει τώρα, σε έξι μήνες, 6,4 δισεκατομμύρια ευρώ. Με την ύφεση να καλπάζει ανεξέλεγκτη, με την ανεργία να σημειώνει ιστορικά υψηλά, με την οικονομία σε κατατονία, η κυβέρνηση επιβάλλει κεφαλικό και άλλους φόρους αβάσταχτους σε πληθυσμό ήδη εξουθενωμένο. Ρισκάρει πέρα από τις αντοχές των ανθρώπων, στο όριο της εξαθλίωσης, δηλαδή ρισκάρει την πυροδότηση μιας κοινωνικής έκρηξης, τέτοιας που θα κάνει το κίνημα των Αγανακτισμένων να φαντάζει λyκειακή εκδρομή.
Η κρίση χρέους μετετράπη ταχύτατα σε πολιτική και συστημική κρίση, και τώρα πια σε δεινή κοινωνική κρίση. Διότι είναι φανερό, σε όσους θέλουν να το δουν και σε όσους πράγματι νοιάζονται για το μέλλον της χώρας, ότι η παρατεταμένη ύφεση και η αλόγιστη οριζόντια επιβάρυνση τσακίζουν τη ραχοκοκκαλιά της ελληνικής κοινωνίας: τα μικροαστικά και μεσαία στρώματα, τους μισθοσυντήρητους του ιδιωτικού τομέα, τους μικροεπιχειρηματίες και εμπόρους, τους ελεύθερους επαγγελματίες. Τους δε νέους τους έχει ψαλλιδίσει προ πολλού η ανεργία. Ποιο μέλλον μπορεί να έχει μια κοινωνία με συντριμμένα τα πλειοψηφούντα μεσοστρώματα και τη νεολαία της;
Η κυβέρνηση και η πλειονότης των βουλευτών, οι κυβερνώσες ελίτ, εγκλωβισμένες στο τοξικό θερμοκήπιο των προνομίων και της ασυλίας τους, δεν οσμίζονται την ιστορική απειλή μιας κοινωνίας τραυματισμένης και έξαλλης, αδυνατούν να κατανοήσουν τη δυναμική της διαψευσμένης μικροαστικής θάλασσας, το εγκαιροφλεγές πλήθος των μεταναστών, τους ελλοχεύοντες σπινθήρες από γεωπολιτικά επεισόδια. Αυτή η τερατώδης άγνοια του ιστορικού κινδύνου, μαζί με την αναλόγως τερατώδη λύσσα αυτοσυντήρησής τους εν κενώ κοινωνίας, καθιστά τις κυβερνώσες ελίτ αυτοκαταστροφικές, άρα επικίνδυνες.
Οι κοινωνίες ασφαλώς βρίσκουν παράπλευρες οδούς διαφυγής, η ζωή δεν διακόπτεται· η πολιτική είναι για τις κοινωνίες ακριβώς αυτή η τέχνη του βουλεύεσθαι και του βούλεσθαι ενώπιον της ανάγκης και των κρίσεων. Το σύστημα που τράφηκε από την παρακμή και την εξέθρεψε, θα σαρωθεί. Νέα πρόσωπα θα αναδειχθούν, νέες ιδέες θα πρυτανεύσουν, άλλοι, άλλα, θα οδηγήσουν μακριά από την παρούσα σκιά: «Και εν κοιλάδι σκιάς θανάτου εάν περιπατήσω, δεν θέλω φοβηθή κακόν…»