Του ΓΙΩΡΓΟΥ Χ.ΠΑΠΑΣΩΤΗΡΙΟΥ
Σε μία ακόμη Σύνοδος Κορυφής των Ευρωπαίων κυριάρχησαν όχι τα κοινά αλλά τα ιδιαίτερα συμφέροντα όπως αυτά του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου ή τα εθνικά. Για μία ακόμη φορά οι εγχώριοι ψιττακοί του λαϊκισμού μιλούν για τα χρήματα του Γερμανικού λαού, που δίνονται στην Ελλάδα, ενώ πρόκειται για τοκογλυφικούς δανεισμούς, χωρίς να λησμονούμε τα τεράστια οφέλη της Γερμανίας από τις εξαγωγές της προς τις χώρες της ευρωζώνης λόγω του υπερτιμημένου ευρώ. Κι επειδή μιλήσαμε για λαό και λαϊκισμό, αξίζει να αναφερθούμε στη διάκριση των εννοιών από τον Γάλλο διανοητή Pierre Rosanvallon.
Από την έννοια λαός στην οποία στηρίζεται θετικά ο δημοκρατικός βίος, προκύπτει και μία αρνητική έννοια ο λαϊκισμός, συνιστώντας το σημερινό δημοκρατικό παράδοξο. Αυτό προέρχεται από τη διάσταση μεταξύ της λαϊκής κυριαρχίας και του προβληματικού χαρακτήρα του λαού ως πολιτικού υποκειμένου. Απορρέει, επίσης, από τον προβληματικό χαρακτήρα των θεσμών και των διαδικασιών έκφρασης του λαού. Σήμερα, ο λαός ως πολιτικό υποκείμενο βρίσκεται σε κρίση, καθώς υπάρχει μια ιδιαίτερη κρίση αντιπροσώπευσης.
Επίσης, κρίση διέρχεται ο λαός και εκ του γεγονότος ότι η κοινωνία δεν συνιστά πλέον ενιαίο σώμα λόγω των μεγάλων ανισοτήτων. Η μεγάλη κοινωνική διχοτόμηση αφορά στους «πάνω», που είναι οι ολιγαρχίες και οι κοσμοπολιτικές ελίτ, και στους «κάτω» που είναι οι εργαζόμενοι και οι κοινωνικά αποκλεισμένοι.
Μπορούμε να πούμε για τον λαϊκισμό ότι είναι το σύμπτωμα μιας πραγματικής κατάστασης και συγχρόνως η έκφραση μιας ψευδαίσθησης. Είναι με άλλα λόγια το σημείο συνάντησης της πολιτικής δυσαρέσκειας –λόγω της κρίσης αντιπροσώπευσης και της δυσλειτουργίας του δημοκρατικού καθεστώτος- και της αδυναμίας επίλυσης των καυτών κοινωνικών προβλημάτων.
Ο λαϊκισμός, συνεπώς, είναι μια μορφή απλουστευτικών απαντήσεων στις παραπάνω δυσκολίες. Η πρώτη απλούστευση είναι ότι το αντιπροσωπευτικό σύστημα και η δημοκρατία έχουν διαφθαρεί από τους πολιτικούς και η μόνη πραγματική δημοκρατία είναι η προσφυγή στο λαό υπό τη μορφή δημοψηφισμάτων. Άρα, τα δημοψηφίσματα που σχεδιάζει το ΠΑΣΟΚ είναι ένας ορισμένος τύπος λαϊκισμού και όχι δημοκρατία. Επίσης, ο λαός δεν καθίσταται τέτοιος ετεροκαθοριζόμενος από την ύπαρξη μιας ολιγαρχίας πλούσιων. Και η τρίτη απλούστευση είναι αυτή που αφορά στην κοινωνική συνοχή καθώς γίνεται αναφορά στην ταυτότητα της κοινωνίας και όχι στην εσωτερική ποιότητα των κοινωνικών σχέσεων. Με μόνο την αναφορά στην ταυτότητα έχουμε τον στιγματισμό των «άλλων», αυτών που απορρίπτονται ως μη οικείοι, όπως οι μετανάστες, οι αλλόθρησκοι κ.ά.
Για να υπερβούμε κατά συνέπεια την δημοκρατική παρέκκλιση που αποκαλείται λαϊκισμός πρέπει να σκεφτούμε με πιο τρόπο θα βελτιώσουμε τη δημοκρατία. Γιατί κανείς δεν μπορεί να σταματήσει το λαϊκισμό αρκούμενος στην υπεράσπιση της δημοκρατίας τέτοια που είναι σήμερα. Για να ασκήσουμε κριτική στον λαϊκισμό πρέπει να έχουμε ένα σχέδιο επανανακάλυψης και ανασυγκρότησης της δημοκρατίας, που να αφορά τον λαό-εκλογικό σώμα, τον κοινωνικό λαό, που δεν είναι απλώς η πλειοψηφία αλλά η τεράστια πλειοψηφία της κοινωνίας και ο λαός-αρχή, όπως ορίζεται από το Σύνταγμα και τους νόμους.
Η δημοκρατία, εντέλει, οφείλει πιο αποφασιστικά να προσδιοριστεί ως τρόπος παραγωγής του κοινού βίου, βασιζόμενου στην εμπιστοσύνη, μέσα στην καθημερινότητα. Μια δημοκρατία που θα επαναορίσει το κοινωνικό συμβόλαιο και θα αναζητεί συνεχώς περισσότερη ισότητα.