του Κώστα Βαξεβάνη
Τα δείγματα τις τελευταίες μέρες είναι κατά διαβολική σύμπτωση πολλά, αν και δεν είναι απαραίτητα για να καταλάβουμε πώς δεν βρέχει. Μας φτύνουν.
Η πρώτη μπόρα ξεκίνησε όταν ο υπουργός κύριος Μόσιαλος ανακοίνωσε πώς καταργούνται επιτέλους τα μυστικά κονδύλια στη Γενική Γραμματεία Τύπου. Τα κονδύλια δηλαδή που χρηματοδοτούσαν Μέσα Ενημέρωσης και δημοσιογράφους για «εθνικούς» λόγους. Ποιοί ήταν αυτοί οι «εθνικοί» λόγοι, και βέβαια ποιοί ήταν οι σύγχρονοι εθνοσωτήρες με την εγγύηση του Δημοσίου; Ουδείς απάντησε και τα συλλογικά όργανα των δημοσιογράφων δεν ρώτησαν.
Βεβαίως οι μυστικές επιδοτήσεις Εθνικής σωτηρίας (όλα τα λεφτά για όλα τα κιλά «πατριωτισμού» που θα λέγανε και οι επιδοτούμενοι αγρότες), δεν είναι ούτε το μόνο ούτε το πιο σοβαρό πρόβλημα. Τα φανερά κονδύλια που επιδοτούν τους δημοσιογράφους σε γραφεία Τύπου, Γραμματείες, και ευαγή ιδρύματα, είναι ακόμα σοβαρότερο πρόβλημα. Όπως σωστά λέει η αμερικανική Πρεσβεία σε μία έκθεση της για τα ελληνικά ΜΜΕ, κακοπληρωμένοι δημοσιογράφοι εξασφαλίζουν δεύτερο μισθό δουλεύοντας σε γραφεία Τύπου υπουργείων τα οποία ταυτόχρονα μπορεί να καλύπτουν δημοσιογραφικά. Τα βλέπουν μέχρι και οι Αμερικανοί αλλά όχι η ΕΣΗΕΑ.
Με το πρόσχημα της εξασφάλισης ενός επιπλέον μεροκάματου, οι δημοσιογράφοι προσφέρουν τις υπηρεσίες τους (δημοσιογραφικές;) σε γραφεία Τύπου, την ίδια την Γενική Γραμματεία Τύπου ακόμη και εταιρείες, προσφέροντας ουσιαστικά τον εαυτό τους και το λειτούργημα όμηρο σε ένα διαβρωμένο πολιτικό σύστημα. Και το υπηρετούν διακομματικά και συνήθως σιωπηλά. Το έχω ξαναγράψει.Το πρόβλημα στην δημοσιογραφία δεν είναι ο άμεσος χρηματισμός, αλλά ο εκμαυλισμός και η διολίσθηση στη λογική πώς δεν έγινε και τίποτα τραγικό. Δυστυχώς το τραγικό το ζούμε ήδη.
Το δεύτερο περιστατικό είχε να κάνει με τις αποκαλύψεις του wikileaks από τα τηλεγραφήματα της Πρεσβείας των ΗΠΑ στην Αθήνα, όπου γίνεται μία ανάλυση για τον τρόπο λειτουργίας των ΜΜΕ στην Ελλάδα. Ανάμεσα στα άλλα (σωστά πρέπει να ομολογήσω) που γράφονται από τους αναλυτές της Πρεσβείας για τα ΜΜΕ της χώρας, υπάρχει και η αποκάλυψη πώς η αμερικανική πρεσβεία χορηγεί ποσά σε σχολές δημοσιογραφίας για να δημιουργηθεί μία γενιά δημοσιογράφων με άλλη αντίληψη για την πολιτική των ΗΠΑ. Σε άλλο τηλεγράφημα, ένας από τους γνωστούς έλληνες δημοσιογράφους εμφανίζεται ως επιτυχής διαμορφωτής της κοινής γνώμης υπέρ των αμερικανικών θέσεων. Δικαίωμα του θα πει κάποιος να έχει ο,τι θέσεις θέλει.Συμφωνώ, αλλά εμφανίζεται η εκπομπή του να παίρνει έγκριση και να μοντάρεται με την σύμφωνη γνώμη των αμερικανών στην Πρεσβεία.
Δεν πιστεύω σε θεωρίες με πράκτορες. Υπάρχει όμως και πάλι ένα γεγονός αν ισχύουν όλα αυτά. Ένα κομμάτι των ελλήνων δημοσιογράφων, προάγει σκανδαλωδώς θέσεις ξένων πρεσβειών, έχει προνομιακή σχέση πληροφόρησης από αυτούς, χτίζει με τον τρόπο αυτό προφίλ εγκυρότητας και στη συνέχεια ανεβαίνει τα σκαλοπάτια της δημοσιογραφίας και της πολιτικής για να επιστρέψει στη συνέχεια την χάρη φαντάζομαι. Όλη αυτή η διαδικασία υποταγής και αμοραλισμού, στη γλώσσα της συναλλαγής, ονομάζεται απενοχοποιητικά λομπισμός και δημόσιες σχέσεις.
Το τρίτο δείγμα είναι ακόμη πιο σοβαρό. Στην εισαγγελία της Αθήνας υπάρχουν σοβαρά στοιχεία, πώς οι υποκλοπές του 2004, με θύματα τον πρωθυπουργό της χώρας, υπουργούς αλλά και πολίτες (συμπεριλαμβάνομαι αλλά αυτό δεν έχει καμία ιδιαίτερη σημασία), έγιναν από την αμερικανική πρεσβεία. Αριθμοί τηλεφώνων που λειτούργησαν ως τηλέφωνα σκιές που προωθούσαν τις συνομιλίες για καταγραφή, ανήκαν και χρησιμοποιήθηκαν από την αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα. Είναι άγνωστο πού θα βγάλει αυτή η έρευνα του εισαγγελέα. Αλλά όταν υπάρχει ένα τέτοιο δεδομένο σε εισαγγελικό φάκελο, αυτό λέγεται είδηση. Που φαντάζομαι δεν είδατε σχεδόν πουθενά.
Η δημοσιογραφία, δεν παίζει το ρόλο της. Αυτή η κοινότοπη διαπίστωση, δυστυχώς θα ξεχαστεί από εμάς τους δημοσιογράφους τώρα που το ντόμινο της πτώσης των παραδοσιακών μέσων Ενημέρωσης θα παρασύρει πολλούς από τον κλάδο στην ανεργία και ίσως στην εξαθλίωση. Γι αυτό που συμβαίνει, ευθύνη δεν έχουν κάποια άψυχα στατιστικά αλλά εμείς που χάσαμε την ψυχή μας. Κάναμε τη δημοσιογραφία λατέρνα που έπαιζε τον σκοπό αυτού που πλήρωνε, και θα ζήσουμε τη φτώχεια των ιδεών και της τσέπης μας. Ζητείται τουλάχιστον αυτή τη στιγμή δημοσιογραφικό φιλότιμο.