Panos Georgiou
Αν ήμουν τοκογλύφος και οι δουλειές μου πήγαιναν καλά, θα ανοιγόμουν. Θα έφτιαχνα γραφεία σε όλη τη χώρα. Κάθε γραφείο και αντιπρόσωπος, κάθε αντιπρόσωπος και πολλοί πελάτες, κάθε πελάτης και πολύ χρήμα. Χρήμα εύκολο. Χωρίς πολύ δουλειά. Έρχεται ο πελάτης, του δίνεις το παραδάκι γιατί το έχει πολύ ανάγκη και σου το επιστρέφει αυγατισμένο.
Βέβαια, έχει και τις δυσκολίες του το επάγγελμα. Ο πελάτης κάπου-κάπου δεν μπορεί να ανταποκριθεί στην υποχρέωσή του και τότε θα αναγκαζόμουν να γίνω κακός. Δεν το θέλω. Η ανάγκη θα με έκανε. Εγώ θέλω το καλό του πελάτη. Να τον βοηθήσω. Να μη χάσει τα υπάρχοντά του και μείνει στο δρόμο. Τώρα, αν το φέρει η κακιά ώρα και δεν μπορεί να μου ξεπληρώσει την υποχρέωση, τι να κάνω κι εγώ; Οικογενειάρχης άνθρωπος είμαι. Προκειμένου να μείνω εγώ στο δρόμο και να πεινάσουν τα παιδιά μου, θα του έπαιρνα το σπίτι που έβαλε ενέχυρο. Για να μην πεινάσουν τα παιδιά μου δηλαδή...
Αν η δουλειά μου πήγαινε ακόμα πιο καλά, θα προσπαθούσα να ανοιχτώ και έξω από τη χώρα. Θα άνοιγα γραφεία και σε ξένες χώρες και πρώτα από όλα σε εκείνες που δεν έχουν και πολύ καλή οικονομία, γιατί εκεί θα υπάρχει περισσότερη πελατεία. Περισσότεροι φτωχοί, που έχουν ανάγκη από έναν καλό άνθρωπο να τους βοηθήσει. Θα γινόμουν ο ήρωάς τους. Κάτι σαν τον Ρομπέν των Δασών, με μία μικρή παραλλαγή. Αντί να παίρνω τα χρήματα από τους πλούσιους να τα δίνω στους φτωχούς, θα τα έπαιρνα από τους φτωχούς για να τα δώσω σε άλλους φτωχούς και αυτό θα το έκανα για ανθρωπιστικούς και θρησκευτικούς λόγους. Για να εκπαιδεύσω τις κοινωνίες να μάθουν να βοηθάνε τους συνανθρώπους τους.
Δεν έχει κανένα νόημα ο πλούσιος να βοηθήσει τον φτωχό. Δεν σώζει έτσι την ψυχή του. Δεν κάνει κάτι δύσκολο. Για να σωθείς πρέπει να κάνεις κάτι δύσκολο, πρέπει να δώσεις από το υστέρημά σου. Εγώ θα αναλάμβανα και αυτόν τον θεάρεστο ρόλο του διαμεσολαβητή. Θα έπαιρνα τα χρήματα από τους φτωχούς και θα τα έδινα σε άλλους φτωχούς. Και όσο οι φτωχοί, που θα αδυνατούσαν να μου τα επιστρέψουν, θα γίνονται φτωχότεροι, τόσο πιο πολύ θα με ευγνωμονούσαν. Γιατί θα τους βοηθούσα έτσι να πάνε στον παράδεισο πιο εύκολα, καθώς ο πλούσιος δύσκολα θα μπει σε αυτόν, όπως λένε και οι γραφές.
Τελικά είμαι καλός άνθρωπος. Όμως μια τέτοια δουλειά θέλει πολύ καλή οργάνωση. Το κάθε γραφείο που θα άνοιγα σε ξένη χώρα, για να έχει επιτυχία θα έπρεπε να διευθύνεται οπωσδήποτε από έναν ντόπιο. Γιατί άλλο ο ντόπιος και άλλο ένας ξένος. Ο ντόπιος καταρχήν ξέρει τη γλώσσα. Ξέρει τις συνήθειες του συμπατριώτη του, τα ήθη, τα έθιμα, τη θρησκεία του και μπορεί ευκολότερα να τον πείσει ότι τον έχει ανάγκη. Ύστερα, ο κάθε πολίτης εμπιστεύεται πιο εύκολα έναν συμπατριώτη του παρά έναν ξένο. Έτσι θα έκανα. Θα έβαζα διευθυντές των γραφείων μου ντόπιους. Ο καθένας στη χώρα του. Αυτοί μάλιστα θα έγραφαν τα προγράμματα δανεισμού για την κάθε χώρα, κομμένα και ραμμένα στον κάθε λαό ξεχωριστά. Τα προγράμματα αυτά θα λάμβαναν υπόψη τους, όλους τους οικονομικο-κοινωνικο-πολιτικούς και πολιτισμικούς παράγοντες της κάθε χώρας, ώστε να έχουν επιτυχία και να διασφαλίζεται η αποφυγή δυσάρεστων, για εμάς, γεγονότων, όταν οι πελάτες δεν μπορούν να μας ξεπληρώσουν το καλό που τους κάναμε. Γιατί άλλο ο Ιρλανδός, άλλο ο Ιταλός, άλλο ο Ισπανός και άλλο ο Πορτογάλος.
Και αν οι δουλειές μου πήγαιναν ακόμη πιο καλά και μπορούσα να δανείσω, όχι μόνο σε ξεχωριστούς ανθρώπους έναν-έναν, αλλά σε ολόκληρες χώρες, τότε με τα τεράστια ποσά που θα είχα τσεπώσει από το θεάρεστο έργο μου, γιατί όχι, θα έφτιαχνα και δικά μου περιοδικά και εφημερίδες και κόμματα. Και αν σε κάποια χώρα οι δουλειές μου δεν πήγαιναν καλά, γιατί οι ντόπιοι δεν δέχονταν τη βοήθειά μου, τότε με τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και με τα κόμματα που θα έλεγχα, θα τους έβγαζα, για το καλό τους βέβαια, και έναν Πρωθυπουργό. Όχι όποιον και όποιον, αλλά τον διευθυντή του γραφείου μου σε εκείνη την περιοχή. Αυτόν ακριβώς που έγραψε με τα ίδια του τα χέρια τα εξειδικευμένα προγράμματα δανεισμού για αυτή τη χώρα.
Τελικά είμαι καλός άνθρωπος.