Νίκος Ναούμης
Υπάρχουν άνθρωποι που αγωνίζονται για μια μέρα και είναι καλοί. Υπάρχουν άνθρωποι που αγωνίζονται για ένα χρόνο και είναι καλύτεροί. Υπάρχουν κι άλλοι που αγωνίζονται για πολλά χρόνια και είναι ακόμη πιο καλοί. Μα, υπάρχουν κι αυτοί που αγωνίζονται όλη τους τη ζωή… Αυτοί είναι οι απαραίτητοι.
Το παρατιθέμενο γνωμικό, ανήκει στο Μ. Μπρεχτ και κρύβει μεγάλες όσο και ταυτόχρονα, πικρές αλήθειες. Διαχρονικές αλήθειες…
Την σκέψη μου σε αυτή την αλήθεια του Μπρεχτ, την κατεύθυνε ένα μελαγχολικό διήμερο. Ένα διήμερο, το πιο παγωμένο από άποψη θερμοκρασίας για τον φετινό χειμώνα. Τον ιδιαίτερο και ξεχωριστό, φετινό χειμώνα για την πατρίδα μας. Ένα χειμώνα, που η άνοιξη που τον ακολουθεί, όποτε κι αν αυτή αποφασίσει να μας κάνει την ακριβοπληρωμένη της βίζιτα, ίσως μας βρει όλους τελείως διαφορετικούς και αλλαγμένους.
Μπροστά μας, ανοίγεται ένα βαθύ βάραθρο κι εμείς, στεκόμαστε στο χείλος κοιτώντας προς τα κάτω. Κάπου έχω διαβάσει, ότι η βασική αρχή ενός αλεξιπτωτιστή, είναι ποτέ να μην κοιτάει κάτω πριν πηδήξει. Εμείς όμως, τηρούμε αυτή την αρχή; Μάλλον όχι.
Οι θύελλα και ο βοριάς, μας σπρώχνουν προς τα μπρος. Να! Όπου να’ ναι, θα γλιστρήσουμε. Και το βάθος του γκρεμού είναι τόσο μεγάλο, απύθμενο. Υπάρχουν ελάχιστες πιθανότητες ν’ ακουστεί ο γδούπος που το κουφάρι μας θα κάνει όταν βρει τον πυθμένα. Αν ποτέ τον βρει…
Και τι τραγική ειρωνεία…! Απέναντι απ’ το χάσμα, ορθώνεται ένας ολόλαμπρος ήλιος! Εκεί, υπάρχουν άνθρωποι που χαμογελούν. Και το χάσμα δεν τους ενοχλεί καθόλου! Μεγάλα κάγκελα, συγκρατούν όποιον κατά λάθος βρεθεί στην απέναντι άκρη. Γελάνε! Μα, γιατί γελάνε; Μας βλέπουν σε τι θέση είμαστε και δεν κάνουν κάτι να μας βοηθήσουν…! Μόνο γελάνε! Γελάνε.
Δύο λύσεις υπάρχουν. Πρώτη λύση είναι να βρούμε τον τρόπο, την δύναμη, να πάμε απέναντι χωρίς να γκρεμοτσακιστούμε. Δύσκολο. Ακατόρθωτο... Ίσως, να μην το θέλουμε κιόλας. Ή, μήπως το θέλουμε; Μάλλον όχι!
Υπάρχει κι άλλη λύση... Η μοναδική που μας απέμεινε. Εύκολη ακούγεται, συνάμα όμως, δύσκολο να την εφαρμόσουμε. Αντί να κοιτάμε μπροστά μας και απέναντι, μήπως να στρέψουμε την πλάτη μας στους αδαείς χαχόλους και να κοιτάξουμε το δικό μας ορίζοντα; Μήπως να γυρίσουμε την πλάτη μας, να μην αντικρίζουμε το χάσμα που μας χωρίζει με τους απέναντι. Μήπως να κλείσουμε τ’ αυτιά μας στο μαγικό τραγούδι των Σειρήνων; Ούτως η άλλως και να ενδώσουμε στη σαγήνη του, κανείς δεν προεξοφλεί ότι θα μπορέσουμε να απολαύσουμε τα κάλλη τους. Και είναι κι αυτό το αναθεματισμένο το βάραθρο ανάμεσά μας…
Είναι κουραστικό, το ξέρω. Είναι εξοντωτικό να ψάχνεις σ’ ένα ξερό τοπίο κάθε σπηλιά και κάθε φαράγγι για να βρεις και πάλι κάτι που είχες και που τώρα κάπου το έχεις παρατήσει. Το έχεις παρατήσει, διότι δεν το χρειαζόσουνα. Μπορούσες να πας απέναντι από την γέφυρα που οι Σειρήνες είχαν χτίσει για σένα, όσο μπορούσες να τις φτάσεις σε οργασμό. Τώρα όμως, που σε απομύζησαν, σε στράγγιξαν και δεν σου έχουν αφήσει κάτι χρήσιμο να το απλώσεις στα γυμνά τους κάλλη, ρίξανε την γέφυρα και σε περιγελάνε.
Κάπου είναι κρυμμένες οι αξίες μας και οι αρχές μας. Τα διδάγματα και οι νουθεσίες των αρχαίων προγόνων και των θεών μας. Κάπου είναι κρυμμένο το πολύτιμο περιδέραιο μας, το δικό μας DNA. Μέχρι τώρα, κανείς δεν νοιάστηκε γι’ αυτά. Κανείς δεν τα έψαξε. Ξέρετε γιατί; Επανερχόμενοι στον Μπρεχτ, θα παρατηρήσουμε ότι η θέση του οδηγού, ήταν καπαρωμένη από ανθρώπους που έχουν μάθει να παλεύουν για μια μέρα και ήταν καλοί. Από ανθρώπους που είχαν μάθει να παλεύουν για ένα μήνα και ήταν κι αυτοί καλοί. Είτε από αυτούς που είχαν μάθει να παλεύουν για χρόνια και ήταν ακόμα καλύτεροι. Όμως… Το βάραθρο, βάραθρο!
Σε κάθε άλλη περίπτωση, οι άνθρωποι που παλεύουν μια ζωή, οι απαραίτητοι κατά τον Μπρεχτ (οι μαλάκες κατά πολλούς), περνούσαν απαρατήρητοι και κανείς δεν τους έδινε σημασία. Όμως τώρα, τα πράγματα, έχουν αντιστραφεί…
Ήρθε η ώρα. Η ιστορία καλεί όλους εκείνους, τους απαραίτητους κατά τον Μπρέχτ, να κάνουν αυτό που έχουν μάθει να κάνουν μέχρι τώρα καλά στην ζωή τους. Έφτασε η ώρα, ν’ αναλάβουν δράση, όλοι όσοι ξέρουν και μπορούν, να μας οδηγήσουν, με σκληρή δουλειά, όχι απέναντι στους Κύκλωπες και τις Λαιστρυγόνες… Αλλά πίσω. Στην δική μας Ιθάκη.
Κι άσε τις Σειρήνες, να τραγουδούν το ερεθιστικό τους τραγούδι. Κάποια στιγμή, θα βαρεθούν και θα μας αφήσουν ήσυχους