Του ΓΙΩΡΓΟΥ Χ.ΠΑΠΑΣΩΤΗΡΙΟΥ
Αυτός που εκτοξεύει ύβρεις που ζέχνουν εναντίον των «αγανακτισμένων» της πλατείας Συντάγματος, αυτός που μετέρχεται τη βία του λόγου και την περιφρόνηση κατά ανθρώπων που υφίστανται τα πάνδεινα ένεκα της κρίσης, την ίδια στιγμή παραπονιέται στο όνομα της κατάλυσης της δημοκρατίας ότι οι υβριζόμενοι τον λοιδορούν!
Μόνο που η δημοκρατία δεν είναι ένα καθεστώς «αλα καρτ», αλλά μία συνθήκη σεβασμού και ανοχής στη διαφορετικότητα του άλλου. Αντιθέτως, ο λαϊκισμός είναι όταν ο λόγος περιορίζεται σε κλισέ που δεν αφήνουν περιθώριο στο διάλογο, στο λόγο του άλλου και πολύ περισσότερο στον άλλο λόγο. Ο λαϊκισμός αυτός υπό ορισμένες συνθήκες καταλήγει να ταυτίζεται με την απόλυτη βία του φασισμού. Και είναι φασισμός όταν τα σπασμένα της κρίσης τα πληρώνουν μόνο οι ίδιοι πάντα ως μη όφειλαν, δηλαδή οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι.
Είναι βάρβαρο να υπάρχουν άνθρωποι χωρίς στέγη και τροφή, αλλά είναι φασισμός όταν κάποιοι αποφασίζουν να ξηλώσουν τα παγκάκια για να μην γίνονται «κρεβάτια» των αστέγων και προσβάλλουν το βλέμμα των «καθωσπρέπει» περιπατητών. Είναι δε φασιστική τρέλα όταν τιμωρούν τους χωρίς στέγη με… πρόστιμο και φυλάκιση, όπως συμβαίνει στη Βουδαπέστη!
Τελικά, είναι φασισμός ο χωρισμός στα δυο της γης, του ουρανού και των ανθρώπων.
Γιατί στα δύο είναι διαιρεμένος ο κόσμος, από τη μια ο κόσμος του χρήματος και από την άλλη ο κόσμος της απελπισίας. Γι’ αυτόν το χωρισμό έγραφε η «ανατολικογερμανίδα» Κρίστα Βολφ που «έφυγε» χθες οριστικά από αυτόν τον… διεφθαρμένο κόσμο, έχοντας ως κέντρο της διαφθοράς του σύμφωνα με την έκθεση της «Διεθνούς Διαφάνειας» την Ελλάδα και την Ιταλία!
Εμείς, λοιπόν, ευθυνόμαστε για την παγκόσμια κρίση χρέους! Αυτή η αξιολόγηση, όμως, από την περίφημη Οργάνωση αποκρύπτει τους πραγματικούς υπαίτιους της κρίσης, που είναι το κυνήγι του κέρδους και η αλόγιστη συσσώρευση του χρηματοπιστωτικού τομέα. Παραδόξως, μάλιστα, οι άνθρωποι που εμπιστεύονται σήμερα οι αγορές είναι οι ίδιοι που εισήγαγαν στην Ελλάδα και προώθησαν πριν μία 15ετία την «κοινωνία του ρίσκου», νομιμοποιώντας τη διαφθορά.
Την ιδεολογία, δηλαδή, σύμφωνα με την οποία ο διεφθαρμένος πολιτικός, ο παρανομών επιχειρηματίας(ακόμα και οι νονοί της μαφίας) καθώς και ο βαγαπόντης πολίτης δεν είναι παρά κάποιοι που αναλαμβάνουν τους «κινδύνους» των ενεργειών τους. Αυτή η αντίληψη εξάλειψε τα ιδεολογικά όρια μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας, μεταξύ ηθικότητας και ανηθικότητας. Όλα επιτράπηκαν καθώς βυθίστηκαν στον απόλυτο σχετικισμό.
Κι όσοι έκρουαν από τότε τον κώδωνα του κινδύνου είχαν χαρακτηριστεί γραφικοί ηθικολόγοι και ότι βρίσκονται στα όρια της φασιστικής ιδεολογίας. Τώρα, παρότι οι πρώτοι επιβεβαιώθηκαν κατηγορούνται πάλι από εκείνους που είναι πάντα στον αφρό, ως «ηλίθιοι»!
Οι τελευταίοι, φαίνεται ότι αυτή τη φορά δεν έχουν αξιολογήσει σωστά, μη λαμβάνοντας υπόψη, ή υποτιμώντας, την οργή της κοινωνίας.