Από την εποχή της Αναγέννησης, οι τραπεζίτες στηρίζουν πολιτικά τις δημοκρατίες. Δεν το κάνουν από ιδεολογία, αλλά επειδή πιστεύουν ότι έτσι εξασφαλίζονται τα δάνειά τους.
Επιτρέποντας στους φορολογούμενους να αποκτήσουν φωνή, η ολλανδική και η βρετανική δημοκρατία μπόρεσαν να εισπράττουν πολλά περισσότερα χρέη, από όσα εισέπρατταν οι βασιλείς, που όταν πέθαιναν, πέθαιναν μαζί τους και αυτά. Τελευταία όμως, βλέπουμε τους δανειστές να σταματούν να στηρίζουν τις δημοκρατίες, και να απαιτούν λιτότητα και ιδιωτικοποιήσεις.
Έτσι, η παγκόσμια οικονομία θυμίζει πόλεμο. Ο σκοπός είναι ο ίδιος με αυτόν των στρατιωτικών πολέμων του παρελθόντος. Η εκμετάλλευση και ιδιοποίηση των πόρων μιας χώρας.
Η ισχύς των δανειστών σπάνια συμβαδίζει με την ανάπτυξη. Μετά τον Α` Π.Π. οι ΗΠΑ αντικατέστησαν τη Βρετανία ως η μεγαλύτερη χώρα δανειστής, και μετά τον Β`ΠΠ είχαν στα χέρια τους το 80% του παγκόσμιου νομισματικού χρυσού. Οι Αμερικανοί διαμόρφωσαν το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα με βάση μια εξάρτηση προς τις ΗΠΑ. Η μόνη «δημοκρατική» αντίδραση ήταν οι ταραχές και οι διαδηλώσεις, μέχρι που η Αργεντινή απέρριψε το εξωτερικό της χρέος.
Σήμερα βλέπουμε την ΕΚΤ και την ΕΕ να επιβάλλουν λιτότητα σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ακόμη και οι δήθεν σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις διασώζουν τις τράπεζες, αντί να στοχεύουν στην ανάπτυξη. Οι δημόσιες δαπάνες περικόπτονται, και οι τραπεζικές απώλειες περνούν στους φορολογούμενους. Η μόνη αντίδραση των κοινωνιών είναι οι διαδηλώσεις.
Κάθε οικονομία είναι σχεδιασμένη. Αυτό γίνεται (παραδοσιακά) από τις κυβερνήσεις. Με το πρόσχημα όμως της «ελεύθερης αγοράς», ο ρόλος αυτός περνάει στις τράπεζες. Οι οποίες όμως, κυνηγώντας το δικό τους κέρδος, καταστρέφουν τις οικονομίες. Τα πλεονάσματα καταλήγουν να καταναλώνονται από τους τόκους κλπ., με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν έσοδα για νέες κεφαλαιακές επενδύσεις, ή βασικές κοινωνικές δαπάνες.
Σε όλη τη διάρκεια της γνωστής ιστορίας, τα χρέη αυξάνονται γρηγορότερα από την δυνατότητα των πληθυσμών να τα εξοφλούν. Τα χρέη αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο, απορροφώντας τα πλεονάσματα, και οδηγώντας τους λαούς σε υποδούλωση.
Σήμερα, υπάρχει μια σύγκρουση μεταξύ οικονομικών συμφερόντων και εθνικής κυριαρχίας. Η ιδέα της «ανεξάρτητης» κεντρικής τράπεζας, που είναι «σήμα κατατεθέν της δημοκρατίας», δεν είναι παρά ένας ευφημισμός της παραχώρησης του δικαιώματος δημιουργίας χρήματος και πίστωσης, στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Αντί να αποφασίζουν οι λαοί, η διάσωση των τραπεζών που οργανώθηκε από την ΕΕ και τη ΕΚΤ, αντιπροσωπεύει σήμερα το μεγαλύτερο μέρος του αυξανόμενου εθνικού χρέους των κρατών. Τα ιδιωτικά τραπεζικά χρέη περνάνε στα ταμεία του κράτους (Ελλάδα, Ιρλανδία) και μετακυλίονται σε βάρος των φορολογουμένων. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με το χρέος της Αμερικής.
Αυτό υπαγορεύουν οι δήθεν «τεχνοκράτες». Ο ρόλος τους δεν είναι άλλος από το να υπολογίζουν πόση ανεργία και πόση ύφεση χρειάζεται, για να βγει κάποιο πλεόνασμα με το οποίο θα αποπληρωθούν οι πιστωτές. Βέβαια, ξεχνούν ότι η συρρίκνωση της οικονομίας αυξάνει και τα χρέη, καθιστώντας τα δυσκολότερα στο να εξυπηρετηθούν.
Οι τράπεζες, οι πολιτικοί, ακόμη και οι ακαδημαϊκοί, αδυνατούν να λάβουν υπόψη την πραγματική δυνατότητα μιας οικονομίας να αποπληρώνει χρέη χωρίς να συρρικνώνεται.
Μέσω των ΜΜΕ και των δεξαμενών σκέψης που ελέγχουν, έχουν πείσει τον κόσμο ότι για να πλουτίσει, θα πρέπει να δανείζεται χρήματα για να αγοράζει ακίνητα, μετοχές, και ομόλογα, που αυξάνονται σε τιμή λόγω του πληθωρισμού που προκαλούν τα τραπεζικά δάνεια.
Το αποτέλεσμα είναι τα «οικονομικά σκουπίδια». Ο σκοπός συνεχίζει να είναι η μετατόπιση των πολιτικών και δημοσιονομικών αποφάσεων στα χέρια των ειδικών, ως δήθεν πιο αποτελεσματική. Ο δημοκρατικός κρατικός έλεγχος κατηγορείται ως «ο δρόμος προς την υποδούλωση», ενώ η ελεύθερη αγορά, που στην ουσία ελέγχεται από ειδικά ολιγαρχικά συμφέροντα, κρίνεται ως άσπιλη.
Οι κυβερνήσεις χρεώνονται με δάνεια που αναγκάζονται να πάρουν, όχι προς όφελος του λαού, ή κάποιας αμυντικής έκτακτης ανάγκης, αλλά για να πλουτίσουν οι λίγοι εις βάρος των φορολογούμενων.
Τα χρέη όμως που δημιουργούνται κατ αυτόν τον τρόπο, στερούνται νομιμοποίησης. Οι νέες κυβερνήσεις θα πρέπει να δράσουν δημοκρατικά, και να κάνουν τον χρηματοπιστωτικό τομέα να λειτουργεί προς όφελος της οικονομίας, και όχι το αντίθετο όπως συμβαίνει σήμερα.
Η Ισλανδία και η Αργεντινή είναι τα πιο πρόσφατα παραδείγματα. Κάτι ανάλογο όμως είδαμε να γίνεται και με τις γερμανικές αποζημιώσεις το 1931. Μια βασική μαθηματική και πολιτική αρχή είναι ότι τα χρέη που δεν μπορούν να αποπληρωθούν, δεν θα αποπληρωθούν.
Του Michael Hudson
Global Research
http://globalresearch.ca/index.php?context=va&aid=28076
Απόδοση:S.A.