Του ΓΙΩΡΓΟΥ Χ.ΠΑΠΑΣΩΤΗΡΙΟΥ
Η Ευρώπη βυθίζεται στην άβυσσο(Der Spiegel). Ολόκληρος ο κόσμος ολισθαίνει προς το χάος. Κι αυτό γιατί ξεχάσαμε τα όρια, ξεμάθαμε το μέτρο, λησμονήσαμε ότι η γιορτή είναι η θυσία του περίσσιου, που έσωζε από τη βία της συσσώρευσης. Γινήκαμε της υπερβολής και της ύβρεως.
Γι’ αυτό ο κόσμος πλέον δεν αντέχεται. Η αγάπη δεν υπάρχει για να νοηματοδοτεί τη ζωή. Κι οι άνθρωποι σκάνε σαν μαύρες τρύπες από υπερβολική συσσώρευση αξόδευτης ενέργειας ή από την πλήρη έλλειψή της. Ο εκδότης της Il Manifesto, Λούτσιο Μάγκρι έθεσε τέλος στη ζωή του. Είχε προηγηθεί ο Σπιντ, ο διάσημος ποδοσφαιριστής και προπονητής της εθνικής Ουαλίας. Αυτοί είναι οι επώνυμοι, οι ορατοί. Για τους χιλιάδες ανθρώπους που πεθαίνουν κάθε στιγμή, δεν μιλάει κανείς. Γιατί αυτούς δεν τους βλέπει κανείς. Αυτοί εκτοπίζονται από το κέντρο της ορατότητάς μας. Φροντίζει γι’ αυτό ο κ. Καμίνης.
Είπαν πως ο Μάγκρι «Ήθελε να αλλάξει τον κόσμο και ο κόσμος τα τελευταία χρόνια διέψευδε αφόρητα την ουτοπία του»(La Repubblica). Άλλοι είπαν πως το αίτιο της αυτοχειρίας του ήταν ο θάνατος της γυναίκας του, της Μάρας, του φίλτρου που εξομάλυνε τις οδύνες του. Οι δεύτεροι, μάλλον, έχουν δίκιο. Γιατί μπορεί σ’ αυτή τη ζωή να αντιστοιχούν χίλιες οδύνες σε μία χαρά, αλλά μόνο όταν οι πρώτες μοιράζονται, υποφέρονται. Αλλιώς γίνονται αναβάσταχτες, αβίωτες. Όταν ξέρεις ότι σ’ αγαπούν, ότι μπορείς να δεις σε κάποιους -στους φίλους, στη σύντροφο, στα παιδιά σου- το πρόσωπό σου, τότε όλα αντέχονται και η ολίσθηση κάτω από το μαύρο ήλιο της θλίψης αποφεύγεται. Κάποτε, υπήρχαν κοινωνικοί θεσμοί εξομάλυνσης του ατομικού πόνου.
Η συλλογικότητα και η κοινωνική αλληλεγγύη αλάφραιναν την οδύνη της απώλειας αγαπημένων, αλάφραιναν και τη δυστυχία του άνεργου. Ο φτωχός ποτέ δεν έχανε το πρόσωπο και την αξιοπρέπειά του. Ήταν φτωχός αλλά περήφανος. Η φτώχεια είχε τον ακριβό πολιτισμό της, ο οποίος τη δεκαετία του 1920 με τη μικρασιατική καταστροφή αλλά και το 1960 με την εσωτερική μετανάστευση έγινε ο κυρίαρχος πολιτισμός στον ελληνικό χώρο.
Αυτός ο πολιτισμός τσακίστηκε όταν το 1981 εντάχτηκε στο κρατικό πελατολόγιο των επιχορηγήσεων και των αρπαχτών. Η φτώχεια από συνώνυμο της λεβεντιάς και της τιμιότητας έγινε συνώνυμο της ευήθειας και της αβελτηρίας. Φτωχός, στον καιρό του ΠΑΣΟΚ και κατά διαλείμματα της ΝΔ, έγινε πλέον ο ανίκανος, ο μη καπάτσος, ο ηλίθιος.
Αυτόν τον κοινωνικό και πολιτισμικό εκφαυλισμό δημιούργησε το κυρίαρχο κομματικό σύστημα της μεταπολίτευσης. Αυτόν θέλουν τώρα να υπερβούν αυτοί που τον δημιούργησαν. Το ΠΑΣΟΚ Plus ανήγγειλε ήδη η υπουργός Παιδείας της Ελλάδας, Άννα Διαμαντοπούλου. Plus ή XXL είναι κάτι τις που μπορεί να χωράει τον Κουβέλη, τον Ψαριανό κ.ά. Αλλά οι εργαζόμενοι είναι εκτός. Και οι πολίτες πιο εκτός. Το ίδιο συμβαίνει και με τη ΝΔ, όπου θεωρείται ότι αρκεί ο βολονταρισμός για να αλλάξουν τα πράγματα.
Όμως για να αλλάξει σήμερα η Ελλάδα χρειάζεται μια νέα ιδεολογία, ένα νέο όραμα, ένας νέος κοινωνικός πολιτισμός που να εμπνέει τους πολίτες, δηλαδή ένα μία πραγματικά κινηματική κατάσταση.