Ο κλάδος που ενδεχομένως θα είναι ο μοναδικός με θετικό αναπτυξιακό πρόσημο τα χρόνια της μεγάλης ύφεσης θα είναι των επισκευών. Σχεδόν τίποτα δεν θα αντικαθίσταται πια. Όλα θα επισκευάζονται.
Υπάρχει στη γειτονιά μου ένα κατάστημα επισκευών για μικρές φορητές ηλεκτρικές συσκευές. Κάποτε ήταν μια τρύπα, πιο πολύ αποθήκη θα το έλεγες, τώρα φιλοξενείται σε μεγάλο, προβεβλημένο χώρο και σε κεντρική οδό. Κι έχει εξελιχθεί σε αλυσίδα, με ένα δυο ακόμη καταστήματα. Έχει πάντα κόσμο. Ουρά. Πάντα είχε, αλλά τώρα έχει μεγάλο σουξέ. Οι πελάτες φέρνουν κάθε τι φορητό – όχι τις μεγάλες συσκευές, αλλά ό,τι ηλεκτρικό υπάρχει σπίτι και χρησιμοποιείται σαν επέκταση ή υποκατάστατο των χεριών μας στο νοικοκυριό: ηλεκτρικές σκούπες, σκουπάκια, χύτρες ταχύτητας, σίδερα, πρεσοσίδερα, καφετιέρες, βραστήρες, σεσουάρ, μίξερ, μπλέντερ, αποχυμωτές. Εδώ παρελαύνει ο μικρόκοσμος των πολυεθνικών, κυρίως γερμανικός, αν και made in China. Με όλα τα αναλώσιμα, τα ακριβά γνήσια, αλλά και τα φθηνότερα αντίγραφα. Όλα τα καλά του καταναλωτικού σύμπαντος, που πριν από λίγο καιρό από «διαρκή» είχαν γίνει αναλώσιμα, γιατί εύκολα, με μερικές άτοκες δόσεις, τα αντικαθιστούσαμε με νέα, ανακτούν τώρα το αρχικό χαρακτηριστικό της «διάρκειας». Υπό τον όρο ότι επισκευάζονται, βέβαια.
Το κόστος της επισκευής, ιδιαίτερα όταν γίνεται από τα επίσημα δίκτυα των εταιρειών κατασκευής, σε κάνει ν’ αναρωτιέσαι αν συμφέρει για ένα τόσο δα ασήμαντο ανταλλακτικό από πλαστικό ή μέταλλο να διαθέσεις ακόμη και το μισό της αρχικής αξίας της συσκευής. Αλλά αυτό είναι ένα ρίσκο που το αναλαμβάνουν πια οι πελάτες, έπειτα από μερικά δευτερόλεπτα περισυλλογής, και αφού έχουν ακούσει από τον χαμογελαστό υπάλληλο την τιμή της επισκευής.
Αυτός ο άψογα οργανωμένος μηχανισμός του λεγόμενου after sale service, που ισχύει βεβαίως και για τις άλλες, μεγάλες και πολύ ακριβότερες ηλεκτρικές συσκευές, από τα ψυγεία μέχρι τους υπολογιστές, τα κινητά και τ’ αυτοκίνητα, αποκαλύπτει και μια πρόνοια των πολυεθνικών που ικανοποιούν κάθε ανάγκη ή επιθυμία μας πριν καν εκδηλωθεί. Δεν αφορά απλώς την ικανοποίηση των «δικαιωμάτων του καταναλωτή», με την παροχή μακρόχρονων εγγυήσεων και υπηρεσιών συντήρησης του προϊόντος. Αφορά και την πρόνοια βλάβης όχι στη συσκευή, αλλά «βλάβης» στην αγορά. Μια βαθιά ύφεση, για παράδειγμα, που θα μειώσει ή και εκμηδενίσει την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών, άρα και την κερδοφορία των επιχειρήσεων, από την αγορά συσκευών νέας γενιάς που αντικαθιστούν με ρυθμούς εξαμήνου τις παλαιότερες. Για αγορές σαν την ελληνική, καταδικασμένες να πιάσουν καταναλωτικό πάτο, οι επισκευές είναι μια κάποια λύση για τις εταιρείες που ήδη έχουν επιβραδύνει τους ρυθμούς εισαγωγής των νέων προϊόντων τους. Μαζί με μια δραστική μείωση του κόστους τους στο δίκτυο πωλήσεων, οι επισκευές μπορεί να αποδειχθούν ένα κερδοφόρο υποκατάστατο. Η φτωχοποίηση μιας κοινωνίας δεν σημαίνει καθόλου υποστολή της σημαίας του κέρδους.
Η λεγόμενη οικονομία της αγοράς, λοιπόν, έχει ανταλλακτικά κερδοφορίας ακόμη στην ύφεση. Τα προϊόντα, αν δεν έχουν πάθει το ανεπανόρθωτο, αν δεν τους έχει «καεί ο εγκέφαλος», όπως ακούγεται για τα περισσότερα ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά αγαθά της ψηφιακής εποχής, παίρνουν μια παράταση ζωής, μια μικρή «ανάσταση». Για τους ανθρώπους όμως δεν είναι το ίδιο. Δεν είναι πάντα επισκευάσιμοι. Μπορεί να υπάρχουν τα νοσοκομεία για το «ρεκτιφιέ», τα «σέρβις» και τα «ανταλλακτικά» μας -μερικά στεντς, ένα μπαλονάκι, μια «αλλαγή λαδιών» για επαναφορά από ένα εγκεφαλικό, σπανιότερα μια καινούργια καρδιά, ένα νεφρό- αλλά μερικές φορές η βλάβη είναι ανήκεστος. Και δεν εννοώ τόσο τη φυσική βλάβη, αυτή που φέρνει η φθορά του χρόνου ή η έκθεση στους βιολογικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους. Αλλά τη ζημιά που προκαλεί η έκθεση στους οικονομικούς και κοινωνικούς κινδύνους. Εκεί το after sale service του οικονομικού μας πολιτισμού πάσχει. Κι όχι απλώς πάσχει. Τώρα πια φέρνει σε Καιάδα.
Κοιτάξτε τι γίνεται με τη δημόσια διοίκηση και τη γιγαντοτέραστια «μεταρρύθμιση» της μισθωτής εφεδρείας. Στα 55 τους χρόνια, άνθρωποι με δεκαετίες εμπειρίας βγαίνουν στην απόσυρση, την ίδια στιγμή που το ασφαλιστικό «σύστημα» τείνει στην παράταση του εργάσιμου βίου τουλάχιστον μέχρι τα 65 χρόνια. Σχιζοφρένεια. Κι ακόμη χειρότερα, οι ένα εκατομμύριο άνεργοι, στην πλειοψηφία τους σε παραγωγική ακμή, βγαίνουν περιττοί για άγνωστο διάστημα. Οι τυχεροί που παραμένουν στην παραγωγή πρέπει να συνηθίσουν στην ιδέα ότι θα δουλεύουν περισσότερο και για τουλάχιστον 25% λιγότερα χρήματα. Κι έπειτα, όλοι μαζί, εργαζόμενοι και άνεργοι και συνταξιούχοι πρέπει να εξοικειωθούν με μια ζωή στη ζώνη του λυκόφωτος, στη σφαίρα του απρόβλεπτου. Το λίγο ή το ελάχιστο εισόδημά τους και η όποια αποταμίευση ή περιουσία τους κατά κάποιο τρόπο τελούν υπό εφεδρεία. Υπό φορολογική ομηρία. Κανείς δεν ξέρει πώς θα ξυπνήσουν αύριο ο υπουργός Οικονομικών, η τρόικα, η Γερμανοί επιτηρητές, οι πιστωτές. Ποιο τέχνασμα θα βρουν για να βάλουν στο χέρι ό,τι έχει απομείνει στις τσέπες των φορολογικών υποζυγίων.
Ε, δεν θέλει πολύ ο άνθρωπος. Χαλάει. Στην αρχή η βλάβη φαίνεται ασήμαντη. Το χαμόγελο που σβήνει στα χείλη. Ένας κόμπος στο στομάχι – κατά κανόνα συνδυασμένος με αριθμητικούς υπολογισμούς για το ανέφικτο ισοζύγιο του μήνα. Έπειτα, η ζημιά περνάει στον «κινητήρα», η μηχανή βογκάει, κολλάει στις ανηφόρες, δεν ανεβάζει στροφές. Κατάθλιψη, δυσκινησία ή και πλήρης ακινησία. Δυσκολεύεσαι να προγραμματίσεις τη ζωή σου, τα στοιχειώδη πνίγονται στη ρευστότητα και στην αβεβαιότητα. Ας πούμε ότι μέχρι εδώ επισκευάζεσαι. Το after sale service του συστήματος προβλέπει ασπιρίνες, βιταμίνες, αναλγητικά, καμιά φορά και επιθετική χημειοθεραπεία. Διά βίου κατάρτιση, εκπαίδευση στη στέρηση, εν ανάγκη μετανάστευση, αν είσαι νέος κι έχεις τα κότσια. Η φιλοσοφία της «επισκευής» είναι να ανακατασκευαστούν και να επανασυναρμολογηθούν οι άνθρωποι, έτσι που να μην έχουν την ενοχλητική μνήμη των κεκτημένων, την απαιτητικότητα των καιρών της ευημερίας, την προσδοκία για βελτίωση της ατομικής και συλλογικής κατάστασης.
Στο τέλος, όμως, καίγεται κι ο εγκέφαλος. Κι αυτό δεν είναι σχήμα λόγου. Γίνεται κυριολεξία όταν τόσο μαζικά, τόσο μεγάλα στρώματα της κοινωνίας εξωθούνται σε μακροχρόνια αδιέξοδα. Η παραγωγική, δημιουργική ικμάδα των ανθρώπων χάνεται για χρόνια, ίσως και δεκαετίες. Δεν επισκευάζεται. Ούτε αντικαθίσταται η μια «χαλασμένη» γενιά, από μια επόμενη που θα ζήσει με καλύτερους όρους. Ίσα ίσα, οι απόγονοί μας, τα «ανταλλακτικά» μας στη μηχανή αναπαραγωγής του οικονομικού συστήματος, μπαίνουν σ’ αυτό με πολύ χειρότερους όρους. «Χαλασμένοι», τσαλακωμένοι εξ απαλών ονύχων, γυμνοί από δικαιώματα. Κι όλοι μαζί, ως παρελθόν, παρόν και μέλλον, γλιστράμε προς τη χωματερή της Ιστορίας. Με τον τρόπο που ένα σωρό έθνη οδηγήθηκαν βίαια στην παρακμή.
Ό,τι ισχύει για τους ανθρώπους, σε κάποια αναλογία, ισχύει και για τους πολιτισμούς, για τα οικονομικά και πολιτικά συστήματα. Υπάρχει το διαδεδομένο κλισέ ότι «η κρίση είναι ευκαιρία». Το after sale service της Ιστορίας, είναι αλήθεια, έχει επιφυλάξει ευκαιρίες νεκρανάστασης σε συστήματα που όχι μόνο έφτασαν στο χείλος του γκρεμού, αλλά έπεσαν αυτοβούλως και στην άβυσσό του. Το κραχ του 1929 αποτελεί το κλασικό παράδειγμα δια του λόγου το αληθές. Η κρίση που διαπέρασε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο του μεσοπολέμου οδήγησε στον φασισμό, στον ναζισμό και στον φονικότερο πόλεμο της Ιστορίας. Για τον καπιταλισμό, αυτό το καπάκι της αβύσσου που άνοιξε ήταν μια πραγματικά μεγάλη ευκαιρία αναζωογόνησης. Οι 40 εκατομμύρια νεκροί του πολέμου έγιναν η πρώτη ύλη για μια νέα τάξη πραγμάτων που, παρά τον Ψυχρό Πόλεμο και το αντίπαλο δέος της ΕΣΣΔ και του ανύπαρκτου σοσιαλισμού, αποτέλεσε τη χρυσή μεταπολεμική πεντηκονταετία του καπιταλισμού. Η οικονομία της αγοράς αυτο-επισκευάστηκε θεαματικά. Αλλά εξασφάλισε πράγματι την αθανασία; Θα επαναλάβει το μεταπολεμικό θαύμα μέσα από αυτή τη νέα κρίση που όλα δείχνουν ότι θα θυμίζει τραγικά αυτή του 1929; Με τίποτα! Δεν έχουμε πια να κάνουμε απλώς με βλάβη σ’ ένα εύκολα αντικαταστάσιμο ανταλλακτικό, ούτε καν με βλάβη στον κινητήρα του καπιταλισμού, που η τρίτη τεχνολογική επανάσταση θα τον επισκευάσει και θα τον παραδώσει σαν καινούργιο. Έχει καεί ο «εγκέφαλος». Ζει το απόλυτο burnout. Αδυνατεί να θρέψει ανθρώπινες προσδοκίες. Έχει εξοκείλει από τη νοητή γραμμή της προόδου. Καθιστά όρο της ύπαρξής του την αχρήστευση όλο και περισσότερου ανθρώπινου δυναμικού. Η επιβίωσή του μοιάζει ασύμβατη με την επιβίωσή μας. Τα συμπτώματα είναι όλα γνωστά: η χρηματοπιστωτική κρίση, το χάος στην Ευρωζώνη, η επιταχυνόμενη απομάκρυνση των πολιτικών αποφάσεων από την επιρροή των κοινωνιών, η ροπή στον αυταρχισμό. Και το κυριότερο, αδυνατεί να βρει σημείο ισορροπίας ανάμεσα στα ανταγωνιστικά συμφέροντα που φλερτάρουν ξανά με μια «θερμή» λύση. Αλλά αυτή τη φορά η «θερμή» λύση δεν θα είναι «ευκαιρία». Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα είναι το τέλος.
Πολύ απλά, η «μηχανή» έχει χαλάσει. Δεν επισκευάζεται. Είναι για πέταμα. Οι θυσίες που μας ζητάει για να πάρει παράταση είναι πεταμένα λεφτά, πεταμένες ζωές. Πάμε για αντικατάσταση. Με τι, είναι η άλλη μεγάλη συζήτηση.