Η Ελλάδα έχει πράγματι ένα κρυφό διαπραγματευτικό χαρτί για το χρέος της, επιβεβαιώνει ο Γερμανός καθηγητής πτωχευτικού δικαίου Κρίστοφ Πάουλους και αυτό δεν είναι άλλο από το Δίκαιο των ελληνικών ομολόγων το οποίο της επιτρέπει να επιβάλει απώλειες στους Δανειστές με μία απλή νομοθετική παρέμβαση ενώ την προστατεύει απέναντι σε οποιαδήποτε αγωγή κερδοσκοπικών hedge funds ακόμη και αν αυτή φτάσει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Στρασβούργου.
Το θέμα του Δικαίου των ομολόγων που αναδείχθηκε στην Ελλάδα μέσα από την εκτενή αρθρογραφία του Πάνου Παναγιώτου τον Ιούλιο του 2010, όταν σε άρθρο / ανάλυση του πρότεινε τη χρήση του άμεσα προκειμένου να υποχρεωθούν όλοι οι ομολογιούχοι να συμμετάσχουν σε μια αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, έχει γίνει κυρίαρχο θέμα στα ελληνικά ΜΜΕ τους τελευταίους μήνες μετά την αποκάλυψη του ιδίου την οποία δημοσίευσε πρώτο το XrimaNews.gr, ότι η ελληνική κυβέρνηση είχε συμφωνήσει κρυφά να παραχωρήσει το Δίκαιο στους δανειστές τόσο στο PSI όσο και στο PSI+.
Η δημόσια έκκληση του αρθρογράφου σε Έλληνες βουλευτές να παραλάβουν το φάκελλο με τα στοιχεία που είχε στη διάθεση του ώστε να φέρουν το ζήτημα στη Βουλή βρήκε ανταπόκριση και το Νοέμβριο κατατέθηκαν διαδοχικές επίκαιρες ερωτήσεις με τον Πρωθυπουργό να παραδέχεται για πρώτη φορά ότι το ζήτημα του Δικαίου των ομολόγων του PSI+ αποτελεί πράγματι έναν από τους βασικούς όρους της διαπραγμάτευσης με τους Δανειστές.
Σήμερα, το θέμα είναι πιο επίκαιρο από ποτέ καθώς δεν έχει επιτευχθεί η επιθυμητή συμμετοχή των ομολογιούχων στο PSI+ με αποτέλεσμα η ελληνική πλευρά να εξετάζει το ενδεχόμενο να υποχρεώσει με νόμο όλους τους ιδιώτες ομολογιούχους (εκτός της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας) να συμμετάσχουν στην αναδιάρθρωση. Μπροστά σε αυτήν την προοπτική, τα hedge funds που κατέχουν ελληνικά ομόλογα απειλούν ότι σε μία τέτοια περίπτωση θα προσφύγουν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Στρασβούργου.
Είναι όμως τόσο εύκολο για την ελληνική κυβέρνηση να επιβάλει απώλειες με μία απλή νομοθετική παρέμβαση και τελικά είναι πράγματι το Δίκαιο των ελληνικών ομολόγων ένα τόσο δυνατό όπλο στα χέρια της Ελλάδας απέναντι στους δανειστές της;
Και όμως ναι, εξηγεί ο Γερμανός καθηγητής πτωχευτικού Δικαίου Κρίστοφ Πάουλους, σε συνέντευξη του στην Deutsche Welle. «Κατά περίεργο τρόπο ναι, τόσο εύκολο είναι. Στα ομόλογα που έχουν ήδη εκδοθεί υπάρχει η δυνατότητα να επιβάλει κανείς τις αποκαλούμενες ρήτρες συλλογικής δράσης, collective action causes, οι οποίες θεωρείται ότι δεν έχουν αναδρομική ισχύ. Και αυτές οι ρήτρες ορίζουν ότι μπορούν να τροποποιηθούν οι όροι που διέπουν την έκδοση των ομολόγων, εφόσον συμφωνήσει σε αυτό η απαραίτητη και προβλεπόμενη πλειοψηφία των ομολογιούχων» δηλώνει ο Γερμανός καθηγητής.
Η νομική επινόηση που «τετραγωνίζει τον κύκλο»
Ο καθηγητής Πάουλους χαρακτηρίζει ιδιαίτερα «δημιουργική» τη νομική αυτή επινόηση, ακριβώς γιατί φαίνεται να πετυχαίνει το φαινομενικά αδύνατο ή τουλάχιστον αντιφατικό: αν και τροποποιεί τους όρους της σύμβασης εκ των υστέρων, η τροποποίηση αυτή δεν θεωρείται ότι έχει αναδρομική ισχύ. Βασική προϋπόθεση είναι να διασφαλιστεί μία ελάχιστη «κρίσιμη μάζα» πιστωτών που θα συναινέσουν στο κούρεμα.
«Η νομική επεξεργασία της υπόθεσης είναι λίγο περίπλοκη. Η Ελλάδα δεν μπορεί απλώς να υπαγορεύσει τους όρους λέγοντας ότι εγώ πληρώνω 50% και όποιος θέλει. Χρειάζεται ένα ενδιάμεσο βήμα που είναι να συναινέσει η πλειοψηφία, η ενισχυμένη πλειοψηφία θα έλεγα, των πιστωτών. Και νομίζω ότι οι Έλληνες θα καταφέρουν να συγκεντρώσουν την απαραίτητη πλειοψηφία των ομολογιούχων».
Οι πρώτες πληροφορίες για ενδεχόμενη προσφυγή κερδοσκοπικών κεφαλαίων είδαν το φως της δημοσιότητας σε δημοσίευμα των New York Times. Ωστόσο το ίδιο δημοσίευμα ανέφερε ότι θα επρόκειτο για μία πολυετή διαδικασία με αβέβαιη έκβαση, από τη στιγμή μάλιστα που μία τέτοια προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Στρασβούργου μπορεί να γίνει μόνον εφόσον έχουν εξαντληθεί όλα τα ένδικα μέσα στην Ελλάδα.
Νομική παγίδα για τα κερδοσκοπικά κεφάλαια
Ο καθηγητής Πάουλους θεωρεί ότι τα κερδοσκοπικά κεφάλαια δεν έχουν πολλές πιθανότητες να κερδίσουν μία δίκη κατά της Ελλάδας.
«Η μοναδική σοβαρή πιθανότητα θα ήταν να επικαλεστούν παραβίαση του δικαιώματος της ιδιοκτησίας. Αλλά και πάλι οι πιθανότητες θα ήταν ελάχιστες για να το διατυπώσω προσεκτικά. Η αξία αυτού του τακτικού ελιγμού έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι τροποποιεί τους όρους, χωρίς να παραβιάζει καμία θεμελιώδη συνθήκη του δικαίου περί συναλλαγών. Ασφαλώς, και τα κερδοσκοπικά κεφάλαια έχουν το δικαίωμα της ιδιοκτησίας. Αλλά η ιδιοκτησία δεν προστατεύεται αιωνίως, ούτε άνευ όρων. Η επίκληση μίας ρήτρας συλλογικής δράσης μέσω νομοθετικής ρύθμισης είναι ακριβώς ο τρόπος εκείνος που μπορεί να περιορίσει το προστατευτικό πεδίο του δικαιώματος της ιδιοκτησίας», λέει ο καθηγητής.
Η μονομερής νομική παρέμβαση και η αβεβαιότητα των σχετικών προβλέψεων είναι εύλογη από τη στιγμή που δεν υπάρχει πτωχευτικό δίκαιο για τις ανεξάρτητες χώρες, ανάλογο με εκείνο που υπάρχει σε κάθε χώρα για τις ιδιωτικές επιχειρήσεις. Με αφορμή την υπόθεση της Ελλάδας οι πολιτικοί άρχισαν να ξανασυζητούν την πιθανότητα να ψηφίσουν ένα ιδιαίτερο πτωχευτικό δίκαιο γι αυτές ακριβώς τις περιπτώσεις. Πιστεύει όμως ο καθηγητής Πάουλους ότι κάτι τέτοιο είναι ρεαλιστικό;
«Το πίστευα μέχρι πριν από δύο τρεις εβδομάδες, μάλιστα στο πανεπιστήμιο είχαμε διοργανώσει και ειδική ημερίδα γι αυτό το θέμα. Όμως τον τελευταίο καιρό είμαι και πάλι πιο σκεπτικιστής. Φοβάμαι ότι η πολιτική δεν θέλει να χάσει την πρωτοβουλία των κινήσεων και γι αυτό θα προτιμούσε να υλοποιήσει μία πτώχευση με δική της πρωτοβουλία, έστω κι αν αυτό είναι πιο ακριβό, αλλά και πιο επώδυνο. Απλά και μόνο για να παραμείνει κυρίαρχη».
Τη χρήση του πλεονεκτήματος ότι το Δίκαιο που διέπει τα ομόλογα της Ελλάδας είναι το ελληνικό προτείνει στην τελευταία του έκθεση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο σε μια προσπάθεια να υποχρεώσει τα κερδοσκοπικά κεφάλαια να συμμετάσχουν στο PSI+ αποτρέποντας έτσι την ανεξέλεγκτη πτώχευση της Ελλάδας η οποία σε αυτήν τη φάση δεν εξυπηρετεί κανέναν από τους θεσμικούς δανειστές της.
Όμως το πλεονέκτημα αυτό υπήρχε και προ Μνημονίου και είναι σίγουρα εξαιρετικά ενδιαφέρουσα η απάντηση στο ερώτημα γιατί η τότε ελληνική κυβέρνηση είχε ως βασική αρχή της πολιτικής της την αποφυγή αναδιάρθρωσης με κάθε μέσο ενώ μετά την προσφυγή στο ΔΝΤ και την υπογραφή των δανείων με την ΕΕ και αφού πρώτα χάθηκε πολύτιμος χρόνος και η χώρα οδηγήθηκε σε δριμεία ύφεση η αναδιάρθρωση παρουσιάστηκε ως κύριος στόχος της ελληνικής πολιτικής;
Εφόσον υπήρε πράγματι αυτό το παντοδύναμο νομικό οπλο στα χέρια της χώρας γιατί έπρεπε η ελληνική Βουλή να περιμένει δύο χρόνια για να ενημερωθεί ύστερα από τις εκκλήσεις ενός αναλυτή και την πρωτοβουλία βουλευτών και δεν ανέλαβε αυτήν την πρωτοβουλία εξ αρχής και πριν την υπογραφή του Μνημονίου η ίδια ελληνική κυβέρνηση;
Αν η αναδιάρθρωση είχε γίνει νωρίς τότε θα συμμετείχαν σε αυτήν ομόλογα ύψους 320 δις ευρώ και με ένα κούρεμα της τάξης του 50% το ελληνικό χρέος θα μειωνόταν κοντά στο 40% του ΑΕΠ, ενώ τώρα το PSI+ προβλέπει δέκα χρόνια λιτότητας ώστε υπό προϋποθέσεις να επιτευχθεί μείωση του χρέους στο 120% του ΑΕΠ το 2020, δηλαδή περισσότερο απ' ότι πριν υπογράψουμε το Μνημόνιο.
Μα ακόμη και σήμερα, για ποιο λόγο πρέπει η χώρα να ζήσει το θρίλερ που ζει εφόσον έχει στα χέρια της ένα τόσο δυνατό διαπραγματευτικό χαρτί, το οποίο, πλέον της προτείνει να το χρησιμοποιήσει ακόμη και το ίδιο το ΔΝΤ;