Του ΜΕΝΕΛΑΟΥ ΓΚΙΒΑΛΟΥ Αναπληρωτή καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών
Σε μια χώρα η οποία οδηγείται σιδηροδέσμια στη χρεοκοπία, σε μια κοινωνία που βρίσκεται σε απόγνωση, αποτελεί ίσως πρόκληση το γεγονός ότι μια κομματική ελίτ, απολύτως υπεύθυνη για την καταστροφική πορεία στην οποία οδήγησε την Ελλάδα τα δύο τελευταία χρόνια, ασχολείται αποκλειστικά με την πολιτική της επιβίωση, με το πώς θα διασφαλίσει το πολιτικό και κομματικό της μέλλον.
Το Εθνικό Συμβούλιο του ΠΑΣΟΚ αποτελεί το «σκηνικό», το τυπικό θεσμικό πλαίσιο όπου η ηγετική ελίτ, οι «δελφίνοι», αποδύονται σε έναν «διπλό» αγώνα: Αφενός για να εξοντώσουν ή να αποδυναμώσουν καίρια τους αντιπάλους τους και αφετέρου για να εξαπατήσουν –ατομικά και συλλογικά– την εναπομείνασα εκλογική επιρροή του ΠΑΣΟΚ, μέσα από έναν ορυμαγδό υποκριτικών δηλώσεων και «αυτοκριτικών» διαπιστώσεων, προκειμένου να διασφαλίσουν ένα «άλλοθι» για τα πολιτικά εγκλήματα τα οποία, ατομικά και συλλογικά, διέπραξαν.
Τον βασικό όρο της προσωπικής πολιτικής επιβίωσης κάθε διεκδικητή της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ αποτελεί η «ενοχοποίηση» του Γ. Παπανδρέου και των επιλογών του. Ξαφνικά οι «δελφίνοι» ανέβλεψαν και άρχισαν τώρα να υιοθετούν τα επιχειρήματα όλων όσοι είχαν αρνηθεί τον μνημονιακό μονόδρομο και την υπαγωγή στα δεσμά του ΔΝΤ, όλων όσοι είχαν προβλέψει ότι η εφαρμογή των νεοφιλελεύθερων, μονεταριστικών «συνταγών» θα οδηγούσε νομοτελειακά στην οξεία και παρατεταμένη ύφεση, στη διάλυση του παραγωγικού ιστού, στη διόγκωση της ανεργίας, στην ουσιαστική κατάργηση των εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων.
Όμως τα πολιτικά πρόσωπα που ύμνησαν, στήριξαν και υλοποίησαν τις επιλογές του Γ. Παπανδρέου, που εξαπέλυσαν έναν απηνή πόλεμο εναντίον όσων διαμαρτύρονταν και διαφωνούσαν, έρχονται σήμερα ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΝΤΡΕΠΟΝΤΑΙ, ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΔΙΑΘΕΤΟΥΝ ΤΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΔΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ, ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΣΕΒΟΝΤΑΙ ΤΗ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ ΕΝΟΣ ΟΛΟΚΛΗΡΟΥ ΛΑΟΥ να ασκήσουν κριτική, να επιρρίψουν τις ευθύνες ο ένας στον άλλο και όλοι μαζί στον Γ. Παπανδρέου, να εμφανιστούν ως θύματα μιας ιστορικής αναγκαιότητας –της εθνικής μας σωτηρίας– χάριν της οποίας ξόδεψαν το πολιτικό και κομματικό τους «κεφάλαιο»…
Αυτός ο ακραίος πολιτικός κυνισμός, αυτή η απουσία ακόμα και μιας προσχηματικού χαρακτήρα πολιτικής ηθικής, αποκαλύπτει ξεκάθαρα ότι η ηγετική ελίτ του ΠΑΣΟΚ δεν πιστεύει σε τίποτα, δεν νιώθει υπεύθυνη για τίποτα, αλλά το μόνο που φοβάται είναι η ψήφος του λαού, η ιστορική καταδίκη των ενόχων, των επίορκων, των εθελόδουλων που οδήγησαν στη σημερινή εθνική τραγωδία. Για τους υπευθύνους η καταδικαστική ψήφος των εκλογών θα εκφράσει την πολιτική απόφαση του «λαϊκού δικαστηρίου» του εκλογικού-κοινωνικού σώματος. Όμως πέραν αυτού για κάποιους από τους κύριους υπεύθυνους θα αναζητηθούν ποινικές ευθύνες για τον τρόπο και τις μεθοδεύσεις με τις οποίες φθάσαμε στο Μνημόνιο και στο ΔΝΤ, για το πώς «στήθηκε το παιγνίδι» ώστε να οδηγηθούμε στην απώλεια της εθνικής μας κυριαρχίας, στην ταπείνωση και στην εξαθλίωση ενός ολόκληρου λαού.
Σε προηγούμενες εσωκομματικές διαδικασίες και αναμετρήσεις αναζητούνταν κάποιοι ιδεολογικοί και πολιτικοί όροι, κάποιες αναφορές στην παραδοσιακή ή στη σύγχρονη αντίληψη του ΠΑΣΟΚ, κάποια σύνδεση με τμήματα της κοινωνικής βάσης του. Σήμερα δεν υπάρχουν πια ούτε ίχνη αυτών των αναφορών, δεν τις χρησιμοποιούν πλέον ούτε ως προσχήματα.
Στην πράξη το ΠΑΣΟΚ διαμορφώνεται σήμερα σε μια ιεραρχία επιπέδων, τα οποία συγκροτούνται από κομματικές ομάδες συμφερόντων. Στην κορυφή βρίσκεται το ηγετικό «καρτέλ» που χειρίζεται τις επιλογές των συστημικών συμφερόντων και αναπαράγεται στηριζόμενο στα συμφέροντά αυτά.
Σ’ ένα δεύτερο επίπεδο διαμορφώνεται το επίπεδο των θεσμικών κομματικών εκπροσώπων της ηγεμονικής ελίτ, το οποίο περιλαμβάνει πρόσωπα που ασκούν εξουσία στον χώρο της τοπικής αυτοδιοίκησης, των συνδικάτων αλλά και τους διορισμένους διαχειριστές σε επιχειρήσεις, οργανισμούς του κρατικού μηχανισμού κ.λπ. Όλοι αυτοί συγκροτούν το δίκτυο των πελατειακών σχέσεων μέσω του οποίου η «ηγετική ελίτ» επιδιώκει να διατηρήσει την εκλογική της επιρροή.
Μ’ αυτήν την έννοια το ΠΑΣΟΚ αποτελεί πλέον έναν μηχανισμό που συνδέεται και αναπαράγεται μέσα από την κεντρική εξουσιαστική δομή και τα συμφέροντα που τη συγκροτούν. Η εναπομείνασα εκλογική βάση του δεν ταυτίζεται πλέον μέσω ιδεολογικών ή πολιτικών όρων με την ηγετική ομάδα του ΠΑΣΟΚ ούτε βεβαίως πιστεύει ότι τα κοινωνικά συμφέροντα και τα αιτήματά της μπορούν να αντιπροσωπευθούν από την ομάδα αυτή. Η εκλογική αυτή βάση αποτελείται σήμερα από ένα τμήμα των παραδοσιακών ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, από τα πελατειακά δίκτυα και τη νεόκοπη εκλογική πελατεία του κυβερνητικού μηχανισμού και επίπλέον από κοινωνικά στρώματα των οποίων τα συμφέροντα ταυτίζονται με το ακραίο πρότυπο της αγοράς.
Σ’ ένα πολιτικό σύστημα που καταρρέει, το ΠΑΣΟΚ αποτελεί σήμερα το εναργέστερο παράδειγμα αυτής της απαξίωσης και της διάλυσης. Και στα ερείπιά του διαγκωνίζονται αυτοί που το γκρέμισαν προκειμένου να «ηγεμονεύσουν». Το ΠΑΣΟΚ είναι γι’ αυτούς, τώρα πια, ένα μέσον, «ένα εργαλείο» προκειμένου να καταλάβουν μια ψηλή θέση εξουσίας στα επόμενα κυβερνητικά σχήματα. Εκεί αρχίζει και εκεί τελειώνει ο ρόλος τους.