του Μελέτη Μελετόπουλου
Η Ελλάδα χρεωκόπησε το 1843, το 1897 και το 1893. Οι επίσημες όμως αυτές χρεωκοπίες αφορούσαν τα δημοσιονομικά μεγέθη και δεν συνοδεύθηκαν από κατάρρευση του βιοτικού επιπέδου και κοινωνική αποσύνθεση. Άλλωστε τις διαχειρίστηκαν υπεύθυνοι κυβερνήτες, η δε αντιμετώπιση της χρεωκοπίας του 1932 από τον Ελευθέριο Βενιζέλο θεωρείται υπόδειγμα επιτυχούς διαχείρισης κρίσης και δεν άφησε ανεπούλωτα τραύματα.
Η ειδοποιός διαφορά της σημερινής (ήδη συντελεσθείσας στην πραγματικότητα, ασχέτως της τυπικής ή μη στάσης πληρωμών και της τυπικής εξόδου ή μη από την ευρωζώνη) χρεωκοπίας της χώρας είναι η δραματική, μαζική εκπτώχευση του ελληνικού λαού, η βίαιη, απότομη κατάρρευση του βιοτικού του επιπέδου, η διαμόρφωση συνθηκών ανάλογων της περιόδου 1944-1949, χωρίς μάλιστα να έχει προηγηθεί πόλεμος και κατοχή.
Η «εσωτερική υποτίμηση» αποτελεί τον άξονα του εν πολλοίς γερμανικής εμπνεύσεως προγράμματος της τρόϊκα και των εντολοδόχων της (χωρίς κάν τις αναγκαίες στοχαστικές προσαρμογές), δηλαδή της κυβέρνησης Παπανδρέου και στην συνέχεια της κυβέρνησης Παπαδήμου. Στο στόχαστρο όμως δεν έχουν τεθεί μόνον οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι του δημοσίου, αλλά και του ιδιωτικού τομέα(!), αντίθετα σε κάθε λογική ελεύθερης οικονομίας, ώστε να διερωτάται κανείς εάν η τρόϊκα και οι εν Ελλάδι υπάλληλοί της εμφορούνται από παλαιοκομμουνιστικές αντιλήψεις.
Αλλά αυτή η ψευδεπίγραφη εσωτερική υποτίμηση στοχεύει αποκλειστικά τους μισθούς και τις συντάξεις, χωρίς να συνοδεύεται από την αυτονόητη (ώστε η υποτίμηση να είναι πράγματι υποτίμηση και όχι απλώς σφαγή) μείωση τιμολογίων ΔΕΚΟ, επιτοκίων στεγαστικών δανείων, τιμάριθμου κλπ.
Αντιθέτως, ενώ καταρρέουν τα εισοδήματα, οι δαπάνες των νοικοκυριών εκτοξεύονται, με την πρωτοφανή φορολογική επιδρομή στην ακίνητη περιουσία (ανεξαρτήτως μεγέθους), με νομικά διαβλητούς τρόπους, έκτακτες εισφορές κλπ., που οδηγούν τα νοικοκυριά σε συνθήκες οικογενειακής και ατομικής χρεωκοπίας. Και στα πρωτοφανή για τον τελευταίο μισό αιώνα φαινόμενα των συσσιτίων, των χιλιάδων ρακοσυλλεκτών στους δρόμους της Αθήνας, των αστέγων, της ανεργίας του ενός εκατομμυρίου (σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές, που προσμετρούν μόνον τους εγγεγραμμένους στον ΟΑΕΔ άρα δεν συνυπολογίζουν τους νέους που δεν έχουν ακόμη προσληφθεί ώστε να απολυθούν ώστε να εγγραφούν στον ΟΑΕΔ και άλλες στατιστικά «αφανείς» κατηγορίες ανεργίας). Και, μαζί με αυτά, του κλεισίματος εκατοντάδων πλέον χιλιάδων επιχειρήσεων, όχι μόνον μικρομεσαίων αλλά και μεγάλων, άλλοτε κυρίαρχων στον κλάδο τους. Τέλος, των άδειων από ενοικιαστές ακινήτων, άρα της κατάρρευσης του εισοδήματος από ακίνητη περιουσία, που υπήρξε επί δεκαετίες οικονομικό θεμέλιο και έσχατο καταφύγιο της μεσαίας τάξης.
Αυτή η μαζική εκπτώχευση του πληθυσμού και η μετατροπή της Ελλάδας σε απομίμηση Αλβανίας επί αείμνηστου Χότζα (όπου ως γνωστόν το έσχατο έδεσμα ελλείψει ειδών διατροφής ήταν η νερόσουπα….) συμβαίνει κατά παράλογο τρόπο ενώ αποκαλύπτεται ότι η χώρα μας κείται πάνω σε μία θάλασσα φυσικού αερίου, που θα μπορούσε να την καταστήσει οικονομικά αυτοδύναμη και ευημερούσα, ακόμη κι αν εισέπραττε πολλοστημόριο και μόνον των πολύτιμων πόρων της από τις διεθνείς κοινοπραξίες που θα ανελάμβαναν την εξόρυξη με δικές τους δαπάνες, χωρίς καμμία ελληνική συμμετοχή. Κάτι που όμως προϋποθέτει το στοιχειώδες θάρρος και την σωστή διπλωματική και στρατιωτική προετοιμασία της ανακήρυξης ΑΟΖ, σε στενή συνεργασία με τις ΗΠΑ, τις ευρωπαϊκές μεγάλες δυνάμεις και το Ισραήλ.
Το σημερινό, καταρρέον πολιτικό σύστημα των κομμάτων εξουσίας δεν μπορεί φυσικά να προχωρήσει σε αυτήν ούτε και σε καμμία απολύτως άλλη πρωτοβουλία. Είναι βαθειά διεφθαρμένο, ιδιοτελές και ανίκανο (ενώ τα κόμματα της Αριστεράς, ως μικρομέτοχοι του Ελληνικού Πολιτικού Συστήματος Α.Ε., δεν διαθέτουν ρεαλιστικές προτάσεις και αίσθημα ευθύνης). Το πολιτικό σύστημα ασχολείται σήμερα με το κεφαλαιώδες ζήτημα της εκλογής του επόμενου προέδρου του πασόκ (δηλαδή του τίποτα….), ενώ οι δημοσκοπήσεις δείχνουν την μαζική αποδρομή του εκλογικού σώματος από όλα ανεξαιρέτως τα δήθεν αστικά κόμματα εξουσίας και την ταυτόχρονη άρνηση προσχώρησης των σοβαρών πολιτών στην εξωπραγματική και έξαλλη λογική της άκρας αριστεράς, τα κόμματα της οποίας εισπράττουν ανενδοίαστα την παχυλή κρατική χρηματοδότηση, την ίδια ώρα που έξω από τα γραφεία τους κυκλοφορούν ανθρώπινα ράκη. Τα κόμματα, που διαθέτουν μία εικονική πλέον κοινοβουλευτική δύναμη που δεν ανταποκρίνεται σε πραγματική πολιτική επιρροή, στηρίζουν και ταυτόχρονα υπονομεύουν την προσωρινή κυβέρνηση Παπαδήμου, της δίδουν ψήφο εμπιστοσύνης αλλά καταψηφίζουν τα νομοσχέδιά της που παραβιάζουν τις συντεχνιακές τους εξαρτήσεις, ψηφίζουν τα αλλεπάλληλα εθνοκτόνα μνημόνια δηλώνοντας ότι… δεν τα διάβασαν, ενώ κορυφαία στελέχη και μάλιστα υπουργοί εν ενεργεία καταγγέλλουν την κυβέρνηση στην οποία μετέχουν και νομίζουν ότι προετοιμάζουν την πολιτική τους διάσωση κυοφορώντας νέα σχήματα με την συμμετοχή διανοούμενων με πολύ αργά αντανακλαστικά, όπως οι κύριοι Μαρωνίτης, Μουζέλης και Αλιβιζάτος.
Ταυτόχρονα, υπογείως κατασκευάζουν νέα πολιτικά «κόμματα» με αγνώστους (που στην πραγματικότητα είναι γνωστοί τους), και σε συνεργασία με πολιτικά αφελείς συγγραφείς και καθόλου αφελείς «πολίτες», τα οποία θα λειτουργήσουν (όπως νομίζουν) ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ για την επανεμφάνισή τους την επόμενη ημέρα.
Αυτά όλα ασφαλώς δεν αφορούν την καταρρέουσα κοινωνία. Αποτελούν εσωτερικές ζυμώσεις ενός κλειστού, ιδιοτελούς κύκλου προσώπων, που οδήγησε την χώρα στην διάλυση. Η πτώση του είναι νομοτελειακή, και από αυτήν δεν θα γλυτώσει ούτε ο κ. Φλωρίδης επειδή συνεργάσθηκε με τον κ. Δοξιάδη, ούτε η κ. Διαμαντοπούλου επειδή διοργάνωσε στην Παλαιά Βουλή συζήτηση με τον κ. Μπουτάρη, ούτε ο κ. Βενιζέλος επειδή όταν διαδεχθεί τον κ. Παπανδρέου θα καταγγείλει το μνημόνιο που ο ίδιος υπέγραψε και εφάρμοσε με πάθος, ούτε η δεξιά εκείνη που δεν έχει αποφασίσει εάν συμφωνεί ή διαφωνεί με το μνημόνιο ούτε η άλλη δεξιά που έχει οριστικά αποφασίσει ότι συμφωνεί διότι αυτό της εξασφάλισε τρία υπουργικά έδρανα σε μία κυβέρνηση που αρχίζει να μοιάζει τραγικά με αυτήν του Γούναρη. Και, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες της εφημερίδας ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, ο Λουκάς Παπαδήμος δεν θα επιτύχει ποτέ να εκφράσει τους μεταρρυθμιστές, διότι η κυβέρνησή του απέφυγε επιμελώς να λάβει το μοναδικό μέτρο που θα μπορούσε να διατηρήσει την Ελλάδα στην χορεία των σύγχρονων ευρωπαϊκών κρατών, δηλαδή να διαλύσει το σοβιετικό κράτος, με τις πελατειακές ΔΕΚΟ του, τους χιλιάδες άχρηστους οργανισμούς και τα τερατώδη προνόμια της διεφθαρμένης νομενκλατούρας. Πώς θα ήταν άλλωστε δυνατόν τα ολιγαρχικά πελατειακά κόμματα της Μεταπολίτευσης να επιτρέψουν σε έναν πρωθυπουργό που τα ίδια επέλεξαν να καταργήσει το πελατειακό τους κράτος;
Μετά την περυσινή θερινή έκρηξη της πλατείας Συντάγματος, η ελληνική κοινωνία σιωπά. Η σιωπή αυτή δεν σημαίνει παραίτηση. Κανείς λαός δεν παρακολούθησε μέχρι τέλους την γενοκτονία του απαθής και άβουλος. Το διαδίκτυο στην συντριπτική του πλειοψηφία, οι σύλλογοι, οι αυθεντικές κινήσεις πολιτών, σημαντικό πλέον μέρος του τύπου, μεγάλο μέρος του πνευματικού και επιστημονικού κόσμου, οι έμποροι και οι βιοτέχνες, οι βιομήχανοι, και πολλές ακόμα κοινωνικές και επαγγελματικές ομάδες, η συντριπτική πλειοψηφία της κοινής γνώμης έχουν εκκενώσει τον υπό αποσύνθεση χώρο που λέγεται πολιτικό σύστημα της Μεταπολίτευσης. Απαιτούν νέο σύνταγμα, νέα κόμματα χωρίς απολύτως καμμία συμμετοχή εκπροσώπων του παλαιοκομματισμού, νέους ηγέτες με καθαρό παρελθόν, νέο ήθος και νέα λογική διακυβέρνησης. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, το σκέλεθρο της Μεταπολίτευσης θα σαρωθεί, είτε με την διαμόρφωση μίας ισχυρής ριζοσπαστικής δημοκρατικής πολιτικής δύναμης με αναγνωρισμένη ηγεσία και πόρους, είτε με μία κοινωνική έκρηξη που θα δημιουργήσει εντελώς νέες συνθήκες, είτε λόγω διεθνών γεγονότων. Είτε με όλα αυτά μαζί.
Ο Μελέτης Η. Μελετόπουλος είναι Διδάκτωρ Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών Πανεπιστημίου Γενεύης.